Έθεσα
τις προάλλες το ερώτημα στον εαυτό μου, έτσι, κατά το δίδαγμα του μεγάλου
Σταγειρίτη –ή Σταγιρίτη κατά μια εσχάτως εμφανισθείσα γραφή-, ‘νόησις νοήσεως
νόησις’, για να μη μένει αδρανής ο νους πάει να πει και να ψάχνει συνεχώς τον
εαυτό του, να έχει τροφή, να μην πεινάει, να έχει δουλειά, να μην τεμπελιάζει…
έβαλα λοιπόν το ερώτημα, ‘ποια είναι άραγε η νοητική εποπτεία που έχει να
επιδείξει, να εμφανίσει ο μετα-μετα νεωτερικός άνθρωπος;’. Κι αυτό ερμηνεύεται
και αναλύεται στα μέρη του, έχουν οι σημερινοί καιροί, οι ‘μοδέρνοι’ κάποια
ισχυρή νοητική εποπτεία για να καμαρώνουν και να παραδώσουν με περηφάνια στις
επόμενες γενιές; Πάει αυτό να πει, αν θέλει κάποιος να μνημονεύει άλλους
διδασκάλους, πιο κοντινούς μας, έχουμε σήμερα κάποιο αρχέτυπο ανθρώπου έστω
κατασκευασμένου, έστω φιλοτεχνημένου ήρωα λογοτεχνικού αλλά γεννημένου μέσα
απ’τη φθορά και το αιώνιο μαζί, την εργασία του χρόνου, της σαρκο-πνευματικής
ζωής και ζύμωσης, της καθόδου στο ενθάδε και της ύψωσης μετά στα στερεώματα της
αθανάτισης; Ενός ανθρώπου που έπειτα θα ακολουθήσουν στ’ αχνάρια του οι
επόμενοι, θα κρίνουν, θα επικρίνουν, θα μελετήσουν, θα υμνολογήσουν, θα
αμφισβητήσουν, θα πασχίσουν να ξεπεράσουν; Έχουμε κάποιαν τέτοια νοητική
εποπτεία λοιπόν ή είμαστε βυθισμένοι σε έναν οκνηρώδη ύπνο και βουλιάζουμε σε
έναν πνευματικό λασπώνα και κουτουλάμε από χαζομάρα ο ένας πάνω στην άγνοια του
άλλου;
Θα
πει κάποιος, και ποιες ήταν οι νοητικές εποπτείες των αλλοτινών καιρών για τις
οποίες ανέβαιναν στα βράχια οι μακρυμάλληδες ασάνδαλοι προφήτες και ούρλιαζαν
στο στερέωμα ή κάθονταν στις σκιές και τραγουδούσαν οι βάρδοι ή μελαγχολικοί
ποιητές με την αναιμία στα μάγουλα έγραφαν σονέτα και ωδές; Ποιοι ήταν εκείνοι
οι αρχάνθρωποι και πρωτάνθρωποι που στοίχειωναν κάποτε τα όνειρά μας και
φούσκωναν τα στήθια μας και έτρεχε ποταμός το δάκρυ όταν οι ποιητές απάγγελναν
τις αράδες με τα κατορθώματά τους στις γιορτές και στις συνάξεις των ανθρώπων;
Ήδη
με όσα γράφω σε όλους αναδύονται αμέσως οι μορφές, τα πρόσωπα, οι ιστορίες, οι
νέκυιες, οι άθλοι, οι περιπέτειες, στον πάνω και στον κάτω κόσμο. Ο Ηρακλής, ο
Προμηθέας –κάπου εγώ τον είπα Προμυθέα και μερικοί έξυναν την κεφαλή τους αλλά
δεν είναι για τούτη την ανάρτηση- ο Ορφέας, ο Οδυσσέας, ο θεοείκελος Αχιλλέας,
η Πηνελόπη, η Ωραία Ελένη που κάποτε βγήκε να περπατήσει στα τείχη της Τροίας
και οι γέροντες έτριβαν τα μούσια τους και τρέχανε τα σάλια τους, ο Εμπεδοκλής,
ο σκοτεινός Ηράκλειτος, ο Σωκράτης ο κακομούτσουνος που δεν άφηνε κανέναν στην
ησυχία του, η Διοτίμα, το άλτερ έγκο του, ο Διογένης ο Κυνικός με το πιθάρι
του, ο Αλέξανδρος ο δικέρατος, η φοβερή εκείνη γυναίκα η μάνα του η Ολυμπιάδα,
ο Επίκουρος, ο σακατεμένος ο Επίκτητος που από δούλος έγινε πρίγκιπας των
στοχασμών… λαχάνιασα και δεν έγραψα παρά ελάχιστους και είναι μακρύς ο δρόμος…
κάνω ένα άλμα να μην βαρεθεί κανείς… ο Πλωτίνος, η Υπατία, μου έρχεται στο νου
ο Κων/νος Παλαιολόγος πάνω στα τείχη να βλέπει τα μιλιούνια των Οθωμανών και
των Βασιβουζούκων να έχουν σκυλιάσει και να ουρλιάζουν από κάτω κι εκείνος να
παρακαλάει κάποιον να του πάρει το κεφάλι, ο Δον Κιχώτης με τη Δουλτσινέα του,
ο αναποφάσιστος Αμλέτος, ο Οθέλλος με την καρδιά που άχνιζε από το πάθος… κι
έρχομαι στα πιο οικεία μας, τα κοντινά μας… ο λόρδος Βύρων που ζήλεψε τα
βαλτοτόπια του Μεσολογγιού κι ήρθε να χάσει την ευγενική ψυχή του για τον αγώνα
του ανθρώπου απέναντι στην τυραννία και το παράλογο, ο Κολοκοτρώνης, ο
Καραϊσκάκης, ο Ανδρούτσος, ο κάθε επώνυμος και ‘ανώνυμος’ ήρωας και ηρωίδα του
πιο ωραίου Αγώνα που αθανατίζει τα κόκαλα, τις μνήμες, τα πρόσωπα, τις πράξεις,
τα χαμόγελα και γίνονται τραγούδια και έρωτες και η ψυχή αναρριπίζεται και
ξεσηκώνεται και θέλει να ξεκορμίσει η καρδιά, να σπάσει τα φράγματα, να
βροντοχυπάει στον αέρα, πιο πέρα ακόμα, στο άπειρο!
