Κυριακή 30 Ιουνίου 2019

Να φυλάς τα ιερά σου


Να φυλάς τα ιερά σου
Να φροντίζεις μέσα στην άγονη σκόνη
εσύ να μένεις καθαρός
Να επιμένεις
Οι μέρες που σου έλειψαν
να ξέρεις
έρχονται πάλι


Να παραφυλάς τις ασέληνες νύχτες

για τον εχθρό στο σκοτάδι
όμως όταν τελικά τον ανταμώσεις
δώστου το χώρο που ζητάει
δώστου αφηγήσεις
και ιλίγγους από ηρωικούς ανέμους
ως και την παρηγοριά της λήθης
αν το μπορείς


Όμως

μακριά απ'τα ιερά σου
τα κρύφια δώματα
τις αίθουσες με τα ακριβά σου


Κι όταν θα φεύγει

Πρόσεξε!
μην τον κοιτάξεις
το χέρι μην του δώσεις
Μην ξεχαστείς!
Το βλέμμα του
με κάθε κόστος ν'αποφύγεις


Όχι γιατι το Άγνωστο θα σε σαρώσει

Μα εκείνο που θ'αντικρίσεις
με τη γλυκύτητα του οικείου
θα σου ζεστάνει την καρδιά τόσο πολύ
που την αποστολή σου αρνείσαι
και αφήνεσαι νωχελικά
να ευεργετηθείς
με το μαυλιστικό ταξίδι στο Αχανές


Και μουδιασμένος

ως τα έγκατα
απ'τη θέρμη της καρδιάς σου
αναχωρείς
και αφύλαχτα μένουν τα ιερά σου
Κι εσυ απ'το ταξίδι αυτό
απρόσωπος θα επιστρέψεις...


Hidden Entrance

Παρασκευή 14 Ιουνίου 2019

οι ‘τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας’...



Η σχέση με τον άλλο, τον Άλλο, τον ένδον άλλο, δεν είναι τηλε-μαραθώνιος… δεν ευαισθητοποιούμαστε για πέντε λεπτά και τηλεφωνούμε για να τον ‘σώσουμε’… η σχέση είναι εργασία, καθημερινή, σκληρή και πολλές φορές αντιπαθητική, αχώνευτη και τραχιά… δεν έχει καμιά σχέση με το συναίσθημα… σε θέλω όσο είμαι ερωτευμένος και μέσα από το γλυκερό μου ή φλογερό μου πάθος σε ιδανικεύω… σε βάζω στο θρόνο σου, σε προσκυνάω κι έρχεται η μέρα που ξυπνώ και έχω αδειάσει και σε γκρεμίζω… αυτό δεν είναι σχέση… αυτό είναι μια λέξη από κ… και νομίζω είναι κατανοητή…

Όμως είμαστε τεμπέληδες, οκνοί και οκνηροί… είμαστε γεμάτοι ξεσπάσματα και ενθουσιασμούς και έπειτα… αδιαφορία… δεν σε ξέρω δεν με ξέρεις… καλά περάσαμε, όμορφα ήταν, να είσαι καλά, χαίρεστε… κι αυτό αφορά όλες μας τις σχέσεις… γιατί αφορά το μοτίβο, τον δομικό μηχανισμό του σχετίζεσθαι… δεν έχει να κάνει με τον άλλο, έχει να κάνει με εμάς…

Σε πολύ μεγάλο βαθμό αυτό εξηγεί την πλήρη αδιαφορία των περισσοτέρων και για τα πνευματικά ζητήματα… ας μην αναφέρω τα πολιτικά, τα κοινωνικά, κ.α.

