Δευτέρα 25 Ιουλίου 2016

Στρώμα




Κυριακές στους τοίχους

γδέρναμε το φως

και γράφαμε για τη μοναξιά

χωρίς μελάνι, χωρίς μπογιά

μονάχα με ουρανό…



μια δρασκελιά χωρίζει

το δίκλινο του ζευγαρώματος

απ΄το μονόκλινο της απατηλής

αυτάρκειας



όμως για σένα

σκληρό θα έχω το στρώμα της μνήμης

πάντα

για να μην νιώσεις ποτέ επισκέπτης



κι έτσι

για να σ’εκδικούμαι



δεν θα σου επιτρέψω ποτέ

την πολυτέλεια της λησμονιάς... 



2012
Headache...
© Toffeur

Σάββατο 23 Ιουλίου 2016

Θεός για πέταμα..

 


ο θεός είναι αυτά τα 3κ
κενός
κακό
κράτος
και κάτι κτίσματα
καθέτων δοξασιών
σε ευθείες πορείες δούλων
πρός τη σφαγή

Μια αρμονία στρατηγών
και παπάδων καβλωμένων για αίμα..

και κάτι κτίσματα άξια για κατεδάφιση

δεν γνωρίζω άλλο θεό


εκτός αν εννοείτε τον εαυτό σας

ε αυτός είναι θεός
ειδικά στο χαράκωμα των άπειρων μορφών
της άπειρης δολοφονίας
καθισμένος στη θέση της καρδιάς
της παρηγοριάς
και όλων των άλλων αρετών
 των δούλων..



Ι.ΤΖΑΝΑΚΟΣ 


αναδημοσίευσα από http://aftokathorismos.blogspot.gr/2016/07/blog-post_23.html
 

Πέμπτη 21 Ιουλίου 2016

ανα-κάλυψα τον εαυτό μου…


Άργησα να ανταμωθώ με τον Ηράκλειτο. Το ομολογώ. Άργησα πολύ. Ασυγχώρητα πολύ ίσως.

Διάβαζα και άκουγα γι αυτόν τα χειρότερα… πώς ήταν ένας παράξενος και μυστικοπαθής και ιδιότροπος άνθρωπος που ενώ είχε βασιλική καταγωγή και γαλάζιο αίμα, κάποτε αποφάσισε να τα βροντήξει όλα και να πάρει τα βουνά. Μόνος, μισάνθρωπος και αγριάνθρωπος. Να αχνίζει η ψυχή του από απέχθεια και αηδία και το κεφάλι του απ’το στοχασμό. Να τρώει βότανα και ρίζες και να απαρνιέται το ‘είδος του’… Φιλόσοφος βέβαια… όμως τι να το κάνεις; Μέσα στο πυκνό σκοτάδι, μέσα στο γνόφο του Αχανούς… Έτσι τον αποπήρα κάποτε…

Στα σχολεία διδάσκεται μαζί με όλους τους σπουδαίους Προσωκρατικούς, λεγόμενους φιλοσόφους… η αρχή της διερώτησης, η αρχή της επιστήμης των Ελλήνων… άλλοι τον μνημόνευαν με δέος και θαυμασμό, άλλοι κουνούσαν το κεφάλι κι άλλοι το έξυναν γιατί δεν κατανοούσαν τίποτα… κάποιοι το πάλεψαν φιλότιμα… να τον χώσουν κι αυτόν στο μαντρί της ‘κατηγορίας’ και στο συρτάρι της ταξινόμησης… ο Πλάτων σεβόταν το γίγαντα αυτό, ο Αριστοτέλης είχε χίλια ερωτήματα, οι μεταγενέστεροι του κόλλησαν ένα σωρό ταμπέλες για να τον ξορκίσουν ή να τον λατρέψουν… ένας σκοτεινός θεός δεν παύει να είναι θεός…

Δεκάρα δεν έδινε ο ‘φίλος μου’ για όλα τούτα… όλα όσα γίνονταν τότε… όλα όσα θα γίνονταν κατόπιν… κι αν ζούσε σήμερα πάλι στα όρη και στ’άγρια βουνά θα ήταν και θα ‘διητάτο πόας και βοτάνας’…

