Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2018

Ώρα της Στάχτης






Τελειώνει ο Σεπτέμβρης. Είναι ώρα να σου πω
πόσο δύσκολο ήταν να μην πεθάνω.

Για παράδειγμα, απόψε,
έχω στα χέρια γκρίζα
βιβλία όμορφα που δεν καταλαβαίνω,
δεν θα μπορούσα να τραγουδήσω
αν και έχει σταματήσει πια η βροχή
και μου έρχεται χωρίς λόγο η θύμηση
του πρώτου σκύλου που αγάπησα παιδί.

Από χτες που έφυγες
υπάρχει υγρασία και κρύο μέχρι και στη μουσική.
Όταν θα πεθάνω,
μονάχα θα θυμούνται την πρωινή και φανερή μου αγαλλίαση,
τη σημαία μου χωρίς δικαίωμα να κουραστεί,
τη συγκεκριμένη αλήθεια που μοίρασα από τη φωτιά,
τη γροθιά που έκανα ομόφωνη
με την κραυγή από πέτρα που απαίτησε η ελπίδα.

Κάνει κρύο χωρίς εσένα. Όταν θα πεθάνω,
όταν θα πεθάνω
θα πουν με καλή πρόθεση
πως δεν ήξερα να κλαίω.
Τώρα βρέχει πάλι.
Ποτέ δεν ήταν τόσο βράδυ στις εφτά παρά τέταρτο
όπως σήμερα.

Έχω επιθυμία να γελάσω
ή να σκοτωθώ.





Ρόκε Ντάλτον
(Μετ: Γιώργος Μίχος)

Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2018

Η δίψα για εκείνο που κρύβεται...


Αν πριν από τριάντα χρόνια, κάποιος μου ζητούσε μια καλή συμβουλή – κι επέμενε φορτικά, είναι η αλήθεια – θα του’λεγα: Πάψε να σκέφτεσαι και πιάσε να διαβάζεις. Και πιο πολύ: Να μελετάς έπειτα εκείνο που διάβασες. Και τελικά: Την τρίτη φορά, κράτα και σημειώσεις. Κι αν έχεις την πολυτέλεια του χρόνου, στοχάσου κιόλας. Ναι, ίσως έτσι να κατέληγα. Δεν είμαι καθόλου βέβαιος αν θα είχα αυτό το ύφος πάντως αυτό θα ήταν το νόημα. Η ‘κεντρική ιδέα’ που λέγαν και οι δάσκαλοι της εποχής μου.

Αν σήμερα μου ζητούσε – πάλι πιεστικά και πιο πολύ τούτη τη φορά – μια ανάλογη συμβουλή – ‘καλής πνευματικής υγείας’ να την πω – θα ήταν: Κόψε το διάβασμα και πιάσε να στοχάζεσαι. Το πάψε να σκέφτεσαι δεν θα το άλλαζα. Γιατί άλλο πράγμα η σκέψη κι άλλο ο στοχασμός. Από σκέψεις δεν πάσχουμε. Ο νους έτσι κι αλλιώς στον τομέα αυτό λειτουργεί όπως το έντερο με τον περισσευούμενο εγκλωβισμένο αέρα. Τον αποβάλλει με τις γνωστές ηχητικές και… οσμηρές συνέπειες.
Τι γίνεται όμως με το στοχασμό; Που είναι το διαμάντι που έχει περάσει από χίλια κύματα για να πάρει τις γωνίες και τις έδρες του και την καθαρότητά του; Άνθρακα τον βρίσκεις στα έγκατα της γης και υπέρλαμπρο στολίδι γίνεται μια μέρα που το βλέπεις και το θαυμάζεις. Και παίρνει το φως από τη μια και στο δίνει αυτοκρατορικό ουράνιο τόξο από την άλλη. Φως κι έτσι κι αλλιώς. Όμως και όχι. Γιατί ο στοχασμός ό,τι προσλαμβάνει ακατέργαστο, θολούρα κι ίσκιο, το μεταβολίζει σε φάσμα χρωμάτων και λαμπερή βεντάλια που είναι ικανή σε μεταμορφώσει και μόνο με την ομορφιά της. Έτσι θα του’λεγα  λοιπόν όποιου ζητούσε κάποια συμβουλή καλά και σώνει: Κάνε τη σκέψη σου ομορφιά και η ομορφιά θα σε σώσει, για να θυμηθούμε και τον μέγα Φίοντορ.

