Sisyphys (1548–49)
by Titian
Prado Museum, Madrid, Spain
Από το σατυρικό
δράμα Σίσυφος:
ἢν χρόνος, ὅτ΄ ἦν ἄτακτος ἀνθρώπων βίος
καὶ θηριώδης ἰσχύος θ΄ ὑπηρέτης,
ὅτ΄ οὐδὲν ἆθλον οὔτε τοῖς ἐσθλοῖσιν ἦν
οὔτ΄ αὖ κόλασμα τοῖς κακοῖς ἐγίγνετο.
κἄπειτά μοι δοκοῦσιν ἄνθρωποι νόμους
θέσθαι κολαστάς, ἵνα δίκη τύραννος ᾖ
<ὁμῶς ἁπάντων> τὴν θ΄ ὕβριν δούλην ἔχῃ
ἐζημιοῦτο δ΄ εἴ τις ἐξαμαστάνοι.
ἔπειτ΄ ἐπειδὴ τἀμφανῆ μὲν οἱ νόμοι
ἀπεῖργον αὐτοὺς ἔργα μὴ πράσσειν βίᾳ,
λάθρᾳ δ΄ ἔπρασσον, τηνικαῦτά μοι δοκεῖ
<πρῶτον> πυκνός τις καὶ σοφὸς γνώμην ἀνὴρ
<θεῶν> δέος θνητοῖσιν ἐξευρεῖν, ὅπως
εἴη τι δεῖμα τοῖς κακοῖσι, κἂν λάθρᾳ
πράσσωσιν ἢ λέγωσιν ἢ φρονῶσι <τι>.
ἐντεῦθεν οὖν τὸ θεῖον εἰσηγήσατο,
ὡς ἐστι δαίμων ἀφθίτῳ θάλλων βίῳ,
νόῳ τ΄ ἀκούων καὶ βλέπων, φρονῶν τ΄ ἄγαν
προσέχων τε ταῦτα, καὶ φύσιν θείαν φορῶν,
ὃς πᾶν τὸ λεχθὲν ἐν βροτοῖς ἀκούσεται,
<τὸ> δρώμενον δὲ πᾶν ἰδεῖν δυνήσεται.
ἐὰν δὲ σὺν σιγῇ τι βουλεύῃς κακόν,
τοῦτ΄ οὐχὶ λήσει τοὺς θεούς· τὸ γὰρ φρονοῦν
<ἄγαν> ἔνεστι. τούσδε τοὺς λόγους λέγων
διδαγμάτων ἥδιστον εἰσηγήσατο
ψευδεῖ καλύψας τὴν ἀλήθειαν λόγῳ.
ναίειν δ΄ ἔφασκε τοὺς θεοὺς ἐνταῦθ΄, ἵνα
μάλιστ΄ ἂν ἐξέπληξεν ἀνθρώπους ἰδών.
ὅθεν περ ἔγνω τοὺς φόβους ὄντας βροτοῖς
καὶ τὰς ὀνήσεις τῷ ταλαιπώρῳ βίῳ,
ἐκ τῆς ὕπερθε περιφορᾶς, ἵν΄ ἀστραπὰς
κατεῖδεν οὔσας, δεινὰ δὲ κτυπήματα
βροντῆς, τὸ τ΄ ἀστερωπὸν οὐρανοῦ σέλας,
Χρόνου καλὸν ποίκιλμα τέκτονος σοφοῦ,
ὅθεν τε λαμπρὸς ἀστέρος
στείχει μύδρος
ὅ θ΄ ὑγρὸς εἰς γῆν ὄμβρος ἐκπορεύεται,
τοίους δὲ περιέστησεν ἀνθρώποις φόβους,
δι΄ οὓς καλῶς τε τῷ λόγῳ κατῴκισεν
τὸν δαίμον(α) οὗ<τος> κἀν πρέποντι χωρίῳ
τὴν ἀνομίαν τε τοῖς νόμοις κατέσβεσεν.
καὶ ὀλίγα προσδιελθὼν
ἐπιφέρει·
οὕτω δὲ πρῶτον οἴομαι πεῖσαί τινα
θνητοὺς νομίζειν δαιμόνων εἶναι γένος.
(Μιλάει ο Σίσυφος)
Υπήρξε μια εποχή κατά την οποία η ανθρώπινη ζωή ήταν
ακατάστατη, γεμάτη θηριωδία και υπηρετούσε τη δύναμη· μια εποχή κατά την οποία ούτε
καμία επιβράβευση υπήρχε για τους καλούς ανθρώπους, ούτε πάλι τιμωρία
επιβαλλόταν στους κακούς. Ύστερα μου φαίνεται ότι οι άνθρωποι θέσπισαν νόμους
που όριζαν ποινές, ώστε το δίκαιο να τους εξουσιάζει όλους εξίσου και να έχει
την αλαζονεία υπόδουλή του· κι αν τυχόν κάποιος έκανε ένα σφάλμα τιμωρούταν.