Είναι εκείνη η ρημαδιασμένη φράση του που με ανάγκασε να τον… αναζητήσω…

εδιζησάμην εμεωυτόν…
εδιζησάμην…
εμεωυτόν…

Αναζήτησα τον εαυτό μου… ή πάλι έψαξα βαθιά για τον εαυτό μου, ή ακόμα ανακάλυψα τον εαυτό μου…

Δεν αρκούν στον παθιασμένο φιλόλογο… στον πωρωμένο φιλόλογο, στον γραφειοκράτη της γνώσης και τον νυχτοκαματιάρη του βιώματος… έχει κι άλλα… θα έχει πάντα κι άλλα… αναζήτησα την κρυμμένη φύση μου, έψαξα για το νόημα του είναι μου, βρήκα το βαθύτερο νόημα της ύπαρξης…

αναζήτησα
έψαξα
ανακάλυψα…

Δίζημαι λέει, πάει να πει ‘ψάχνω, αναζητώ, ανακαλύπτω’… ξετρυπώνω ίσως… αποκαλύπτω με μια έννοια, ξεγυμνώνω… τραβώ το πέπλο και βλέπω… τι είμαι, το τέρας που είμαι… το μάταιο που είμαι… το φθαρτό, το πρόσκαιρο, το θνησιγενές…
Αναζήτησα φιλότιμα, φιλόπονα τον εαυτό μου… κι αυτό που ανακάλυψα με γέμισε τέτοιο τρόμο που δεν με χωρούσε η κοινωνία των ανθρώπων… ίσως ούτε και τα βουνά και οι απόμερες σπηλιές να με χωρέσουν ποτέ…

Κι έτσι πήρα τον ανάστροφο δρόμο… γύρισα τα έξω μέσα και κάλυψα όσα είδα με τη σιωπή μου…

Κάλυψα… ανα-κάλυψα τον εαυτό μου…

Και κρύφτηκα για πάντα από τους ανθρώπους, τους σοφούς και τους ανόητους, τους ευγενείς και τους χυδαίους, τους βασιλείς και τους πένητες… κρύφτηκα πίσω από τη λέξη ‘σκοτεινός’ και ανασαίνω την τραγικότητα της υπέροχης και φυλλοβόλας ύπαρξής μου…
Ανασαίνω και αρνούμαι πια να σκεφτώ οτιδήποτε

Μετά από μένα θα έρθει ο Οιδίποδας κι όταν ανακαλύψει κι αυτός το μεγάλο μυστικό θέαμα της δικής του φρίκης, θα βγάλει τα μάτια του και θα ακούγεται η κραυγή του στους αιώνες…


Τυφλός ναι… στην ένοχη σιωπή όμως ποτέ!

Παρασκευή 15 Ιουλίου 2016

The Gardens of Yin


Ποίημα τοῦ Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ
 

Στὴν Ἄρτεμιν Ἄντ.



Πέρ’ ἀπ’ αὐτὸ τὸ τεῖχος ποὺ ἡ ἀρχαία λιθοδεσιά του

σὲ πύργους βρυοπερίκλειστους τὸν οὐρανὸ ἀνεβαίνει,

θά ’ναι ὅλο κῆποι σκαλωτοί, μὲ ἄνθια πλουτισμένοι,

μὲ πεταλοῦδες, μέλισσες, πουλιά, στὸ πέταγμά τους.



Θά ’ναι μέσα περίπατοι, κι ἁψιδωτὰ γιοφύρια

λωτῶν λιμνοῦλες θὰ περνοῦν, θερμές, ποὺ καθρεφτίζουν

ναῶν μαρκίζες· κερασιὲς μ’ ἁβρὰ κλαδιὰ καὶ φύλλα

κόντρα στὸν ῥόδινο οὐρανὸ ποὺ ἐρωδιοὶ φτερίζουν.