Είμαστε οι ‘τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας’ για να θυμηθώ την περίφημη ταινία του Παναγιωτόπουλου… από τους τρεις αδελφούς που βρίσκονταν σε καθημέρια λήθη και βυθιότητα, ο ένας αποτολμά να εκδηλώσει κάποια ικμάδα, κάποια σκανδαλώδη θέληση ‘να δουλέψει’ και προκαλεί την οργή –νυσταλέα κι αυτή- και αντίδραση πατέρα και αδελφών. Η βαρύτητα του εαυτού είναι τέτοια που το τέλος είναι προδιαγεγραμμένο… τα έχουμε ξαναπεί για τη βαρύτητα του οκνηρού εαυτού και την ακηδία στην οποία οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια… όλα είναι μαθηματικά, ο Σάμιος διδάσκαλος είχε δίκιο…

Τι είναι αυτό όμως που συντηρεί το πάθος, τον έρωτα; Τι είναι αυτό που αντιστέκεται σε αυτή τη φοβερή βαρυτική δύναμη, τη θλιπτική, την θανατογόνο; Τι είναι αυτό που μπορεί και τα πιο ράθυμα και νωχελικά πρωινά να σε ωθήσει, να σε συντηρήσει, να σε διατηρήσει στην έρευνα, τη μελέτη, την διερεύνηση, την εξερεύνηση;

Είναι πολλά… και η ταπεινή μου άποψη είναι πως το βασικότερο είναι η συσσώρευση ενέργειας… όταν είσαι ρετάλι ενεργειακό, τελειωμένος από τις βιοτικές μέριμνες, εξουθενωμένος από καθημερινούς καβγάδες, διεκδικήσεις, αδολεσχίες, συζητήσεις άνευ νοήματος, έρχεται η κόπωση… ο ‘κεκμηκώς’ που θα έλεγαν και οι παλιοί άνθρωπος δεν έχει καμιά διάθεση για πνευματικά ζητήματα… τη μόνη διάθεση που έχει είναι να πέσει για ύπνο… δικαιολογημένος…

Υπάρχουν και οι εξαιρέσεις όμως… αυτοί που και στη δουλειά ξεκλέβουν χρόνο να διαβάσουν ποίηση, να σχολιάσουν ένα εδάφιο της Γραφής… να λογομαχήσουν ακόμα για μια ρήση του Πλάτωνα ή μια αποστροφή του Μαρξ… θυμάμαι τον εαυτό μου κάποτε να κάνουμε μετακόμιση με έναν φίλο, αιώνες πριν… κουβαλούσαμε θεόρατες κούτες και συζητούσαμε για τους Ναΐτες Ιππότες και το Γκράαλ… η παράνοια… από τη μια η χυδαία καθημερινότητα, από την άλλη το φως μιας υπέροχης συζήτησης…

Υπάρχουν δρόμοι λοιπόν… αλλά υπάρχουν και κρεβάτια…


Δεν ξέρω αν είναι θέμα επιλογής… μπορεί να είναι όντως θέμα βαρύτητας…

Τρίτη 11 Ιουνίου 2019

Τι είσαι εσύ για τον κόσμο;


Θέτω το ερώτημα όμως γνωρίζω πως πρόκειται στην ουσία για κάτι άλλο. Πρόκειται για αίνιγμα.

Το αίνιγμα έχει θαυμαστές ομοιότητες με έναν κώδικα. Έναν κώδικα όμως ξεχωριστό που κανείς ή δεν μπορεί ή δεν θέλει να σπάσει. Η παραβίαση του κώδικα ισοδυναμεί με λύση του αινίγματος αλλά και με κάτι ακόμη. Το πρόβλημα της μεταγραφής του νοήματός του.

Τούτο σημαίνει ευθύνη. Και βούληση για αληθινή δράση.

Τι είναι ο ποιητής για τον κόσμο;

Αν δεν ανήκει σε αυτόν τον κόσμο το ερώτημα δεν συνιστά αίνιγμα. Είναι απλά ένα περιττό φορτίο και με ευχαρίστηση αποβάλλεται.

Αν ο ποιητής ανήκει σε αυτόν τον κόσμο το αίνιγμα διαλάμπει, έχει ζωή, ανασαίνει. Και αναμένει το λύτη.