Κι ακόμα: Πρόσεχε πολύ με ό,τι διαβάζεις και κυρίως, με ό,τι μηρυκάζεις.

Ναι, το’γραψα κιόλας κάποια χρόνια πριν σε μιαν ανάρτηση κι αισθάνθηκα πως ζορίστηκαν αρκετοί και άλλοι το είδαν πολύ ευνοϊκά κι έξυσαν το κεφάλι τους. Η μεγαλύτερη ευεργεσία που έκανα κάποτε στον εαυτό μου ήταν που έκοψα το διάβασμα, λέει κάπου ο Νίτσε. Όλα αυτά τα ξένα εγώ είχαν καταπλακώσει το δικό μου και δεν έπαιρνα ανάσα. Και ξαφνικά, σήκωσα ξανά κεφάλι κάτω απ’τις πλάκες! Δεν λέω πως φτάσαμε ή θα φτάσουμε ποτέ στα ύψη και στα βάθη που άγγιξε ο γίγαντας αυτός αλλά και τι μας νοιάζει; Μήπως και τα δικά μας βάθη και ύψη είναι λίγα; Μου αρέσει που πολλές φορές αναρωτιόμαστε για τον Πλάτωνα, το Μαρξ και το Νίτσε και στα δικά μας τα νερά είμαστε ακόμα στα ρηχά. Έξω – έξω, εκεί που… πατώνουμε και δεν τολμάμε να ξανοιχτούμε μπας και πνιγούμε.

Άγνωστα τα πελάγη και οι κορυφές απάτητες του δικού μας πλανήτη και θέλουμε να κατανοήσουμε την παγκόσμια φιλοσοφία και τα ξένα σύμπαντα σε βάθος και σε πλάτος! Αν δεν είναι πράξη ύστατης διαφυγής και έσχατης δειλίας αυτό τότε τι είναι;


Γιατί νομίζω δεν είναι από τεμπελιά που αποφεύγουμε το στοχασμό. Είναι από δειλία. Να το παραδεχθούμε κάποια μέρα θα προσφέρουμε δωρεά στον εαυτό μας.

Μοιάζουμε δηλαδή με κείνον που λαχταράει τη θάλασσα αλλά δεν ξέρει να κολυμπάει. Βλέπει αλλά δεν τολμά. Ορέγεται αλλά δεν γεύεται. Κι αυτό από φόβο και δειλία, ίσως ακόμα και από δέος. Κι έτσι μένει στην ακρογιαλιά καιρούς ολόκληρους, ‘αδρανής και ατόφιος’.

Ας πούμε ότι το διάβασμα αυτό μπορεί να σου προσφέρει: ένα σπρώξιμο να πέσεις κι ας μην ξέρεις να κολυμπάς! Το διάβασμα σε προγυμνάζει, σε ετοιμάζει και τελικά σου δίνει τη σπρωξιά να πέσεις. Όμως, το κολύμπι - και αργότερα η βουτιά στα βαθιά- είναι δική σου υπόθεση. Γιατί το να είσαι με το νερό ως τα γόνατα δεν είναι η λύση.

Έχεις μπροστά σου τη μεγάλη πρόκληση κι εσύ απλά δροσίζεσαι. Αν δεν γευτείς το βίωμα ως τα εσώτερά σου μένεις με την αίσθηση μονάχα. Και ζηλεύεις και μισείς ακόμα όσους το απετόλμησαν.


Όμως, το ξέρεις, στα βάθη είναι η αλήθεια κι όχι στο πλατσούρισμα και στις διαφυγές των παιχνιδιών στα αβαθή και στα στεγνά. Και η δίψα για την αλήθεια είναι πιο βασανιστική κι απ’αυτή του σώματος που χωρίς νερό, αφυδατωμένο, νεκρώνεται σε μια βδομάδα. Η δίψα για εκείνο που κρύβεται εκεί και σε καλεί από τότε που σαρκώθηκες. Και δεν θα πάψει ποτέ να σε καλεί ν’αφήσεις τις ασφάλειες της παραλίας.