Στη συνέχεια επειδή οι νόμοι εμπόδιζαν μεν τους ανθρώπους να αδικούν στα
φανερά, αλλά ωστόσο οι άνθρωποι εξακολουθούσαν να αδικούν στα κρυφά, τότε μου
φαίνεται ότι για πρώτη φορά κάποιος έξυπνος και σοφός άνθρωπος σοφίστηκε για
τους θνητούς το φόβο των θεών, ώστε να υπάρχει κάτι που να αποτελεί φόβο για τους
κακούς ακόμη κι όταν κάνουν ή λένε ή σκέφτονται κάτι στα κρυφά. Προέβαλε λοιπόν
το θείο, ότι δηλαδή υπάρχει μία θεότητα που ζει μια ατελεύτητη ακμή, και που ακούει
και βλέπει νοερά, που σκέφτεται πάρα πολύ και που τα προσέχει αυτά και που έχει
περιβληθεί μια θεϊκή φύση. Αυτή η θεότητα θα ακούει οτιδήποτε λέγεται ανάμεσα
στους θνητούς και θα μπορεί να βλέπει κάθε τι που πράττεται. Κι αν σιωπηρά
σχεδιάζεις κάτι κακό, δε θα διαφύγει της προσοχής των θεών. Γιατί η διάνοιά
τους είναι πολύ δυνατή. Λέγοντας αυτά τα λόγια παρουσίασε την πιο ευχάριστη διδασκαλία,
αφού κάλυψε την αλήθεια πίσω από ένα ψεύτικο λόγο. Έλεγε πως οι θεοί κατοικούν
σε ένα τόπο, ο οποίος θα τρομοκρατούσε πάρα πολύ τους ανθρώπους και μόνο που θα
τον έβλεπαν. Κατάλαβε ότι ακριβώς από εκεί πήγαζαν και οι φόβοι των ανθρώπων, και
οι ωφέλειες στις ταλαιπωρίες της ζωής, δηλαδή από τον περιστρεφόμενο, εκεί
ψηλά, θόλο του ουρανού, όπου έβλεπε ότι ήταν οι αστραπές και τα φοβερά
χτυπήματα της βροντής, και το αστρικό φως του ουρανού, όμορφο στολίδι του
Χρόνου, του σοφού αρχιτέκτονα· είναι ο τόπος απ’ όπου πορεύεται η πυρακτωμένη μάζα
του φωτεινού αστεριού και απ’ όπου προέρχεται και πέφτει στη γη η υγρή βροχή.
Με τέτοιους φόβους περίζωσε τους ανθρώπους· με τους φόβους αυτούς έβαλε –στα λόγια
του- το θεό να κατοικήσει σε κατάλληλο τόπο, και διαμέσου των νόμων εξάλειψε
την ανομία.
Και προχωρώντας
λίγο παραπέρα, ο ποιητής προσθέτει:
Και νομίζω πως έτσι έπεισε, για πρώτη φορά, τους θνητούς
να πιστέψουν ότι υπάρχει των θεών το γένος.
«Ως προς την
πατρότητα των στίχων η παράδοση κυμαίνεται ανάμεσα στον Ευριπίδη και τον Κριτία, κι ο Σέξτος είναι η μοναδική
πηγή που τους αποδίδει στον Αθηναίο πολιτικό… Το 1875 ο Wilamowitz… διατύπωσε
την υπόθεση ότι ο Σίσυφος συνανήκει με τον Τέννη,
τον Πειρίθοο και το Ραδάμανθυ ως σατυρικό δράμα σε μία
τετραλογία που συνέθεσε ο Κριτίας,… Ωστόσο η υπόθεση του Wilamowitz είναι
αδύναμη… η απόδοση των παραπάνω στίχων στον Ευριπίδη… είναι οπωσδήποτε ισχυρότερη»
(Σκουτερόπουλος Ν. Μ., Η αρχαία
σοφιστική: τα σωζόμενα αποσπάσματα, Αθήνα 1991)
Στην παρούσα εργασία
το συγκεκριμένο απόσπασμα από το Σίσυφο έχει συγκαταλεχθεί στα αποδιδόμενα στον
Κριτία αποσπάσματα, σύμφωνα με την
απόδοση αποσπασμάτων σε σοφιστές από τους Diels και Kranz. Μολονότι αποτελεί
μία από τις ελάχιστες πηγές που αντικατοπτρίζουν τη στάση του Κριτία απέναντι
στις έννοιες φύσις- νόμος, ως προς την πατρότητά του ο Κριτίας αμφισβητείται
έντονα. Ας συμφωνήσουμε, λοιπόν, στο ότι «ίσως να αντιπροσωπεύει περισσότερο
την επίδραση των σοφιστών και λιγότερο τις ίδιες τις σοφιστικές αναλύσεις- που
ωστόσο ο Σίσυφος αποτελεί, τουλάχιστο, λογική τους επέκταση» (Jacqueline de
Romilly, Οι μεγάλοι σοφιστές στην Αθήνα
του Περικλή, Αθήνα 1994)
Πηγή: Μαρία Κοτοπούλη: Φύσις Και Νόμος Στη Διδασκαλία Των Σοφιστών Και Στις Βάκχες Του Ευριπίδη,
2013