Τι είναι ο ποιητής για τον κόσμο;

Η ιστορία δεν διευκολύνει τον ποιητή.

Ο χρόνος είναι εχθρός του ποιητή κι ακόμα εχθρός του είναι ο ορίζοντας. Οποιοσδήποτε ορίζοντας.

Οι αφηγήσεις δεν διευκολύνουν τον ποιητή.

Οι ιστορήσεις, τα λογοτεχνήματα, οι θεωρήσεις.

Οτιδήποτε προβάλλει τον εαυτό του ή οτιδήποτε κραυγάζει την κατασκευή ενός εαυτού.

Ο εαυτός δεν διευκολύνει τον ποιητή.

Συνεπώς, ακόμη κι αν απαντηθεί το ερώτημα, κανείς δεν μπορεί να το μεταγράψει. Αν το δούμε διαφορετικά, πιο εξυπηρετικά με μια έννοια, η μεταγραφή του νοήματος έχει ήδη αποβληθεί από τον κόσμο.

Ο κόσμος 'δεν έχει ανάγκη' τον ποιητή.

Αλλά λιμοκτονεί για την ποίηση.

Εκείνο που πυργώνεται με συμπαγή βεβαιότητα εμπρός μου είναι η αλήθεια του ποιητή. Χωρίς αυτόν ο κόσμος δεν μπορεί να μοιράσει τον εαυτό του. Χωρίς αυτόν ο κόσμος μοιάζει με έναν τυφλό που προσποιείται ότι βλέπει ώσπου να πέσει στο χαντάκι. Δεν είναι η ντροπή της πτώσης. Είναι το όνειδος της αποκάλυψης.

Η αλήθεια του ποιητή, λοιπόν, τι παράδοξο, μεταγράφεται.

Έχει ρυθμό και δόνηση, έχει αίμα και ρίγος.

Χωρίς το ρίγος της κάθε στιγμής δεν αρδεύεται η αιωνιότητα.

Ο ποιητής γεννιέται με το ρίγος και το μεταδίδει αφειδώλευτα. Πάντα, για όσο ζει, για όσο αναπνέει. Ακόμα κι όταν δεν ζει. Όταν μνημονεύεται ή όταν καταδικάζεται.

Τι είναι ο ποιητής για τον κόσμο;

Το αίνιγμα επιστρέφει σε κείνον που το έθεσε.

Κάθε φορά που ακυρώνεις τον ποιητή μέσα σου, χλευάζεις το αιώνιο στο αίμα σου.

Κάθε φορά που σκοτώνεις τον ποιητή, κλείνεις το στόμα και τη μύτη σου για να μην ανασαίνεις.

Κάθε φορά που αρνείσαι το βλέμμα στον ποιητή, το στρέφεις στον εαυτό σου.



Τι είσαι εσύ για τον κόσμο;


Jamie Poole

Δευτέρα 10 Ιουνίου 2019


Θα ‘ρθει καιρός
που μ’ έξαρση
θα καλωσορίζεις τον εαυτό σου
σαν θα φτάνεις στη δική σου πόρτα, στον δικό σου καθρέφτη,
κι ο ένας χαμογελώντας θα καλωσορίζει τον άλλο
και κάτσ’ εδώ θα λέει. Τρώγε.
Θ’ αγαπήσεις ξανά τον ξένο που ήταν ο εαυτός σου.
Δώσε κρασί. Δώσε ψωμί. Δώσε πίσω την καρδιά σου
στον εαυτό της, στον άγνωστο που σ’ αγάπησε
όλη σου τη ζωή, που εσύ αγνόησες
για κάποιον άλλο, που σ’ έχει αποστηθίσει.
Κατέβασε τα ερωτικά γράμματα απ’ το ράφι,
τις φωτογραφίες, τα απελπισμένα σημειώματα,
ξεφλούδισε από τον καθρέφτη την εικόνα σου.
Κάθισε. Απόλαυσε τη ζωή σου.
Derek Walcott, "Έρωτας κι έρωτας ξανά ",
(μτφρ.: Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ).