Με ρίσκο βέβαια, με κίνδυνο μα περισσότερο με την υπόσχεση επιτέλους, να βιώσεις, τελικά…
να ζήσεις!
Μα τότε, θα μου συμπληρώσεις, η ωραία συμβουλή αλλάζει: Πάψε να στοχάζεσαι και ζήσε!

Κι έτσι είναι, πώς αλλιώς!
Με τη διαφορά πως όποιος έχει φτάσει σε τούτο το κατώφλι, δεν έχει ανάγκη από συμβουλές και γνώμες και απόψεις.

Μονάχα βιώνει ολόκληρος


Και σιωπά…



Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2018

Σε όλα μας τα μέλη αληθεύει ο θάνατος...


Ο ΑΚΑΝΘΙΑΣ

Κάθομαι στην καρέκλα μου σαν το πουλί στο δέντρο.
Σε όλα μας τα μέλη αληθεύει ο θάνατος
κ’εγώ ακόμη δεν μπορώ να καταλάβω τ’αυτοκίνητα.
Οι μέρες μας, αλήθεια, πεθαίνουν
ευλάβεια μη μπορώντας!
Ο καιρός επήρε τα πανιά μας και γιγάντεψε
στα πυκνότερα οξυγόνα ο Ίχνος
μ’ένα χιλιόμετρο σπασμένο φως
κρατώντας τη φαρέτρα των δευτερολέπτων
ο γυιός του κατάκοιτου Φαλακρού του βιδωμένου
και της ωραίας Νυστής που μπεκρουλιάζει στα ηλιοστάσια –
όλη των άστρων η προχειρότητα.
Θάθελα να κρατήσω μια σκιά στα χέρια μου
θάθελα νάχει το ποίημα κατάλευκα και τρυφερά λαγόνια…
[…]


Νίκος Καρούζος Λευκοπλάστης για μικρές και μεγάλες αντινομίες, 1971

Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2018

Με τη σιωπή...





Μέσα από μια ριπή του ανέμου με κοιτάζει.
Ο Γενάρχης στέκει σταθερός, ακλόνητος σαν πεισματάρης βράχος κι επιμένει. Επιμένει με αυτό το βλέμμα που περιέχει πάντοτε το σπαραγμό του αιώνιου και με ρωτά:
Θα έρθεις μαζί μας;
Η ίδια ερώτηση, μέρες, βδομάδες, μήνες τώρα. Από την πρώτη ώρα, την πρώτη στιγμή που αλαφιασμένος άρχισε να πελεκάει τα δέντρα γι αυτό το θηριώδες πράγμα.
Κοιτάζω ολόγυρα. Μπροστά μου όλα αφανίζονται. Ο ορίζοντας είναι πιο μαύρος από ποτέ, δεν φαίνεται καμιά ρωγμή στη βούληση του Αχανούς να τα ρημάξει όλα.
Πίσω μου ορθώνεται το πιο παράξενο πλεύσιμο ανθρώπινο δημιούργημα.
Ανθρώπινο;
Σκέφτομαι και τη σκέψη μου μπορεί να την ακούσει.
Όχι αδελφέ μου. Αν το τολμήσω σημαίνει πως θα πρέπει να αρχίσω να μιλώ ξανά.
Ο άνεμος σταμάτησε άξαφνα να λυσσομανά. Τα σύννεφα σταμάτησαν πια να ταξιδεύουν κι έχουν πυκνώσει πάνω απ’τα κεφάλια μας. Γέμισαν το στερέωμα σκοτάδι. Έχουμε να δούμε τον ήλιο βδομάδες. Κάποιοι δεν θα τον ξαναδούν ποτέ.
Προτιμάς να συνεχίσεις τη σιωπή σου; Για το λίγο που σου μένει;
Είδα τον Γενάρχη να χαμογελά κι αυτό ήταν ένα ανέλπιστο δώρο. Πίσω του ένας ολόκληρος κόσμος χανόταν. Μπροστά του, ένας άλλος έπρεπε να ξεκινήσει το ταξίδι του. Εγώ στεκόμουν στη μέση. Το συνειδητοποίησα και μέριασα.
Κάποιοι από εμάς πλάστηκαν για να μιλούν. Όπως εσύ. Με τα χέρια σου. Με το βλέμμα σου. Με τα παιδιά σου. Με τα πλάσματα που φιλοξενεί στη κοιλιά του αυτό το τέρας. Και κάποιοι άλλοι πρέπει να μείνουν για πάντα σιωπηλοί αδελφέ μου, σκέφτηκα και άκουσε τη σκέψη μου.
Με οδύνη μιλάς, μου λέει.
Πρέπει να φύγετε, του απαντώ.
Το νερό έρχεται. Ως το βράδυ όλα εδώ θα είναι…
Ως το βράδυ θα έχω προλάβει, του απαντώ.
Τι;
Να αφηγηθώ την ιστορία του κόσμου.
Εσύ; Πώς; Με τη σιωπή σου;
Ντράπηκε για την ερώτησή του, με αγκάλιασε, μου χάρισε μια ριπή αιωνιότητας ακόμα με τα μάτια του και χάθηκε στα σωθικά του πλεύσιμου.
Γύρισα την πλάτη μου και άρχισα να κατεβαίνω τη μεγάλη ράμπα.
Πίσω, στον παλιό κόσμο, σκέφτηκα και αμέσως, ξεκίνησε να βρέχει…


Punkt widzenia
Arkadiusz Makowski

Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2018

"There is no dark side of the moon really. Matter of fact it's all dark."




All that you touch
And all that you see
All that you taste
All you feel
And all that you love
And all that you hate
All you distrust
All you save
And all that you give
And all that you deal
And all that you buy
Beg, borrow or steal
And all you create
And all you destroy
And all that you do
And all that you say
And all that you eat
And everyone you meet
And all that you slight
And everyone you fight
And all that is now
And all that is gone
And all that's to come
And everything under the sun is in tune
But the sun is eclipsed by the moon

"There is no dark side of the moon really. Matter of fact it's all dark."


Pink Floyd
Eclipse

Σάββατο 1 Σεπτεμβρίου 2018

Παλαιστής





Ο παλαιστής όρθιος.
Ο Σίσυφος όρθιος.

Βλέπω στο βράχο που ανασαίνει μπροστά μου
είδωλα και εικόνες
όλη την ανθρωπότητα αγγίζω
στο βρώμικο αυτό ανάγλυφο
και το βάρος ελαφραίνει
κάθε φορά
που μπορώ να κοιτάξω
έναν μονάχα
χωρίς ντροπή

το κοινό καθιστό
με κομμένη την ανάσα
όσο ο ήρωας απαγγέλλει

βλέπω στον βράχο τις θάλασσες
τα πρωτοβρόχια
και τις ήρεμες Κυριακές της άνοιξης
κάποια απογεύματα
ευλογημένης ανίας
και κάποιες νύχτες που ο φόνος
έκανε τα δάχτυλά μου
να μυρμηγκιάζουν
και ήθελα τον πρώτο άνθρωπο που θα συναντούσα
να τον αφανίσω
και ύστερα χώνευα το θυμό μου
μαζί με το φριχτό μαρτύριο της ήττας
και σε όλα τούτα που βλέπω μπροστά μου
δεν ανήκω
λέω με έπαρση

και σε όλα αυτά που δεν βλέπω
ξέρω πως ανήκω

ο παλαιστής όρθιος
ο Σίσυφος όρθιος
οι θεατές καθιστοί

και η ανάσα ακόμα ηχεί παράταιρη

βλέπω στο βάθος του ορίζοντα
ένα κορίτσι
δεν έρχεται για μένα
θα με προσπεράσει
έχει αλλάξει τόσο η μορφή μου
που δεν με αναγνωρίζει
ούτε η βροχή
ούτε ο ήλιος
κι εγώ με βία καταφέρνω
να ψελλίσω δυο λόγια συμπόνιας

κι εγώ αρνούμαι άλλο να μιλήσω
με λόγια συμπόνιας

και ο παλαιστής αφήνει το βράχο
και ο Σίσυφος αφήνεται στο βράχο

και ο βράχος συνθλίβει τον παλαιστή
και ο βράχος αθανατίζει τον Σίσυφο

όρθιο το κοινό χειροκροτεί
και αλαλάζει...