Είπα
λοιπόν τους λίγους, τους ολίγιστους… πρόσωπα και εποπτείες… άνθρωποι που
γεννήθηκαν με σάρκα και οστά, έζησαν και πρόκοψαν ή ήταν γεννήματα μυαλών και
φαντασίας αλλά επιδράσαν στους αιώνες μέσα, μπήκαν στα μυαλά και στα σπίτια των
ανθρώπων, γίνανε λογοτεχνία, φιλοσοφία, παραμύθια της γιαγιάς ή μύθοι που δεν
τελειώνουνε ποτέ και πάντα αρχίζουν… γιατί ο μύθος που κάποτε τελειώνει παύει
να είναι μύθος και γίνεται ιστορία ή αφήγηση και δεν με βασανίζει πια αλλά με
τέρπει και με χαλαρώνει, να πέσω να κοιμηθώ.
Είπα
τους λίγους, μια χούφτα και από το δικό μας σύμπαν… δεν είπα τόσους και τόσες
όλης της ανθρωπότητας… πόσους θυμάμαι, δεν τολμώ να αναφέρω, όλοι τους ξέρουμε,
κάθε τόσο τους βλέπουμε σε ταινίες, τους ακούμε, τους διαβάζουμε, ταξιδεύουμε
μαζί τους, χαιρόμαστε και λυπόμαστε για τα όσα έπαθαν.
Και
σήμερα;
Σήμερα
μελαγχολώ και που το γράφω αλλά αντί για ήρωες και ιππότες και ποιητές και
βάρδους και φιλοσόφους και ασκητές και ουρανοδρόμους, τη μόνη νοητική εποπτεία
που βρίσκω να έχουμε σκαρώσει και την καμαρώνουμε είναι… το ζόμπι!
Δεκαετίες
τώρα το μόνο ήρωα που κάναμε αστέρι φωτεινό στο σκοτεινό μας ουρανό είναι το
δυστυχισμένο αυτό πλάσμα που αρνείται να πεθάνει και περπατάει σαν σπασμένη
κούκλα και τρώει μυαλά και μας κυνηγάει στον ύπνο και στον ξύπνιο μας.
Το
ζόμπι.. πληθυντικός τα ζόμπια…
Αναρίθμητες
ταινίες, όσο θυμάμαι τον εαυτό μου… και μια ολόκληρη εξελικτική ζομπολογία και
ζομπο-θεολογία και ζομπο-ανθρωπολογία έχει αναπτυχθεί που ο Δαρβίνος θα έσκαγε
απ’τη ζήλια του.
Ταινίες,
βιβλία, τηλεοπτικές σειρές, φιλοσοφήματα, ιστορήσεις, εκατομμύρια δολάρια για
να στερεωθεί και διαιωνιστεί το αρχέτυπο του… απέθαντου και αρνησιθάνατου… του
αείνεκρου και νεκροζώντανου… της προσβολής της Δημιουργίας… της βλασφημίας των
Γραφών… σε κάποια ταινία ο Ιησούς ανασταίνεται μεν αλλά ως ζόμπι και αρχίζει να
τρώει τους Ρωμαίους… όλη η Ιερουσαλήμ ζομποπλημμυρίζει… μια πρωτότυπη
νέο-αποκαλυπτική εσχατολογική απόδοση της Ογδόης Ημέρας που θα έκανε τους
Πατέρες να τρέχουν και να μη φτάνουν…
Τόσο
έχουν εθιστεί από τις ‘αποκαλυπτικές’ ταινίες οι παγκόσμιοι θεατές που σχεδόν
περιμένουν την ημέρα που θα ξυπνήσουν και θα υπάρχουν ειδήσεις για έναν ιό που
μεταδίδεται ταχύτατα με το δάγκωμα και μετατρέπει τους ανθρώπους σε ζόμπι…
προφυλαχτείτε, πάρτε τα μέτρα σας, κλειδωθείτε στα σπίτια σας, μην βγαίνετε
στους δρόμους… κι αν συναντήσετε κανένα από δαύτα μπροστά σας, πάρτε του το
κεφάλι… αλλέως δεν πεθαίνει το βδέλυγμα του σατανά!
Αυτή
είναι η μόνη νοητική εποπτεία που αξιωθήκαμε σαν μοδέρνος πολιτισμός να
ακεραιώσουμε και αρτιώσουμε και παραδώσουμε στα παιδιά μας.
Αν
δεν έχουν γίνει… ήδη ζόμπι και βλέπουν το ένα το άλλο με παράξενο, μαύρο βλέμμα
και αβυσσαλέα πείνα…