῾Υμεῖς
ἐστε τὸ ἅλας τῆς γῆς· ἐὰν δὲ τὸ ἅλας μωρανθῇ, ἐν τίνι ἁλισθήσεται; εἰς οὐδὲν
ἰσχύει ἔτι εἰ μὴ βληθῆναι ἔξω καὶ καταπατεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων…
(Η
επί του Όρους Ομιλία, Ματθ. 5-13)
μυητική διδασκαλία επιφυλάσσει πάντοτε
εκπλήξεις… πάντοτε… θυμάμαι ήταν η εποχή της περίφημης ‘κάθαρσης’, κάπου εκεί
στο ‘βρόμικο ‘89’… ολόκληρη η Ελλάδα συνταρασσόταν από τα όσα τρομερά και
ευτράπελα μαζί γίνονταν τότε… όσοι τα έζησαν και τα θυμούνται σίγουρα μειδιούν
αυτή τη στιγμή… ένα ανοιξιάτικο απόγευμα ήταν, σε κάποια καφετέρια στην Κυψέλη…
μια συντροφιά φίλων και μαζί μας ήταν ένας παλιός αδελφός και αγαπημένος
δάσκαλος μαζί…. συζητούσαμε… λογομαχούσαμε μάλλον… Οι πολιτικές συζητήσεις ως
γνωστόν εξάπτουν τα πάθη και ιδιαίτερα στους λαούς της Μεσογείου. Οι απόψεις
έδιναν κι έπαιρναν, ανταλλάσσονταν επιχειρήματα που απλώνονταν σε όλη τη
βεντάλια των συναισθημάτων και των σκέψεων… από τα πλέον ψύχραιμα και ήπια έως
εκείνα της ριζικής ανατροπής, της αλλαγής όλων, της απόλυτης κάθαρσης… να καούν
όλα και στη θέση τους…
Ο παλιός αδελφός καθόταν σιωπηλός
και μας κοιτούσε με ενδιαφέρον και τρυφερότητα θα έλεγα. Ήμασταν ένα πολύβουο
μελίσσι νέων κι εκείνος κάπου στα 50 του πια μπορούσε να έχει την απαιτούμενη
‘απόσταση ελέγχου’. Άκουγε προσεκτικά αλλά δεν μιλούσε.
Κάποια στιγμή, ένας από εμάς τον
ρώτησε: «Κι εσύ Κ… δεν θα μας πεις την άποψή σου; Τι πιστεύεις; Τι πρέπει να
γίνει;»
Όλοι σιώπησαν αμέσως και περίμεναν
με ενδιαφέρον τον μεγαλύτερό μας σε ηλικία και αρχαιότερο στην ατραπό να πει
κάτι.
«Θυμάσαι στην επί του Όρους ομιλία
Γ…; θυμάσαι που κάποια στιγμή ο Ιησούς τους λέει: Εσείς είστε το αλάτι της γης…»
Ο Γ… γύρισε και με κοίταξε
απορημένος. Ξέρω τι σκέφτηκε… ‘κάποια παγίδα υπάρχει εδώ’.
«Ναι, το θυμάμαι», απάντησε ήρεμα
εκείνος.
«Και συνεχίζει ο Ιησούς… Αν όμως το αλάτι αλλοιωθεί (αξίζει να
σημειώσουμε ότι οι Προτεστάντες το έχουν μεταφράσει tasteless), με τι θα ξαναγίνει αλμυρό; Σε
τίποτα δεν αξίζει πια παρά μόνο, αφού πεταχτεί έξω, να καταπατιέται από τους
ανθρώπους… Αυτή είναι μια καλή μετάφραση
νομίζω… το θυμάστε όλοι;», ρώτησε κοιτάζοντάς μας τώρα έναν έναν.
«Ωχ!», είπε μια φίλη που καθόταν
δίπλα μου όσο πιο σιγανά για να μην ακουστεί. «Ξέρω ποια είναι η επόμενη
ερώτηση».
«Γιατί άραγε τους λέει ότι είναι ‘το άλας της γης’;», ρώτησε όλους
μας και η σιωπή έγινε ακόμα βαθύτερη.
«Τό’ξερα», είπε η φίλη και φρόντισε
να συρρικνωθεί στην καρέκλα της μπας και γίνει… αόρατη, ανεπιτυχώς βέβαια.
«Σκεφτείτε διαφορετικά… μην ξεχνάτε
τις μυητικές ορίζουσες που πάντα μας ενδιαφέρουν… χωρίς αυτές δεν έχουμε παρά
το επιμέρους όχι το ουσιώδες…», είπε και ενθάρρυνε όλους να μιλήσουν ελεύθερα.
Ακούστηκαν διάφορες απόψεις αλλά
καμιά δεν ικανοποίησε τον αδελφό μας. Τελικά αποφάσισα να δώσω κι εγώ τη δική
μου.
«Γιατί το αλάτι και το κρύο νερό είναι απαραίτητα για να καθαρίσουν το
αίμα», του είπα ξαφνικά και τον είδα να σμίγει τα φρύδια του. Και μετά να
χαμογελάει πλατιά. Οι υπόλοιποι γύρω μου είχαν μείνει σκεφτικοί και βουβοί.
«Το αίμα;», ρώτησε αμέσως
απευθυνόμενος πια μόνον σε μένα. «Ποιο αίμα;»
«Το βρόμικο αίμα»
«Δηλαδή;»
«Το αίμα του πρώτου φονικού… του
Κάιν στον Άβελ… τελικά το αίμα όλων των φόνων, των πολέμων…»
Ο δάσκαλος άρχισε να γελάει δυνατά…
με την καρδιά του.
«Συνέχισε αδελφέ μου…»
«Το άλας της γης είναι στην ουσία η νέα ανθρωπότητα, οι καινούργιοι
άνθρωποι, οι ανακαινισμένοι, οι ‘καθαροί’… αυτοί που θα χρησιμοποιήσει ο Κύριος
για να καθαρίσει τη βρομιά του παλαιού κόσμου…», συνέχισα με ένταση. «Και όσο
θα παραμένει αμόλυντο θα μπορεί να ξεπλένει το αίμα… αν όμως μολυνθεί ή
αλλοιωθεί είναι άχρηστο και το παλαιό θα
απορροφήσει το νέο και το έργο του Θεού ακυρώνεται…»
Η φίλη δίπλα μου με κοιτούσε
έκπληκτη.
«Αμόλυντο…», ψιθύρισε σχεδόν.
«Και γιατί νερό και άλας;», συνέχισε αμείλικτος ο δάσκαλος.
Μου πήρε μερικά δευτερόλεπτα.
«Χυμικός γάμος!... Ρόζενκρόιτς!»,
φώναξα ξαφνικά.
«Αλχημεία!, συμπλήρωσε ένας φίλος
από τη συντροφιά. Οι παλμοί είχαν ανέβει.
«Γη-ψυχή-πνεύμα… άλας–θείο–υδράργυρος…
αλλά σε προγενέστερες παραδόσεις, της εποχής του Ιησού, πνεύμα-άνθρωπος, ψυχή–νερό
και άλας το πυκνό αιθερικό… ή το πράνα… ύλη…σάρκα…», συνέχισε ο φίλος.
«Τριάδες… παντού τριάδες…»
μονολόγησα δυνατά.
«Στην ουσία δηλαδή ο Ιησούς μιλούσε…»,
τόλμησε να ψελλίσει η κοπέλα που καθόταν δίπλα μου.
«Μην διστάζεις», της είπα. «Για την
Φιλοσοφική Λίθο… σε πνευματικό
επίπεδο βέβαια…»
Για πολύ λίγο έπεσε μια κουβέρτα
σιωπής που ήταν γεμάτη ένταση, ηλεκτρισμό και πυρετικές σκέψεις.
«Ναι», είπε κάποια στιγμή πάλι
εκείνη, «και όλο αυτό πώς δένει με
όσα συζητούσαμε πριν;»
«Για κάθαρση δεν συζητούσατε;»,
ρώτησε ο παλαιός αδελφός μας. Και συνέχισε. «Και το ερώτημα είναι φίλοι μου… ποιοι; Ποιοι είναι αυτοί που θα
καθαρίσουν όλο αυτό το αίμα ολόγυρά μας; Ποιοι
θα είναι εκείνοι που θα αποτελέσουν το άλας πλέον; Καταλάβατε τώρα γιατί οι
μυημένοι όλων των εποχών δρούσαν σε αδελφότητες μυστικές και προστάτευαν την
ταυτότητά τους, τις ιερές διδασκαλίες και το μαγικό έργο;»
«Για να μην αλλοιωθεί το άλας;»,
ρώτησε ένας από την συντροφιά.
«Και να μην απορροφήσει το παλαιό το
νέο…», συμπλήρωσε ένας ακόμη.
Ειπώθηκαν κι άλλα… πολλά… Ήταν μια
από τις βραδιές εκείνες που όλοι αποχαιρετιστήκαμε γεμάτοι δυνατές και γόνιμες
σκέψεις. Θα τολμούσα να πω και έναν αυθεντικό ενθουσιασμό.
Το
βλέμμα εργαζόταν μέσα μας…