Ευχαριστώ το φίλο Αντίνοο
https://mewe.com/profile/5ca481a252db682c218b1bd3

Πέμπτη 6 Ιουνίου 2019


Αν φωνάξεις την αγάπη σου
θα 'ρθει πίσω άδεια, κούφια, η ίδια σου η φωνή
γιατί δεν είχε το κουράγιο να περάσει όλες
τις σφαλισμένες πόρτες, όλα τα κουρασμένα βήματα
όλους τους λασπωμένους δρόμους.
Θα γυρίσει πίσω η φωνή που την έστειλες τρεμάμενη
λαχταριστή, με άλλα λόγια που δεν την είχες προστάξει εσύ
τα λόγια της μοναξιάς σου.
Θεέ μου, τι θα γίνουμε;
Πώς θα πορευτούμε;
Πώς θα πιστέψουμε; Πώς θα ξεγελαστούμε;
Μ' αυτή την αλλόκοτη φυγή των πραγμάτων
των ψυχών από δίπλα μας;



Κατερίνα Αγγελάκη Ρούκ,  Μοναξιά
(Απόσπασμα)


Τετάρτη 5 Ιουνίου 2019

Κοπτήρες




Εσύ σακάτη
γέρο εσύ…
γείρε ν’ακούσεις
το παφλασμό του αρχαίου
αρχειοθετήθηκε για σένα
από το αβυσσαλέο σκότος
κι είχε στοργικά σκεπάσει τη δολιότητά του
το Ον εκείνο
που φοβάσαι να ονειρευτείς…

δόντια
κοπτήρες φονικούς
έχει φυτέψει στο κορμί σου
ψάξε
έχεις δυο μάτια αναδευτήρες
έχεις δυο πόδια ξύλινα
έχεις δυο χέρια πρησμένα υποσχέσεις
και ανασαίνεις το ρόγχο της αποδρομής…


Ο άνθρωπος μπροστά στο θεόρατο τοίχο…
Δεν γύρισε το βλέμμα
Δεν άπλωσε τα χέρια
Δεν έκανε τον παραμικρό μορφασμό
Είχε στυλώσει το βλέμμα του στην απόλυτα –αφύσικα- επίπεδη και γυαλιστερή επιφάνεια που ορθωνόταν μπροστά του… άπειρη σε πλάτος, άπειρη σε ύψος…
Το σώμα του ευθυτενές
Τα χέρια κολλημένα στα πόδια
Η μύτη του σε απόσταση χιλιοστών από την παράξενη αυτή όρθια επιπεδότητα…
Εδώ καλούμαι να σκεφτώ
Είπε
Εδώ καλούμαι να σταθώ…
Θα απαλλοτριώσω το χρόνο
Είπε
Και ό,τι απορρίψω ως περίττωμα
Θα είναι η βεβαιότητά μου
Πως είμαι ζωντανός

… ψάξε λεπρέ
τους σάπιους σου κοπτήρες
ψάξε τρελέ
έρχεται Εκείνο
που δεν αντέχεται η μορφή Του
έρχεται Αυτό
που δεν μετριέται στο τώρα
έρχεται όμως
και είναι αληθινό…

Δεν εμπιστεύομαι το χτύπο της καρδιάς μου
Δεν εμπιστεύομαι το βουητό στ’αυτιά μου
Δεν υπάρχω ως προς εμένα
Θέλω να υπάρχω απλά
Σα να μην έχει αυτό καμιά επίδραση στο μυαλό μου…
Χάνομαι;

...γείρε να νιώσεις
το αγριεμένο αίμα σου
θέλει να σε σκοτώσει
θέλει να σε φορτώσει ενοχές ζωής
κι έτσι
ανυποψίαστο
πως βρήκες το παιδί του ανθρώπου
και το φιλοξενείς γλυκά
στο νησί της Μέδουσας
θα σε μαχαιρώσει
και θα σκορπίσει όλες σου τις πρόστυχες ματιές
στον ωκεανό της Αφροδίτης…


Είμαι άραγε πραγματικά όρθιος;
Αν με δει κανείς διαφορετικά ίσως να μην είμαι
Ίσως απλά να έχω την ψευδαίσθηση της βαρύτητας
Τα πόδια μου μεταφέρουν το φορτίο μου στο χώμα
Το κεφάλι μου δεν πρήζεται από το αίμα
Αυτό με βεβαιώνει άραγε πως είμαι όρθιος;
Τρελαίνομαι;

Ο τοίχος είναι νεκρός
Εγώ είμαι ζωντανός
Τι άποψη άραγε να έχει επ’αυτού… ο τοίχος;
Θέλω να ξεσπάσω σε τρανταχτά γέλια
Είμαι μια κουκίδα
Μπροστά σε ένα απλωμένο επίπεδο σεντόνι
Που ξεφύτρωσε μπροστά μου από το πουθενά
Και αναρωτιέμαι…
Αν σκέφτεται…
Θέλω να πεθάνω από τα γέλια
Ίσως αυτός ο ήχος
Αυτή η δόνηση
Να τον ευαισθητοποιήσει
Και να με αφήσει να περάσω… από μέσα του…
Θέλω να διπλωθώ από τα γέλια
Είμαι σίγουρος
Είμαι σίγουρος…
Μετά από αυτό το καταραμένο πράγμα
Ακολουθούν κι άλλα…
Αμέτρητα
Αμέτρητα
Αναρίθμητα!!!
Θέλω να γεμίσω το σύμπαν από τα γέλια μου!!

… ήσουν αιδοίο
κι έγινες φαλλός
επηρμένε!

δεν σε φοβίζει το Ον
ούτε η σκιά σου
εκτάθηκες στο επίπεδο
πάνω
και κάτω
δεξιά
και αριστερά
τα χρονοκύτταρά σου
των πνευμόνων οι κυψέλες σου
έγιναν ένα με το ένα
έγιναν τίποτα στο τίποτα

χαμογελάς;
δεν σε βλέπω

πονάς;
δεν είχες το δικαίωμα…

αρνήθηκες την άρνησή σου;
κάνε με υπερήφανο!

Αν δεν υπάρχεις
πώς να σε πιω ξανά;

Δευτέρα 3 Ιουνίου 2019

Οι χωρίς φτερά...


Είναι κι αυτοί που σας έχω μιλήσει επανειλημμένα.
Οι χωρίς φτερά...
Που δε χρειάζονται τα φτερά για να καταλάβεις πως δεν είν' από τούτο το κόσμο. Αρκεί να παρατηρεί κανείς το βλέμμα τους για να καταλάβει πόσο βάθος έχουν σκάψει μέσα τους να βρούν την αλήθεια και να παραμείνουν σε αυτήν.
Οι χωρίς φτερά ...
Τους βλέπεις απ' το τρόπο που σε δέχονται στη ζωή τους κι με πιο τρόπο σε αποχαιρετούν.
Είναι οι μοναχικοί άνθρωποι όχι δεν είναι άγγελοι με φτερά και δε ζουν στους ουρανούς. Μυρίζουν όμως ουρανό,το στόμα τους ψέλνει ευλογία,η πράξη τούς δηλώνει αγάπη...!
Όχι δεν είναι άγγελοι με φτερά είναι καυστική πληγή οι μοναχικοί άνθρωποι!
Sofia Zoubery



Αναδημοσίευση από: https://mewe.com/profile/5c592c89dc9a663c48678282


Σάββατο 1 Ιουνίου 2019

το ιδίωμα του ευγενούς στοχασμού

  

α. Το αξίωμα του να δι-υπάρχεις

Μ
όνο αντιμετωπίζοντας σαν αξίωμα την διύπαρξη μπορώ να αισθανθώ την ίδια την ύπαρξη.
Διύπαρξη είναι το σύμπλοκο Γεγονός της ζωής.
Διύπαρξη δεν είναι η σύνθεση των αντιθέτων αλλά η ζύμωση των ετεροκλήτων.
Διύπαρξη δεν είναι η φαινομενολογία της σχέσης αλλά το γεγονός της αποστολής της σχέσης.
Διύπαρξη είναι το αλχημιστικό ανδρόγυνο και όχι ο Ιερός Γάμος των ετεροφύλων.
Διύπαρξη είναι ό,τι αντιστέκεται στο διανόημα της ζωής.
Διύπαρξη είναι το περιεχόμενο της Ποίησης και του Άσματος του βίου.
Ο βίος δεν νοείται αυτόδοτος, ενδο-επαρκής, αυτόκρατος. Ο βίος είναι το αποτέλεσμα μιας διεργασίας, μιας ιεροπραξίας, μιας μύησης στην αλήθεια της ζωής.
Διύπαρξη είναι ο οργασμός του ευγενούς στοχασμού.
Διυπάρχοντας, χλευάζω το Αδιέξοδο καθώς δεν με αφορά καμιά έξοδος.
Διυπάρχοντας, ανασαίνω στις υψηλές κορυφές της Αξίας καθώς απαρνήθηκα τα σηπτικά απόνερα των βρωμερών υπογείων της ‘παράδοσης’ και της ‘κουλτούρας’.
Διυπάρχοντας δεν χρειάζεται να ορίσω τη ζωή γιατί είμαι ιερέας της ζωής.
Διυπάρχοντας δεν χρειάζεται να ορίσω το θάνατο γιατί είμαι ντυμένος θάνατο.
Διυπάρχοντας δεν χρειάζεται να ορίσω το θεό γιατί είμαι παιδί της Μητέρας Άγνοιας και εγκαταβιώ στο Μοναστήρι της Αφοσίωσης.
Διυπάρχοντας δεν χρειάζεται παρά να αφεθώ να διυπάρχω.
Διυπάρχοντας, είμαι στους ανοιχτούς ορίζοντες της δράσης και της ηδονής.
Διυπάρχοντας, ταξιδεύω στο αρχιπέλαγος της καθαρής και ανόθευτης δημιουργίας.
Διυπάρχοντας, δεν φοβάμαι να είμαι.
Διυπάρχοντας δεν δογματίζω αλλά κοινωνώ τη ζωή.
Διυπάρχοντας δεν αρνούμαι αλλά υιοθετώ.
Διυπάρχοντας δεν θλίβω αλλά εφελκύω.
Διύπαρξη είναι η συνάντηση με τον Άλλο.
Διύπαρξη είναι η συνάντηση με τον Εαυτό.
Διύπαρξη είναι η συνάντηση με τον Χρόνο.
Διύπαρξη είναι η συνάντηση με το Άχρονο.
Διύπαρξη είναι η συνάντηση με την Αλήθεια.
Διύπαρξη είναι η συνάντηση με το Τίποτα.


β. Το θεώρημα του να συν-υπάρχεις

Η
συνύπαρξη αποτελεί την ομπρέλα των λογισμών της φιλοσοφίας και της θεολογίας για την ζωή.
Η συνύπαρξη δεν έχει αξιωματικό αλλά θεωρηματικό χαρακτήρα.
Η συνύπαρξη είναι το αποτέλεσμα ενός Σισύφειου πονήματος της ανθρωπότητας για την δικαιολόγηση της τελευτής του βίου.
Η συνύπαρξη δεν ερμηνεύεται, λατρεύεται.
Συνυπάρχοντας, λειτουργώ ως Σταυροφόρος της ζωής και όχι ως Γαλιλαίος του πνεύματος.
Συνυπάρχοντας, ακολουθώ τα βήματα του θυμικού και όχι της φρόνησης του συναισθήματος.
Συνυπάρχοντας, γίνομαι πιστός και προσκυνητής των Αγίων Τόπων της πίστης μου και όχι Μύστης στα σεπτά μυστήρια της Νόησης.
Συνυπάρχοντας, έχω αρνηθεί το παράλογο του βίου ή δεν ασχολούμαι μ'αυτό.
Συνυπάρχοντας, είμαι ανίκανος να αποσυμβολίσω τη ζωή γιατί είμαι ομοεπίπεδος με το πρωτογενές και το απλό.
Συνυπάρχοντας, κάνω ιδεολογία την υπεραπλούστευση των μηνυμάτων της ζωής καθώς δεν μπορώ να υπεισέλθω στα μυητικά δρώμενα της.
Συνυπάρχοντας, συσσωρεύω σκουπίδια, πληροφορίες και περιττώματα γνώσεων που αντί να επιλύουν, επαυξάνουν τα ερωτήματα και πολλαπλασιάζουν το χαοτικό ενδοσύμπαν.
Συνυπάρχοντας, στήνω είδωλα που σιχαίνομαι και οικοδομώ συμπεριφορές που απεχθάνομαι.
Συνυπάρχοντας, θεοποιώ το αβλαβές και ανώδυνο, το επιδερμικό και ακίνδυνο.
Συνυπάρχοντας, αποφεύγω να συνομιλήσω με μένα.
Συνύπαρξη είναι η συνάντηση με τον θάνατο αλλά όχι το Τέλος.
Συνύπαρξη είναι η συνάντηση με τον κόσμο αλλά όχι το περιεχόμενό του.
Συνύπαρξη είναι η συνάντηση με το πεπερασμένο και το εφικτό.
Συνύπαρξη είναι η συνάντηση με το γελοίο.
Συνύπαρξη είναι η συνάντηση με το ά-σχημο.
Συνύπαρξη είναι η συνάντηση με το α-σήμαντο.
Συνύπαρξη είναι η συμφιλίωση με την κόλαση του να πρέπει να υπάρχεις.


γ. Το μεγαλείο του να μην (οφείλεις να) υπάρχεις

Ε
ίμαι ένας λογχοφόρος του Απέριττου και γι'αυτό δεν συγκινούμαι από την λάμψη του κενού που με απειλεί.
Είμαι ένας φύλακας της Αδειοσύνης γι'αυτό και δεν απαιτώ από μένα παρά το μέγιστο και το ύψιστο.
Είμαι ένας νυμφίος και εραστής του θείου κι έτσι δεν θλίβομαι για την περιφρόνηση των αιώνων στο μηδέν που περιέχω.
Είμαι ένα κλάσμα φωτός αλλά υπόσχομαι όλο το φως!
Είμαι ένα μόριο της Νύχτας αλλά ακτινοβολώ ολόκληρη τη Νύχτα!
Είμαι μια τρεμάμενη φλόγα του Πυρός αλλά αναπνέω ολόκληρο το Πυρ!
Θέλω να υπάρξω αλλά ακόμη δεν γνωρίζω τη γλώσσα της ύπαρξης.
Συλλαβίζοντας την κάθε ημέρα, χαίρομαι για την δύναμη και την αντοχή μου.
Προχωρώντας στοχάζομαι και προβάλλω το στοχασμό μου.
Βαδίζοντας αναλώνομαι στην ιστόρηση του Θεού.
Γεννώντας τον εαυτό μου, φιλοτεχνώ έναν ακόμη Προμηθέα.
Καταλύοντας τον εαυτό μου, επικαλούμαι τον πρώτο άνθρωπο.
Είμαι ο Αδάμ και ο Εωσφόρος.
Και δεν είμαι τίποτε ούτε θα είμαι.
Επινοώντας τον εαυτό μου, υπάρχω.
Αποδομώντας τον εαυτό μου, διυπάρχω.
Μη υπάρχοντας, συναντιέμαι με τον Θεό...