Κυριακή 18 Ιουνίου 2023

Περί Αναλογίας

  

«… Στα τέλη του 1934 ο Χατζηκυριάκος Γκίκας, έδωσε διάλεξη στη ‘Λέσχη Καλλιτεχνών’, όπου, στην αναζήτηση των θετικών πια ζητημάτων της τέχνης, μίλησε για την αναλογία. Τον Ιανουάριο του 1935, το περιοδικό Ο Κύκλος δημοσίευσε το ομότιτλο άρθρο του Χατζηκυριάκου Γκίκα. Διαβάζοντάς το διαπιστώνουμε ότι για το ζωγράφο την απόλυτη αξία έχει η ωραιότητα, με την Αναλογία, τη Συμφωνία και την Αρμονία ως προϋποθέσεις της.  Για να το υποστηρίξει αναφέρεται στον Πυθαγόρα και για τη χρυσή τομή στην τέχνη. Θα παραθέσουμε αυτό το μεγάλο απόσπασμα…

‘Αλλά εκτός από τις μαθηματικές και φιλοσοφικές αυτές θεωρίες περί Παμψυχίας, περί Καθάρσεως, περί Ευδαιμονίας της Ψυχής –η οποία αποκτάται από την προσήλωση στην τελειότητα του Ρυθμού του Κόσμου, -περί της Ζωής, την οποία συμβολίζει το Σπήλαιον, περί της Παλιγγενεσίας και της τελικής Αγάπης μεταξύ άλλων δαιμόνων ή Ημιθέων, όπου καταλήγει η Ψυχή, αφού περάσει διάφορες δοκιμασίες, πίστευαν και στην απόλυτη σχέση μεταξύ του Μεγάλου Κόσμου και του Μικρόκοσμου, δηλαδή του ανθρώπου, ο οποίος θεωρείται από τους Πυθαγορικούς η συμπύκνωση και το υπόδειγμα της Φύσεως.

   Διότι και στη Φύση, οργανική και μη, παρατηρείται, καθώς αποδεικνύεται καθημερινά, μια τάση προς τη γεωμετρία αυτή και προς τη μαθηματική της ακρίβεια: η καμπύλη του σώματος του ψαριού, είναι εκείνη που με πολλούς υπολογισμούς βρίσκουν σήμερα οι μηχανικοί την καταλληλότερη για τον προορισμό της. Οι άξονες των φύλλων ενός φυτού είναι τοιουτοτρόπως υπολογισμένοι, ώστε να δέχονται τον περισσότερο ήλιο και φωτισμό.

   Αυτή είναι εν ολίγοις, η μεταφυσική όσο και πρακτική θεωρία της φυσικής και καλλιτεχνικής Γεωμετρίας.

   Ας εξετάσουμε τώρα την ιστορική της εξέλιξη.

   Η απέραντη επίδραση των Πυθαγορικών σε όλα τα στάδια και τα σημεία της αρχαίας ζωής και τέχνης, πέρασαν στους Ρωμαίους υπό τύπον παραδόσεων. Οι Αλεξανδρινοί Νεοπλατωνικοί, όχι μόνο συνέχισαν την παράδοση, αλλά και την αναζωογόνησαν με έργα νέα και πρωτότυπα. Αργότερα ξαναβρίσκονται ίχνη της στους μαστόρους και πρωτομάστορες των γοτθικών εκκλησιών όλης της Δύσεως, όπως γράφει και ο Ματίλα Γκίκα, ο οποίος αναλύει λεπτομερώς τις θεωρίες του Λουντ, του Χάμπιτζ και του Μοέσσελ, εν συνδυασμώ με το μόνο αρχαίο σύγγραμμα περί αρχιτεκτονικής που μας περιεσώθη, την Αρχιτεκτονική του Ρωμαίου Βιτρουβίου.

