Τρίτη 28 Ιουνίου 2016




Ένας άλλος εαυτός

Δεν φοβόμαστε
Απλώς, πονάμε
            Πίσω απ' τον απέναντι τοίχο
            Ένας άλλος, ακόμη ψηλότερος μας περιμένει…

Δεν είναι ότι κρυβόμαστε
Απλώς
Πληγή τη πληγή
μαθαίνουμε ακόμη
Ν’αγαπάμε…

Διαφυγές δε χρειαζόμαστε
Είναι η αλήθεια που αρνηθήκαμε
Κι ακόμη τη χρωστάμε
            Πίσω από τον επόμενο σύντροφο
            Ένας άλλος, πιο σκληρός
 Με απουσία μας χαρακώνει…

Δεν είναι ότι θωρακιζόμαστε
Απλώς μαθαίνουμε ακόμη
Πώς είναι να ζούμε
Χωρίς την πανοπλία του εγώ
Πώς είναι να ζούμε
Χωρίς το αγορασμένο αίμα των άλλων

Να ζούμε αληθινά…

Στο άπειρο δεν απλωνόμαστε
Είναι η αφθαρσία ένα ρούχο
Που δεν έχουμε μάθει να φοράμε
            Πίσω από τον επόμενο εαυτό
            Ένας άλλος, ακόμη πιο μοναχικός
            Το αιώνιο μας χρεώνει…


Μάης 2009

deep red

Τρίτη 21 Ιουνίου 2016


άκουγε κάθε μέρα
εμβατήρια
ήθελε τον πόλεμο στη ζωή του
ήθελε το αίμα

δάγκωνε τα χείλη του
φοβόταν πως θα πέθαινε γέρος
φοβόταν πως θα τον αγαπούσαν πολύ
φοβόταν πως περιείχε φως

άκουγε κάθε μέρα
ιαχές και κρόταλα
έκλεινε στο παρεκκλήσι της καρδιάς του
όσα απέμεναν ακόμα ζωντανά
να τον κρατούν στον εαυτό του
κι ύστερα
ξεχυνόταν στους λειμώνες
των άηχων μεταμορφώσεων

άκουγε
κάθε μέρα τον εαυτό του
να του μιλά
για το βαθύ κρεβάτι του θανάτου
και μαυλιζόταν
και ριγούσε από ηδονή...

ονειρευόταν
πως δεν ονειρευόταν πια...

ένα πρωινό
στεκόταν ξανά
στην κορυφή του εαυτού του
μόνος
όπως πάντα

είδε μακριά
το αχνοφέγγισμα
μιας αλλιώτικης αυγής
ερχόταν στ'αυτιά του
μια μελωδία παράξενη
κι ένα τραγούδι
παιδικές φωνές
και γέλια
και πειράγματα
η μαρτυρική ψευδαίσθηση
της ευτυχίας...

δάκρυσε
ως τα μύχια του είναι του

και είπε
ν'αγνοήσει
τον ίλιγγο της πτώσης...




Μάι2012



Das blaue Zimmer.

Δευτέρα 13 Ιουνίου 2016

οι χώροι του "ανέφικτου"



Είναι κάτι χωριά απομονωμένα
Που δίπλα στ' αγριεμένα κύματα
Αιώνες στέκουν βουβά
Σαν κύλικες
Θαμμένοι στη γη
Χωρίς εκκλησίες και καμπαναριά
Μόνο με σκούρους τσίγκους
Ασπρόμαυρα βότσαλα
Και πετρόχτιστα μνημεία
Στ' αμπέλια θάβουν τους νεκρούς τους
Στις ασημοελιές προσφέρουν τα τάματα
Και στα μικρά ρυάκια βαφτίζουν
Τα παιδιά τους μ' ονόματα κρίνων και πουλιών

Οι άνδρες είναι ταξιδευτές
Και κάποιοι άλλοι πολεμιστές γενναίοι
Φορούν πανοπλίες
Αμπέχονα από τρίχα ζαρκαδιών
Και μαύρα τσόχινα παπούτσια
Που δένουν ως το γόνατο
Αγαπούν τις γυναίκες
Τα κόκκινα κεράσια
Τις κληματαριές
Και τον ίσκιο των κυπαρισσιών
Εκεί τα μυστικά τους εκεί οι βλέψεις τους
Και οι μεγάλες τους προσδοκίες

Οι γυναίκες είναι άξιες κεντήστρες
Κι ακούραστες υφάντρες
Λινό χασέδες και βαμβάκι η ζωή τους
Πολύχρωμα νήματα και κλωστές οι πλευρές τους
Έχουν αυλές ολάνθιστες με ζουμπούλια
Που κατά ένα περίεργο λόγο
Ανθούν ολοχρονίς σε χρώματα λιλά
Με κατσικίσια δέρματα φτιάχνουν
Τα στολίδια τους
Μενταγιόν βραχιόλια δακτυλίδια
Και με αχάτη των βουνών τα καλύπτουν
Τα σχέδια των ινδιάνων αγαπούν
Τα προγονικά κειμήλια αντιγράφουν
Και τις συμβουλές των μάγων ακολουθούν
Στις θυσίες και στα τελετουργικά τους

Τα παιδιά αν και λιγοστά
Κατακλύζουν σαν σμήνη τις ρηχές όχθες
Ορχήστρες φτιάχνουν με ασκούς
Πετραδάκια και ξυλόφωνα
Καλαμένια πλέκουν καλάθια
Υφασμάτινα φτιάχνουν παιχνίδια
Και κάθε λιόγερμα
Γεμίζουν με άμμο μικρά αγγεία
Σαν να θέλουν αμέτρητες να γίνουν οι χαρές
Πλούσια τα αποτυπώματα της ζωής
Και ρευστά να κυλούν οι μύθοι των νερών
Στις τρύπιες ράχες των λειμώνων
Άγκυρες και κοχύλια σκαλίζουν στα μπράτσα
Έτσι που οι μικρές αχιβάδες των βυθών
Αβίαστα να σκεπάζουν τον ύπνο τους
Και συνωμοτικά να απιθώνουν στιχάκια
Στα νοτερά προσκεφάλια των βράχων

Είναι κάτι μέρη που ο χάρτης τα ξέχασε
Οι δρόμοι δεν τα βρίσκουν
Κι οι καβαλάρηδες περιπαιχτικά τα αγνοούν
Μέρη δικά μας αβεβήλωτα
Που κάθε Μεγάλη Παρασκευή
Περιφέρουν στα στενά τους
Αντί για επιτάφιους
Ολάνθιστα άρματα και ξόανα γιορτής
Που εκστατικά οι γέροντες τα ραίνουν
Με οίνους και ύμνους διονυσιακούς
Να μεθά η μέρα
Κι η νύχτα να γιορτάζει
Με κρόταλα κι αχτίδες πυγολαμπίδων

Είναι της ποίησης χωριά
Που καλά τα φυλάει ο Θεός
Ξένο μάτι να μην τα δει
Κακόβουλο χέρι να μην τ' αγγίξει
Απρόσιτοι να μείνουν παράδεισοι
Κοιτίδες να γίνουν αγάπης
Στωικά να μας επιστρέφουν το ανέφικτο
Που μες στα όνειρα σαν ζύμη φουσκώνει
Τον κόσμο όλον να θρέψει
Με φως και τραγούδι
Μελωδικός να γίνει ο σκοπός
Και ο λόγος κροτίδα λευκή
Βροντερά να λάμψει στα στήθη....
Της ποίησης τα δικά μας ασκητήρια!



αναδημοσίευσα από:


Κυριακή 12 Ιουνίου 2016



Αβρός μην πας στην νύχτα την καλή,
Το γέρασμα, με το κλείσιμο της μέραςֹ
πρέπει να καίει και να μουγκρίζει
Οργή, οργή για του φωτός την εκπνοή.

Dylan Thomas


Αναδημοσίευσα από http://xibalbaawe.blogspot.gr/2016/06/100000.html

Τρίτη 7 Ιουνίου 2016

Δριμιά Ανάγκη

 



Εμείς, εδώ
στη Μεγάλη Μοναξιά
συζητούμε για σένα
κατεβήκαμε απ’το όνειρο
μ’ένα κομμάτι ουρανό
και γίναμε μια δρασκελιά φωτός
στο μαύρο χώμα

Σφυροκοπάει το μάταιο
τη ζωή στις φλέβες μας
αγγίζουμε τα νιάτα στη σάρκα
και γίνεται χρόνος
και χάνεται

λαμποκοπάει το μέταλλο του πόνου
παίρνει κεφάλια κάθε μέρα
κάθε λεπτό
ο Λήσταρχος που φλέγεται από πόθο
για το χαμόγελό μας

φωτιά και ύαινες
και άρπαγες και οιμωγές
και στερεώματα οργωμένα από βλέμματα
και προσευχές ιερές
κατάρες, φονικά
και αγκαλιές σαν ξέφωτα ήλιου

πλούσιο το τραπέζι μας…

Εμείς, εδώ
στη Δριμιά Ανάγκη
κάθε πρωινό συνωμοτούμε
κι εργαζόμαστε
το θάνατό σου

και κάθε βράδυ
σε γιορτάζουμε
κάνουμε έρωτα τον Έρωτα
και απλωνόμαστε

και το Όνειρο εκείνο
όνειρο κάνουμε
και μέσα του ξεχνιόμαστε…


απρ2012


Tiermas (Spain)
Photo night.