Θά ’ν’ ὅλα ἐκεῖ, ὅτι ὄνειρα παληὰ ξάφνου πλαταίνουν

πύλη πρὸς τὸν λαβύρινθο τῶν λίθινων φανῶν,

ποὺ ῥέμματα νωχελικὰ στριφτὲς πορεῖες μακραίνουν,

χτενίζοντας χλωροὺς κισσοὺς γερμένων κλωναριῶν.



Τάχυνα – Μὰ ὡς ὑψώθη μπρὸς μέγα, στοιχειωτικὸ

τὸ τεῖχος, δὲν ὑπῆρχε πιὰ ἡ πύλη νὰ διαβῶ. 


Τραγωδᾶνος
Εὐστράτιος Εὐ. Σαρρῆς

Σάββατο 9 Ιουλίου 2016

Αυτό που ανακάλυψες μόνος σου, δεν μπορείς να το μοιραστείς με κανέναν...



Περπατούσαν για λίγη ώρα ανάμεσα στα ψηλά, όμορφα δέντρα. Το στερέωμα πάνω τους ήταν βαρύ, μαγικό, ανήσυχο. Η γη κάτω απ’τα πόδια τους νοτισμένη. Έφτασαν κάποια στιγμή σε ένα ξέφωτο και κάθισαν κάτω από ένα χοντρό κορμό.

Πέρασε ώρα ώσπου να της μιλήσει.

«Αυτό που ανακάλυψες μόνος σου, δεν μπορείς να το μοιραστείς με κανέναν. Όχι γιατί δεν θέλεις. Αλλά γιατί δεν μπορείς. Αν το κάνεις θα μεταφέρεις λέξεις σε αυτιά. Ενώ εσύ πάλλεσαι από μιαν αποκαλυμμένη αλήθεια, μεταφέρεις μονάχα τη σκιά της. Δεν μεταφέρεις τη θεραπεία αλλά την αρρώστια. Στην ουσία, είσαι καταδικασμένος με τη γνώση ενός πράγματος που δεν γίνεται να βιωθεί από κανέναν άλλο».

«Άρα η αναζήτηση είναι μια μοναχική υπόθεση;», τον ρώτησε.

«Εάν είσαι σε ένα μεγάλο δάσος, όπως αυτό, μόνος, ζώντας μια παράξενη ζωή σε έναν παράξενο κόσμο, αυτό που θα βρεις αρμόζει στο δάσος. Γυρνώντας στην πόλη όλο αυτό δεν έχει αξία για κανέναν άλλο. Παραμένει όμως απόκτημά σου. Είναι πολύτιμο αλλά μόνο για σένα. Αν το εξομολογηθείς στο φίλο σου θα σε ακούσει με συμπάθεια αλλά θα πει: ‘ήρθε από το δάσος μισότρελος και λέει τρελά πράγματα’. Δείχνεις σαν εξωγήινος που βρέθηκε ξαφνικά σε έναν αλλόκοτο πλανήτη. Δεν είναι ο πλανήτης όμως αλλόκοτος. Είσαι εσύ ο ξένος. Οι μεγάλοι σοφοί, οι αληθινά μεγάλοι, έμειναν μόνοι γιατί ξημερώθηκαν σε ένα στερέωμα με έναν άλλο ήλιο. Αυτόν που λέμε ποιητικά ‘μαύρο ήλιο της ύπαρξης’. Μπορεί να μην είναι ολότελα ποιητική η απόδοση. Συνδέεται με πράγματα που τώρα δεν έχει σημασία να αναλυθούν. Γιατί δηλαδή αυτός ο ήλιος είναι ‘μαύρος’ ενώ ποτέ ένας ήλιος δεν είναι βέβαια σκοτεινός. Σημασία έχει όμως ότι τα όντα αυτά βυθίστηκαν στη σιωπή έκτοτε. Ό,τι είδαν δεν μπορεί να ειδωθεί από κανέναν άλλο που ζει και πεθαίνει κάτω από το συμβατικό ήλιο της ύπαρξης. Γι αυτό και δεν έγραψαν τίποτα, στην ουσία δεν είπαν τίποτα. Πέθαναν με τη γλώσσα των ανθρώπων και ξαναγεννήθηκαν με σύμβολα. Δίδαξαν σύμβολα και τα σύμβολα είναι ακατανόητα σε όλους»