   Κατά την Αναγέννηση ο Λουκάς Πάσιολι Ντι Μόργκο, οι ζωγράφοι Ντα Βίντσι και Ντύρερ και οι αρχιτέκτονες Παλλάντιο και Μιχαήλ Άγγελος, ξαναβρίσκουν τη χρυσή τομή του Πυθαγόρα. Μετά την Αναγέννηση το στυλ Μπαρόκ τη μεταχειρίζεται μέχρι το δέκατο όγδοο αιώνα, κι έτσι, από την επίδραση σε επίδραση καταλήγουμε στο ταπεινό παρισινό μπιστρό, που τόσο μου έκανε εντύπωση, διότι ακριβώς με το φυσικό αλλά και θεληματικό, δηλαδή γεωμετρικό συνδυασμό των γραμμών του, με συνέδεσε για πρώτη φορά με κείνο που μπορώ τώρα να ονομάσω: αρχαίο ελληνικό κλασικισμό.

Για τον αρχαίο αυτόν Ελληνικό κλασικισμό, μιλώντας κάπου ο Βαλερύ, υποστηρίζει πως το μεγαλύτερο κατόρθωμα των Ελλήνων, είναι η εφεύρεση και η χρήση της Γεωμετρίας.

Ο Πλάτων είχε τη γνώμη, ότι η πολιτεία στην οποία θα διδάσκεται περισσότερη γεωμετρία, θα υπερνικήσει όλες τις άλλες. Και η προφητεία αυτή είδαμε ότι επαληθεύτηκε, αφού οι ίδιοι αριθμητικοί κανόνες της Ελλάδος, χρησίμευσαν και στο χτίσιμο της Νοτρ-Νταμ των Παρισίων, του Καθεδρικού Ναού του Στρασβούργου, της Ιταλικής και Γαλλικής Αναγεννήσεως, της Ισπανικής και Ολλανδικής σχολής, ως και του Μπαρόκ ακόμη.

Απ’εναντίας, σε εποχές όπου ξεχάστηκαν οι δυνατότητες των κανόνων αυτών, ή μάλλον –διότι δεν πρόκειται τόσο περί στενών κανόνων, αλλά περί ενός πνευματικού καθορισμού- έχουμε έργα παρακμής ή τελείως άτεχνα ή τέλος, δευτερεύοντα, και, ή, αποκλειστικώς υλιστικά ή, απεναντίας, ακαθόριστα και νεφελώδη…’[1]…»

 

πηγή: Elena Sartori, Το Περιοδικό ‘Το 3ο Μάτι’ (1935-1937)

 



[1] Νίκος Χατζηκυριάκος Γκίκας, ‘Περί αναλογίας’, Ο Κύκλος, αρ. 1, χρ. Γ΄, Αθήνα, Γενάρης 1935, σ.14-15

Δευτέρα 12 Ιουνίου 2023

Αίσακος

 


Περνάγαμε το κλαδί της μυρτιάς
από τον ένα σύντροφο στον άλλο
τούτος ο νεκρόδειπνος
έχει το μεγαλείο της σιωπής
και της σιγής το φως
Ο ήρωας που κείται στο βελούδο της γης
μας περιμένει…

Περνάγαμε το πένθιμο κλαδί
από χέρι σε χέρι
λέγαμε δυο κουβέντες κι ύστερα δάκρυα
υμνούσαμε το Μέγα Σχίσμα
που τους θνητούς ποτέ δεν λησμονεί
αλλά και τον αιώνιο παλμό της δρόσινης ζωής
που δραπετεύει από τα Τάρταρα
και μας ποτίζει
για λίγο έστω
με συλλαβές βροχής

Το κλαδί έμεινε κάποτε μονάχο
ορφανό από ψελλίσματα ανθρώπων
που στέκουν τώρα βουβοί
δίπλα στο σιωπηλό πολεμιστή

Έρχεται η αυγή αδελφέ μου
και μεθυσμένους θα μας βρει
να ξέρεις
όχι από πόνο
αλλά από δριμιά κατάφαση Έρωτα
και δάφοινη φωτιά ψυχής

να ορμήξουμε εκεί
που το αιώνιο σε παίρνει απ’το στήθος

και σε αθανατίζει…