Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014

Το ‘πανηγύρι’ των στιγμών...




Είναι ίσως πιθανό να καταφέρεις κάποτε να… γλιτώσεις από την αγάπη του Θεού. Είναι εντελώς αδύνατον όμως να ξεφύγεις απ’τον κυνισμό του…

-Συναντηθήκαμε κάτω από... δύσκολες συνθήκες, του είπε. Κάτω από συνθήκες που δεν ευνοούσαν την επικοινωνία. Καθώς μιλούσε, η ένταση της φωνής μειωνόταν. Ο άνθρωπος που ταυτόχρονα σκέφτεται αυτά που λέει, δεν έχει σταθερή ένταση φωνής. Είναι γιατί διαπραγματεύεται τις σκέψεις του και τις προϋποθέσεις εξωτερίκευσής τους. Και τούτη η διαδικασία έχει τη φορεσιά της συναλλαγής σε ένα εμπορικό μαγαζάκι. Όταν ελέγχεις τον μαγαζάτορα για την ποιότητα του εμπορεύματος, έχεις φωνή δυνατή και σταθερή. Όταν όμως θέλεις να σου κάνει ‘σκόντο’ η φωνή σου χαμηλώνει και το ηχόχρωμα γλυκαίνει.

-Ποιες συνθήκες ήταν δύσκολες, την ρώτησε. Οι δικές σου ή οι δικές μου; Πως νιώθει εκείνος που γνωρίζει πως του ξημερώνει μια άθλια ημέρα και προετοιμάζεται αποβραδίς, έτσι της μιλούσε, έτσι την κοιτούσε. Η λατρεία και η λαγνεία μοιάζουν ίσως τελικά σ’αυτό. Στο τρόπο που κοιτάμε τον άλλο.

-Και των δυο. Και η γενίκευση δεν θα αργούσε φυσικά. Δεν μπορούμε να σκοτώσουμε τον άλλο αν δεν εντάξουμε το φόνο σε μια παγκόσμια, πανάρχαια και γενικευμένη νομοτέλεια. Όλοι θα πεθάνουμε, χτες εκείνος, σήμερα εσύ, αύριο εγώ. Βέβαια, σήμερα σε σκοτώνω εγώ και θα πρέπει να σου κάνω και μια μικρή διάλεξη περί ανθρωπίνων σχέσεων και της ματαιότητας αυτών. Αυτό δεν ίσχυε φυσικά όταν ήμασταν τρελά ερωτευμένοι. Τότε η ματαιότητα είχε βαφτιστεί ‘άδραξε το σήμερα’ και ‘ζήσε τη στιγμή’. Πόσες ανοησίες δεν έχουν κάνει σλόγκαν οι άνθρωποι; Λες κι είναι δυνατόν να μην ζήσεις τη στιγμή. Λες κι είναι δυνατόν να ζήσεις οτιδήποτε άλλο εκτός από τη στιγμή.
Ρηχός δεν είναι ο άνθρωπος που δεν έχει ΄βαθιές’ σκέψεις. Είναι εκείνος που αναμεταδίδει τις ρηχότητες των άλλων.

-Ώστε λοιπόν, ήρθε το τέλος. Το τέλος… το δέος του τέλους… το Μεγάλο Μυστικό Θέαμα που θα έλεγε και ο Κλάιβ Μπάρκερ… ήρθε το τέλος… ο άνθρωπος σε ανάλογες καταστάσεις συνήθως επαναλαμβάνει… ώστε ήρθε το τέλος… ξανά και ξανά… όχι πως θέλει να ακούσει την αναγγελία σαν κάποια άσκηση μαζοχισμού, είναι που ο αντίλαλος της ετυμηγορίας του εχθρικού δικαστή τον έχει αφοπλίσει… προσωρινά… σύντομα το συναίσθημα θα αναπληρώσει το κενό…

Το συναίσθημα, ως ροϊκή και δυναμική δράση του Αχανούς, υπερπληρώνει όλα τα κενά που αφήνει ο νους, η σκέψη, η αλήθεια. Το συναίσθημα δεν αντιλαμβάνεται την ‘αλήθεια’ αλλά μονάχα αυτό που έχει μητρικά αποτυπώσει ως ‘πραγματικότητα’. Όταν αυτή η πραγματικότητα διασαλεύεται, απειλείται, πληγώνεται, τότε το ρυάκι γίνεται χείμαρρος και πλημμυρίζει τα πάντα…

Και τότε έρχεται ο θυμός…  

Και η κωμωδία του διαλόγου, της επικοινωνίας, της ‘πολιτισμένης’ επαφής απεκδύεται κάθε έννοια αρχοντοχωριάτικου καθωσπρεπισμού και γίνεται αυτό που ήταν πάντα. Μια τυφλή, σκοτεινή, δολοφονική δύναμη.

Είναι απλά τα πράγματα και τα είπε ξεκάθαρα και ο Μωυσής χρόνια πριν… Οδόντα αντί οδόντος και…

Το ‘πανηγύρι’ των στιγμών δεν έχει τέλος… και ο παρατηρητής δεν οφείλει να είναι πάντα ψύχραιμος, ψυχρόαιμος… εκτός αν ζηλεύει τον ερωτισμό του δράκου του Κόμοντο ή των κροκοδείλων του Νείλου…

Και το βλέμμα που μας αποσυνθέτει, τελικά, δεν είναι ποτέ του άλλου, είναι πάντα το δικό μας…

Είναι ίσως κατορθωτό να αποφύγεις την τιμωρία του εαυτού. Είναι εντελώς αδύνατον όμως να κρυφτείς από το βλέμμα του…