«Μα, τότε, πώς θα βοηθηθεί η ανθρωπότητα;», διαμαρτυρήθηκε ήπια εκείνη. «Αν η ‘φώτιση’ είναι ατομική, μοναχική υπόθεση, είμαστε όλοι καταδικασμένοι στην άγνοια;»

«Αυτή είναι μια συζήτηση. Αυτό που κάνουμε όλοι. Είναι συζήτηση. Καμιά φορά ξεπέφτει σε κουβέντα. Δεν είναι αναζήτηση. Όταν ψάχνεις το χαμένο παιδί σου που απήχθη ή εξαφανίστηκε, όταν αναζητάς κάτι αγαπημένο που έχασες, όταν τολμήσεις να αναζητήσεις τον εαυτό σου που δεν ξέρεις, δεν έχεις κανέναν συντροφιά. Κανένας δεν δίνει δεκάρα για το παιδί σου, το σκύλο σου ή τον εαυτό σου. Μονάχα εσύ νοιάζεσαι. Κάποια στιγμή μπορεί να πάψεις ακόμα κι εσύ να νοιάζεσαι. Και τότε είναι που φωνασκείς και διαμαρτύρεσαι: ‘Τι κάνει το κράτος; Τι κάνει ο ένας ή ο άλλος; Γιατί με εγκατέλειψαν όλοι; Γιατί είμαι τόσο αδυσώπητα μόνος σ’αυτό το άγριο μονοπάτι αυτές τις άγριες ώρες;’ Θυμήσου πως αυτή την τρομερή μοναξιά τη βίωσε ως κι ο Ιησούς. Κανείς δεν τολμά να φανταστεί πώς ένιωσε εκείνες τις ώρες της αβύσσου στο σιωπηλό ελαιώνα της δικής Του ύπαρξης»

«Και η απάντηση;»

«Η απάντηση είναι η ηχώ της φωνής του ορειβάτη πάνω απ’το γκρεμό. Πάνω απ’το χάος. Πάνω απ’την άβυσσο. Αυτό που του επιστρέφεται είναι η φωνή του πολλαπλασιασμένη, αλλοιωμένη, αλλόκοτη, τρομακτική. Όμως είναι κάτι. Είναι η επιβεβαίωση πως η φωνή του ακούγεται, υπάρχει, η ψυχή του είναι ζωντανή και παλεύει»

«Διαρκής μοναξιά λοιπόν; Πώς μπορεί να ζήσει κανείς έτσι;»

«Η απάντηση είναι απλή. Δεν μπορεί. Και μ’αυτή τη γνώση συνεχίζει την περπατησιά του. Πριν δεν ήξερε. Δεν ήταν ευτυχισμένος αλλά δεν τον ένοιαζε και τόσο. Τώρα ξέρει. Τώρα τον θλίβει το φορτίο. Όχι των άλλων, μονάχα το δικό του. Και το φορτίο αυτό περιέχει την συγκλονιστική επίγνωση. Πάντα ήταν μόνος ανάμεσα στους μόνους. Κάποτε δεν το έβλεπε. Τώρα έχει μάτια και βλέπει. Γιατί βλέπει η ψυχή, βλέπει το είναι, βλέπει το Αχανές μέσα απ’αυτόν»

«Κι έτσι σιωπά…», είπε εκείνη στοχαστικά.

«Και μονάχα μέσα απ’τη σιωπή συμπονά βαθιά και απέραντα τους ανθρώπους και τον εαυτό του ανάμεσά τους. Και μέσα απ’αυτή την ωκεάνια συμπόνια αγαπά. Όχι πια από επιλογή αλλά από γνώση.
Όχι έναν αλλά όλους.
Όχι τώρα αλλά πάντα»

Πέρασε λίγη ώρα ακόμη. Σηκώθηκαν αργά και πήραν το δρόμο επιστροφής.


