Η ΜΕΔΟΥΣΑ ΤΗΣ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑΣ
Ίσως και να μην μπορέσω να
καλύψω για πάντα με τη χάρη
των πλεγμένων λουλουδιών τα
μάτια σου από πέτρα που κοιτούν επίμονα.
Προτού οι ευκίνητοι
αστρίτες και τ’ ανεμόδαρτα στεφάνια
χωρίσουνε το σμίξιμό τους,
αποκαλύπτοντας το πρόσωπό σου
το θανάσιμο ωσάν τους
ήλιους τους χλωμούς στο σύμπαν∙
προτού η ζωή μου την
ομοίωσή σου πάρει,
ύπαγε από δω! Οι σκοτεινοί
θεοί θρηνούν στον θρόνο τους
και δίχως φλόγα αυξαίνουν
οι Ερινύες που εναγκαλίζονται.
Να αποσυρθείς μέσα από μέρη
όπου βασιλεύουν πιο αρχαίες μοίρες,
όπου ακόμη και του Χρόνου
τα σκιερά φτερά στέκουν εκστατικά.
Ψάξε κάποιο ψηλό Κιμμέριο
οχυρό
και αλαζονικές, δαιμονικές
πρωτεύουσες ανήλιαγες,
που οι προμαχώνες τους,
δυσοίωνοι μ’ ανατριχιαστικό σκοτάδι,
υψώνονται στον κόσμο, μέσα
στο άσβεστο φως της κόλασης.
Clark
Aston Smith
Μετ.:
Σταύρος Γκιργκένης
THE MEDUSA OF DESPAIR
I may not mask for
ever with the grace
Of woven flowers
thine eyes of staring stone:
Ere the lithe adders
and the garlands blown,
Parting their tangle,
have disclosed thy face
Lethal as are the
pale young suns in space—
Ere my life take the
likeness of thine own—
Get hence! the dark
gods languish on their throne,
And flameless grow
the Furies they embrace.
Regressive, through
what realms of elder doom
Where even the swart
vans of Time are stunned,
Seek thou some tall
Cimmerian citadel,
And proud demonian
capitals unsunned
Whose ramparts,
ominous with horrent gloom,
Heave worldward on
the unwaning light of hell.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου