Τρίτη 27 Απριλίου 2021

 

Καμιά φορά

απογεύματα

περπατώ μακριά

ως εκείνο το πάρκο

έξω από το Ναυτικό Μουσείο

που παίζαμε μικροί

 

σκαρφαλώναμε θυμάμαι

πάνω στον ‘Παπανικολή’

παριστάναμε τους ατρόμητους θαλασσινούς

αυτούς που βλέπαμε στην τηλεόραση

κι έπειτα παίζαμε μπάλα

ώσπου να ιδρώσουμε

 

κάποτε πέφταμε

χτυπούσαμε

τα γόνατα γδαρμένα κι αίματα

γυρίζαμε στο σπίτι αλαφιασμένοι

χορτασμένοι από παιχνίδι

κουρασμένοι

και τρώγαμε με όρεξη

κι ονειρευόμασταν

πότε θα ξαναπάμε

 

καμιά φορά περπατώ ακόμη

ως εκεί

στο πάρκο

έξω από το Ναυτικό Μουσείο

παιδιά πολλά που παίζουν

νέοι που κάθονται παρέες

λίγο απόμερα

γονείς που έχουν το νου τους

μην πέσουν και χτυπήσουν τα παιδιά τους

 

κι εγώ γυρνώ ολόγυρα το βλέμμα

εσένα δεν σε βλέπω πουθενά

δεν μου μιλά κανείς

και η τόση φασαρία

μου μοιάζει αλλόκοτη και ξένη

σα να είμαι στο όνειρο ενός άλλου

και πρέπει να γυρίσω

πριν ξυπνήσει…

 

και γυρνώ λοιπόν

συνήθως βουρκωμένος

φτάνω στο σπίτι αλαφιασμένος

μα δεν έχω πια όρεξη να φάω

ούτε λαχταρώ να ξαναπάω εκεί

που αλητεύοντας το βλέμμα μου ολόγυρα

δεν σε εντοπίζει πουθενά

 

μα είμαι ολόκληρος ένας άηχος παφλασμός

ένας πελώριος

σιωπηλός κυματισμός…

 

κι έπειτα πέφτω απρόθυμα

και κοιμάμαι…

 

Απρ. 2021

Κάποια στιγμή το Άπειρο επιλέγει...

 


Ο Διδάσκαλος τους κοίταξε όλους…
έναν προς έναν…
πολύ προσεκτικά…

Κάποια στιγμή το Άπειρο επιλέγει
Δεν είσαι εσύ που θα γραπώσεις αστρόσκονη για να την κάνεις σάρκα
Είναι η Materia Prima που θα σε διαλέξει
Για να την κάνεις Έρωτα

Ο Διδάσκαλος κοίταξε τον Ιωάννη
Δεν είναι τα βήματα του μελαγχολικού ποιητή
Να περπατήσουν σ’όλο τον κόσμο
Η πυρετώδης νηνεμία που φωλιάζει σε τούτο το παιδί
Έχει καταρριχήσεις μετρημένες μέσα της
Και αν το νυν δεν τραγουδηθεί ως αεί
Απ’τα χείλη των χοϊκών
Το νερό δεν θα γίνει ποτέ κρασί…

Κάποια στιγμή ο Αρχαίος των Ημερών εκπνέει
Κάποτε αγαπούσες τον ύπνο κάτω απ΄τις υποσχέσεις
Κάποτε έπλενες τα πόδια των αδελφών σου
Και αγρόν αγόραζες
Την ώρα που οι σάλπιγγες σε καλούσαν
Έπαιξες με τους πεσσούς
Την ίδια σου την ύπαρξη
Έχασες
Και ο μανδύας του Δικέρατου
Σε διώκει ακόμα

Ο Διδάσκαλος κοίταξε τον Ιάκωβο
Οι αδελφοί των Ιερών κι οι παλαιοί νομομαθείς
Έχουν τη φορεσιά τους ρυπαρή
Μα τιμημένη
Έχει αποστολή ο Φύλακας
Μένει στέρεος σε κείνο που περιγράφει το βλέμμα
Εδραίος μένει ο λογισμός
Και η καρδιά ατάραχη
Αλλιώς
Το πνεύμα αγκυρώνεται στο σκότος
Και αποσπάται το θνήσιο βλέμμα
Απ΄το απεριχώρητο…

Κάποια στιγμή ο Φονιάς του Χρόνου γονιμοποιεί τον εαυτό του
Αν έχεις ήπαρ από εφιάλτες
Και φλέβες από προσευχές λεπρών
Κείνο που θα μεταβολίζεις πάντα
Θα είναι η αδικαίωτη ανάσα σου
Τα χέρια σου δεν μπορούν ν’αγκαλιάσουν
Κείνη τη πρώτη μέρα
Που εξορίστηκες απ΄τον Κήπο
Και κατήλθες στο προγεφύρωμα του πόνου…

Ο Διδάσκαλος κοίταξε το Σίμωνα
Ο άνθρωπος δεν έχει α κεφαλαίο
Αλλιώς είναι απρόσιτος βράχος
Κοφτερός
Και μόνον οι μυστικοί τολμούν την ανάβαση
Κι ας χάσουν όλο τους το αίμα
Ο άνθρωπος έχει ακόμα το α του μικρό
Θέλει τη σάρκα για να ηρεμεί το νου
Θέλει το νύχτιο πόθο για να ονειρεύεται
Θέλει το γνωστό
Για να μπολιάζει το Άγνωστο
Στα έγκατα του είναι του

Κάποια στιγμή το Άπειρο επιλέγει
Και αλίμονο αν η φωνή του έχει περισσότερη φωτιά
Απ΄τη ματιά του
Κι αλίμονο αν στο Σπήλαιο του Δράκου
Πλησιάσεις ανυπόδητος, γυμνός
Χωρίς τις ημέρες σου
Χωρίς την ιαχή σου…

Και δίνει τα κλειδιά
Σε κείνον που το χαμόγελο
Δεν έχει χαρακωθεί ακόμα
Απ’το Άμορφο του Αιώνιου…

Σε κείνον
Που άντρας γεννήθηκε
Για να πεθάνει παιδί…

Κυριακή 11 Απριλίου 2021

Ζήσε ολόκληρος…

 

…Κάποτε λησμόνησα πως κάτι ανάξιό μας, αν τ’αφήσουμε να μπει μέσα στο κάστρο, κρύβεται, χάνεται και ξαφνικά μάς προδίνει τη στιγμή που δεν το περιμένουμε καθόλου ή το καταλαβαίνουμε αφού περάσει πολύς καιρός ύστερ’από την προδοσία.

Προσπάθησε, κάθε μέρα να θυμάσαι και να πραγματοποιείς τι πιστεύεις. Κι αν χρειαστεί κάποτε για τη ζωή σου, για το σκοπό της ζωής σου, να ξεχάσεις, να γυρίσεις πλευρό, ν’ανασάνεις, τότε δοκίμασε ν’αφεθείς ολότελα, να ζήσεις τυφλός για κάποιο διάστημα. Ίσως η γαλήνη που γυρεύεις να βρίσκεται ακριβώς στην ισορροπία μιας τέτοιας θέσης και μιας τέτοιας άρσης. Ζήσε ολόκληρος…

 Γ. Σεφέρης

 

Τετάρτη 7 Απριλίου 2021

 

Ενοχή


Πόσο κίτρινος είναι ο ήλιος
που μας κοροϊδεύει.
Πόσο ιδανικοί εμείς αναλύοντας
τις ακτίνες του.
Πόσο επαίσχυντα ωραίοι
όταν τραβάμε το σύρτη.
Και μένουμε άφωτοι 
ο ένας απέναντι στον άλλον.

Γιάννης ΒαρβέρηςΕν φαντασία και λόγω