Πέμπτη 7 Ιουλίου 2016



ΑΣΣΑΣΣΙΝΟΙ – Assassins

Σε Τίποτα να μην Πιστεύεις και να Τολμάς τα Πάντα



Γράφει ο Χρήστος Ντικμπασάνης

On Ιανουαρίου 10, 2012 By zenithmagIn ΑΓΝΩΣΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ - UNKNOW HISTORY



Χασάν ιμπν Σαμπάχ: Ο «Γέρος του Βουνού»

Τ
ην πρώτη «ιδιοκτησία του επίγειου Παράδεισου» για πολιτική εκμετάλλευση στην ιστορία κατείχε ο Χασάν ιμπν Σαμπάχ, που γεννήθηκε στην Περσία, στην πόλη Κουμ, το 1040μ.Χ. περίπου και, σε νεαρή ηλικία, ταξίδεψε στην Αίγυπτο, όπου, από τους Νταήδες της αίρεσης των Ισμαηλιτών, μυήθηκε στα απόκρυφα δόγματα και έγινε και ο ίδιος Νταής, δηλαδή απόστολος της αίρεσης. Οι ριζοσπαστικές του ιδέες προκάλεσαν σάλο στην αυλή του Καΐρου και την αποβολή του από τις τάξεις της. Μάλιστα, για να απαλλαχτούν τελείως από την παρουσία του, τον επιβίβασαν σ’ ένα πλοίο και τον άφησαν ελεύθερο στις ακτές της Συρίας. Από εκεί επέστρεψε στην Περσία, όπου το έδαφος ήταν πρόσφορο για την καλλιέργεια των ακραίων ιδεών του. Εκεί συνέστησε μια νέα μυστική αίρεση, σύμφωνα με το υπόδειγμα της αιγυπτιακής.
Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, απόκτησε πολλούς οπαδούς και έβαλε τις βάσεις του κράτους, το οποίο μετατράπηκε σε φόβητρο των γειτόνων του. Η δημιουργία της πολιτικοθρησκευτικής αυτής αίρεσης των Σιιτών, είχε ως κυριότερη αιτία και σκοπό την αντιπολίτευση εναντίον κάθε χαλιφικού οίκου, που δεν καταγόταν από τον Αλή, και ιδιαίτερα την ανατροπή των Αββασιδών.

Δεν υπάρχει άλλη ισλαμική αίρεση που να έχει λάβει τόσο θρυλικές διαστάσεις και όχι μόνο στο επίπεδο της θρησκείας αλλά και στο πολιτικό και στους κόλπους των πλέον ακραίων τάσεων της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας. Ο ιδρυτής της, Χασάν ιμπν Σαμπάχ, είχε σπουδάσει θεολογία και είχε συνδεθεί φιλικά με τον μεγάλο ποιητή Ομάρ Καγιάμ, τον φημισμένο δημιουργό των Ρουμπαγιάτ. Επηρεασμένος από τον αιρεσιάρχη Ισμαήλ ιμπν Ιμάμ Ντζατέρ, ο Σαμπάχ επιδόθηκε συστηματικά στην εκπόνηση και τη διάδοση αιρετικών δοξασιών, και πέρασε στην ενεργό δράση, καταλαμβάνοντας μα πανέξυπνο τρόπο το 1090μ.Χ. το περσικό φρούριο Αλαμούτ, που βρίσκεται στο βουνό Ρουδβάρ στη βορειοδυτική Περσία. Αλαμούτ σημαίνει κυριολεκτικώς «το δίδαγμα του αετού», αλλά έμεινε γνωστό ως «αετοφωλιά». Εκεί έχτισε τα ανάκτορά του, από τα οποία δεν βγήκε παρά μόνο δύο φορές μέχρι το τέλος της ζωής του, το 1124, σε ηλικία 70 ετών. Από εκεί κατεύθυνε τους οπαδούς του, για την πραγματοποίηση του σκοπού του, ο οποίος ήταν η επικράτηση των δογμάτων της αίρεσης και η παγκόσμια κυριαρχία. Εκεί δημιούργησε και τον «Παράδεισο», για ν’ αποπλανήσει και να φανατίσει σε έπακρο σημείο τους πιστούς του.


O Επίγειος Παράδεισος και οι Εκτελεστές

Το σχέδιό του για την υλοποίηση του ονείρου της πλανητικής κυριαρχίας των Ισμαηλιτών ήταν απλό, υποχθόνιο και φρικιαστικό. Ο Χασάν ιμπν Σαμπάχ, ο Ηγεμόνας του Βουνού, έλεγε: «Αντί να ανατρέπουμε τα βασίλεια με τις μάχες, ας ανατρέπουμε τους βασιλιάδες με το μαχαίρι. Έτσι θα συγκεντρώσουμε όλη την ισχύ στα χέρια μας. Σήμερα όλοι το περιφρονούν το μαχαίρι, εμείς θ’ αναστηλώσουμε την υπόληψή του και θα το καθαγιάσουμε, χρησιμοποιώντας το για τη διάδοση της θρησκείας μας, πολεμώντας μ’ ένα νέο σύστημα ενάντια στις δυναστείες και τα άτομα που τις εκπροσωπούν. Γλιστρώντας απαρατήρητοι μέσα στα στρατεύματά τους και χτυπώντας με τα μαχαίρια στις καρδιές τους, θα εξοντώσουμε όλους τους πολιτικούς αντίπαλους, βασιλιάδες και στρατηγούς».
Μέσα στα διπλά τείχη του Αλαμούτ συγκεντρώθηκαν όλα όσα ήταν σε θέση να εξάψουν τις αισθήσεις και τη φαντασία των οπαδών του, που προορίζονταν για εκτελεστές κάθε διαταγής του, με αντάλλαγμα τον «Παράδεισο» ή, μάλλον, την επιστροφή τους στον «Παράδεισο», τον οποίο είχαν γευτεί ναρκωμένοι μέσα στα πολυτελή ανάκτορα του Γέρου του Βουνού στην αγκαλιά πανέμορφων γυναικών…

Οι Εκτελεστές προέρχονταν από προσήλυτους της κατώτερης τάξης, που είχαν κατηχηθεί από τους Νταήδες και είχαν κριθεί άξιοι για τον «Παράδεισο». Μετά το πέρας της κατήχησης, μεταφέρονταν στους θαυμάσιους κήπους των ανακτόρων, όπου ναρκωμένοι από ινδική κάνναβη και άλλες ουσίες, απολάμβαναν κάθε δυνατή απόλαυση από τις θελκτικότατες γυναίκες, τα Ουρί του Παράδεισου, που τους αποκοίμιζαν μέσα σε μια ηδονική ατμόσφαιρα. Μετά το ξύπνημά τους επανέρχονταν στη φυσιολογική τους ζωή, έχοντας την έντονη εντύπωση, ότι είχαν δοκιμάσει για λίγες ημέρες τις ηδονές του μέλλοντος Παράδεισου των Ισμαηλιτών και τίποτα πλέον δεν μπορούσε να τους συγκρατήσει. Ο θάνατος ήταν η υπέρτατη αμοιβή τους, αυτός θα τους παρείχε, εφόσον έφερναν σε πέρας την αποστολή τους, τις χαρές και τις εκστάσεις του μαγευτικού Παράδεισου που είχαν προγευθεί. Οι Εκτελεστές, Ασσασίνοι ή Χασασίνοι (από το αραβικό χασισίν = αυτοί που καπνίζουν το χασίς), εισέδυαν στα ιδιαίτερα των προγραμμένων από τον Χασάν ηγεμόνων με απερίγραπτο θάρρος και τους θανάτωναν με τα μαχαίρια τους χωρίς καμία απολύτως τύψη. Χιλιάδες τέτοιων φανατικών δολοφόνων απεσταλμένοι από το «Γέρο του Βουνού» στις διάφορες μουσουλμανικές χώρες εξολόθρευαν αυτούς εναντίον των οποίων στρεφόταν η αίρεση, ιδίως τους ηγεμόνες που ανήκαν στο δόγμα των Σουνιτών.

«Σε Τίποτα να μην Πιστεύεις και να Τολμάς τα Πάντα»

Οι οπαδοί ή τα μέλη της αίρεσης αυτής, που έμοιαζε με μυστική εταιρεία, καλούνταν από τους ιστορικούς της Ανατολής Ισμαηλίτες και μυούνταν στις μυστικές διδασκαλίες, που ήταν διαφόρων τάξεων και βαθμών και διαιρούνταν σε τρεις κλάσεις και επτά βαθμούς. Αυτοί που ανήκαν στην πρώτη κλάση καλούνταν Νταήδες ή κύριοι, της δεύτερης Ρεφίκοι ή σύντροφοι και της τρίτης Φεβαδί ή ιεροί. Όλοι ήταν προορισμένοι στη θυσία της ζωής τους και βέβαια στην αφαίρεση της ζωής των εχθρών τους. Σύμφωνα με τον Χάμμερ, ο οποίος έγραψε την ιστορία της αίρεσης των Ασσασίνων, για τον μυημένο στον έβδομο βαθμό το βασικό δόγμα ήταν: «Σε τίποτα να μην πιστεύεις και να τολμάς τα πάντα». Οι αρχηγοί της αίρεσης διασπαρμένοι στην Ασία και την Αφρική επαγγέλονταν τον ερχομό του Μαχδή, του απεσταλμένου από το γένος του Αλή. Μερικοί απ’ αυτούς κατόρθωσαν να ιδρύσουν δυναστείες σε απόμακρες γωνιές του αχανούς χαλιφικού κράτους. Από αυτούς ιδρύθηκε στην Αίγυπτο η δυναστεία των Φατιμιδών χαλιφών, από τους οποίους προστατευόμενοι οι οπαδοί της αίρεσης απέστειλαν εκπροσώπους στο κράτος των Αββασιδών. Ένας από αυτούς ήταν και ο ηγέτης τους Χασάν ιμπν Σαμπάχ ο οποίος, καταλαμβάνοντας το φρούριο Αλαμούτ, ίδρυσε στα τέλη του 11ου αιώνα μ.Χ. το αποκαλούμενο Ασσασινικό κράτος και πήρε το όνομα Σεχ ελ Τζεβέλ, δηλαδή «Γέρος του Βουνού», παρόλο που ο τίτλος αυτός ανήκε σε ορισμένους επικεφαλής των Ασσασίνων της Συρίας, όπου είχε εξαπλωθεί η αίρεση. Η σέχτα του Χασάν ιμπν Σαμπάχ θεωρείται η πρώτη οργανωμένη ομάδα, που έδρασε καθιερώνοντας την τρομοκρατία.

Περιγραφές για τη δράση τους έχουμε από τον Μάρκο Πόλο, αλλά και από τα χρονικά των Σταυροφοριών, που είναι γεμάτα από σχετικές αναφορές. Επίσης, ο Μάρκο Πόλο, ο μεγάλος αυτός ταξιδευτής, αναφέρει ότι ο Σαμπάχ είχε μεταμορφώσει την κοιλάδα του Αλαμούτ σε εξαίσιο κήπο, είχε κτίσει πανέμορφα παλάτια και υπέροχε επαύλεις. Μάλιστα γράφει ότι «υπήρχαν ακόμη ρυάκια, όπου κύλαγε άφθονο κρασί και γάλα και μέλι και νερό και πολλές γυναίκες και από τις πιο όμορφες κοπέλες του κόσμου, που έπαιζαν όλων των ειδών τα όργανα και τις μουσικές, χόρευαν και τραγουδούσαν τόσο γλυκά και ωραία, που ήταν χάρμα να τις βλέπεις. Γιατί σκοπός του Γέροντα ήταν να κάνει τους πιστούς του να παραδεχτούν πως τούτος εδώ ήταν ο αληθινός παράδεισος».


Η Κοσμοθεωρία και η Παρακμή των Ασσασίνων

Οι Ασσασίνοι υποστήριζαν ότι ο κόσμος δεν δημιουργήθηκε και ότι ο Χρόνος είναι απεριόριστος. Αντιστέκονταν στο μόχθο του κόσμου και στον ζυγό του νόμου και θεωρούσαν ότι κομίζουν ένα μήνυμα σωτηρίας, μιαν επαγγελία μεσσιανικής εκπλήρωσης, μιαν ελπίδα που μπορεί και πρέπει να πραγματωθεί. Οι ηδονές που προσφέρονταν σπάταλα στο Αλαμούτ έκαναν τους Ασσασίνους ατρόμητους και χαλύβδωναν την πίστη τους. Ο κόμης της Καμπανίας, που επισκέφτηκε τον Γέρο του Βουνού, έγινε μάρτυρας του εκπληκτικού περιστατικού της ταυτόχρονης ρίψης δύο φρουρών από την κορυφή ενός πύργου, ύστερα από νεύμα του ηγεμόνα τους, που ήθελε να του δώσει μια ιδέα της επιβολής του. Επίσης, στο Αλαμούτ οι θελκτικότατες γυναίκες ερωτοτροπούσαν ελεύθερα με τους πιστούς, όπως γράφει ο Μάρκο Πόλο, οι καρδιές των οποίων ευφραίνονταν διαρκώς, είχαν ό,τι αναζητάει να βρει ένας νέος και δεν έφευγαν ποτέ οικειοθελώς από εκείνο το μέρος. Συνδύαζαν τον ψυχρό υπολογισμό με το φανατικό ζήλο και επινόησαν μια τριπλή στρατηγική: διείσδυση, οχύρωση, επίθεση. 

Μετά τον θάνατο του Χασάν στο Νταϋλάμ της Περσίας το 1124 τον διαδέχτηκε ο Κι-Βουζουργομίδης και αυτόν ο γιος του Μωάμεθ, η βασιλεία του οποίου χαρακτηρίστηκε από τη δολοφονία δύο χαλιφών. Τον Μωάμεθ διαδέχτηκε το 1138 ο Δαϊλκεμπίρ, ενώ το 1163 ακολούθησε ο γιος του Δαϊλκεμπίρ, ο Χασάν Β΄, ο οποίος πλήρωσε με τη ζωή του το λάθος του ν’ αποκαλύψει το μυστικό του «Παράδεισου» στους υπηκόους του. Δολοφονήθηκε από τον αδελφό της γυναίκας του. Από εδώ και πέρα ξεκινάει η παρακμή των Ασσασίνων. Το οριστικό τέλος τους σφραγίστηκε το 1256 από τους Μογγόλους και τον ηγεμόνα τους Χουλαγού και Βιβάρ, ο οποίος κυρίευσε τα φρούριά τους και κατάλυσε τον «Παράδεισό» τους. Εξουθενώθηκαν τελείως από την σφαγή του Τιμούρ το 1391. Μέρος της αίρεσης εγκαταστάθηκε τότε στην περιοχή γύρω από τον Λίβανο, τρομοκρατώντας με τους φόνους τους Χριστιανούς των εκεί σταυροφορικών κρατών, πολλοί ηγεμόνες των οποίων έπεσαν κάτω από το μαχαίρι των Ασσασίνων. Η δυναστεία του Χασάν ιμπν Σαμπάχ διατηρήθηκε για τέσσερις γενιές. Υπολείμματά τους σώζονται μέχρι σήμερα στην περιοχή του Περσικού Κόλπου και πιθανώς να έχουν επηρεάσει οι ιδέες τους σύγχρονους μουσουλμάνους καμικάζι, οι οποίοι ζωσμένοι εκρηκτικά εισβάλλουν σε πολυπληθή κέντρα των αντιπάλων τους και αυτοκτονούν, αφαιρώντας τη ζωή πολλών αθώων συνανθρώπων τους.