Καμιά φορά
απογεύματα
περπατώ μακριά
ως εκείνο το πάρκο
έξω από το Ναυτικό Μουσείο
που παίζαμε μικροί
σκαρφαλώναμε θυμάμαι
πάνω στον ‘Παπανικολή’
παριστάναμε τους ατρόμητους θαλασσινούς
αυτούς που βλέπαμε στην τηλεόραση
κι έπειτα παίζαμε μπάλα
ώσπου να ιδρώσουμε
κάποτε πέφταμε
χτυπούσαμε
τα γόνατα γδαρμένα κι αίματα
γυρίζαμε στο σπίτι αλαφιασμένοι
χορτασμένοι από παιχνίδι
κουρασμένοι
και τρώγαμε με όρεξη
κι ονειρευόμασταν
πότε θα ξαναπάμε
καμιά φορά περπατώ ακόμη
ως εκεί
στο πάρκο
έξω από το Ναυτικό Μουσείο
παιδιά πολλά που παίζουν
νέοι που κάθονται παρέες
λίγο απόμερα
γονείς που έχουν το νου τους
μην πέσουν και χτυπήσουν τα παιδιά τους
κι εγώ γυρνώ ολόγυρα το βλέμμα
εσένα δεν σε βλέπω πουθενά
δεν μου μιλά κανείς
και η τόση φασαρία
μου μοιάζει αλλόκοτη και ξένη
σα να είμαι στο όνειρο ενός άλλου
και πρέπει να γυρίσω
πριν ξυπνήσει…
και γυρνώ λοιπόν
συνήθως βουρκωμένος
φτάνω στο σπίτι αλαφιασμένος
μα δεν έχω πια όρεξη να φάω
ούτε λαχταρώ να ξαναπάω εκεί
που αλητεύοντας το βλέμμα μου ολόγυρα
δεν σε εντοπίζει πουθενά
μα είμαι ολόκληρος ένας άηχος παφλασμός
ένας πελώριος
σιωπηλός κυματισμός…
κι έπειτα πέφτω απρόθυμα
και κοιμάμαι…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου