…Η πρώτη πρόταση λέει:
Να μειώνεις τις ανάγκες σου σημαίνει ότι αυξαίνεις τη δύναμη σoυ.
(Rousseau,
“Émile ou de l’ education”, Cammier – Flammarion, Paris 1966, σ. 211:
Diminuez done les desirs, e'est comme si vous augmen- tiez les forces)
Κάποιος
παλαιός φιλόσοφος το ίδιο νόημα τό 'χε διατυπώσει σ' ένα τρόπο ανάλογα
λιτό, ανάλογα αγροίκο, και ανάλογα γενναίο. Δόσε μου, έλεγε, νά 'χω το
ψωμί και το νερό, κι εγώ σου παραβγαίνω στην ευτυχία με το Δία.
Στη
φύση δε θα βρεις πουθενά το βοηθητικό και το πρόσθετο. Στη φύση όλα
είναι αναγκαία. Και κάθε αναγκαίο φτάνει να αναπληρώσει χιλιάδες
δευτερεύοντα και περιττά. Οι χαμάδες ελιές που τσιμπολογούν τα κοτσύφια
ή το γρασίδι που τρώει στην πρασιά το ερίφιο είναι γεύμα περιφανώς
πλουσιότερο από το τραπέζι του Τριμαλχίωνα που περιγράφει στο Σατυρικό του ο Πετρώνιος.
Μείωνε, λοιπόν, τις ανάγκες σου για νά 'σαι κυρίαρχος, λέει ο Ρουσσώ…
…Η δεύτερη πρόταση του Ρουσσώ λέει:
Η
ευτυχία του ανθρώπου εδώ κάτω δεν είναι παρά κατάσταση αρνηπκή. Πρέπει
να την μετράμε με την ελάχιστη ποσότητα των πόνων που δοκιμάζουμε.
(Rousseau,
ό.π.π. σ. 93: La felicite de l'homme ici-bas n'est done qu' un etat
negatif; on doit la mesurer par la moindre quantite de maux qu'il
souffre).
Αυτό
σημαίνει: Για να σου πω πόσο αξίζεις, μη μου λες τι απόχτησες και τι
κατέχεις. Πες μου σωστότερα πόσα πλήρωσες ως τώρα, και π ακόμη δε
χρεωστάς.
Εδώ
πρόκειται μια στάση ζωής που γεννά τα ανήμερα ερωτήματα. Σε ποιον
χρεωστά τάχατες ο νέος άνθρωπος; Δεν έρχεται στον κόσμο ελεύθερος,
καθαρός, αχρέωτος; Όχι! αποκρίνεται η αγωγή της φύσης.
Γιατί
ο κάθε άνθρωπος που γεννιέται έχει ταυτόχρονα χρεωθεί με το δεδομένο
ότι του χαρίζεται η ζωή. Και η ζωή για τον καθένα μας είναι δώρο
πολυτιμότερο από το χρυσοφόρο Παγγαίο, ή από το Δέλτα του Νείλου…
…Η
ζωή του ανθρώπου είναι μία Εγνατία, που από το Δυρράχι της Αδριατικής
που ξεκινά ως τα Κύψελα του Έβρου που τελειώνει είναι γιομάτη αγώνες,
ατυχίες, βάσανα, αδικημούς, απάτες, αρρώστειες, μέριμνες, κινδύνους. Ο
άνθρωπος την τραβά από την αρχή ως το τέλος ωσάν να περπατά στρωμένο
ναρκοπέδιο.
Κι
όσο φτάνει προς το τέλος, τόσο πλησιάζει στα πιο φοβερά από τα φοβερά.
Στα άθλια γερατειά δηλαδή' και στον ανεξίλαστο θάνατο.
Και
το τέλος; Ο άνθρωπος πεθαίνει αναίτια, άχρηστα, ανώφελα. Πεθαίνει
άδικα, κριματισμένα, παράλογα, μουγγά. Σαν το σκυλί που λέει ο Κάφκα.
[So wie ein Hund. Έτσι τελειώνει Η Δίκη (Der Prozess) του Κάφκα].
Καθώς πέφτει, η αυλαία σβήνει το φως, όπως η νύχτα σβήνει την αστραπή.
Πολύ κοντά στο ακρότατο άκρο έρχεται η τρίτη πρόταση του Ρουσσώ, να συμπληρώσει την προηγούμενη:
Ο άνθρωπος φυσιολογικά μαθαίνει να υποφέρει συνεχώς, και πεθαίνει ειρηνικά.
(Rousseau, ό.π.π. ο. 60: Naturellement l'homme sait souffrir constamment et meurt en paix).
Έχω
την ιδέα ότι αυτή η πρόταση είναι ο πιο μεστός παιδαγωγικός λόγος που
ξεστόμισε η ανθρώπινη σοφία. Όποιος ημπορεί να τον εφαρμόσει στη ζωή
του, αυτός νικάει τη μοίρα. Το .κομμάτι, δηλαδή, που του μοιράζει η
φύση.
Γίνεται
το πλάσμα που δεν υπερβαίνει βέβαια, αλλά οπωσδήποτε υψώνεται στην
περιωπή του πλάστη του. Τον άνθρωπο τούτο δεν ημπορεί να τον βλάψει ούτε
η τύχη, ούτε ο καιρός, ούτε ο θεός. Πώς να τον πούμε; που λέει ο Πίνδαρος. Άνθρωπο να τον πούμε, ή να τον πούμε ήρωα;
(Πινδάρου, Ολυμπ., 2, 2: τίνα θεόν, τίν' ηρωα, τίνα δ' άνδρα κελαδήσομεν;)
…Ο
Όμηρος την πρόταση του Ρουσσώ πως ο άνθρωπος φυσιολογικά μαθαίνει να
υποφέρει σε όλη τη ζωή του, μας την εδίδαξε απλά. Τι είναι το ταξίδι του
Οδυσσέα;
Έξω από τα lucida intervalla της
Καλυψούς και της Ναυσικάς, το ταξίδι του Οδυσσέα δεν είναι δρόμος στα
βαγιόφυλλα και στις ροδωνιές. Αλλά είναι μια ανερχόμενη εμπειρία ρίσκου,
τραχύτητας, απειλής.
Από
τους Λαιστρυγόνες στους Κίκονες- από τους Λωτοφάγους στη Χάρυβδη· από
τους Κύκλωπες στον κάτου κόσμο και στον ασφοδελό λειμώνα- από το ζητιάνο
Ίρο στον υπερφίαλο Αντίνοο- από το σκυλοπνίξιμο και το νησί του Ήλιου
στη μάγισσα Κίρκη και στα γουρούνια…
…Τι
θα πει πεθαίνω ήσυχα; Πεθαίνω ήσυχα θα ειπεί ότι τελειώνω με μια πράξη
που δεν είναι περισσότερο οδυνηρή από ης προηγούμενες πράξεις μου. Σβήνω
την πυρκαγιά του θανάτου ανάβοντας μπροστά της και κατευθύνοντας
ενάντια της την πυρκαγιά της ζωής. Σε τρόπο ώστε, όταν φτάνει να μ'
αγγίξει ο θάνατος, δε βρίσκει παρά τα αποκαΐδια.
Αυτό δεν είναι και το νόημα της τελευταίας επιθυμίας του Σωκράτη; - Έ συ Κρίτων και οι άλλοι! παρακάλεσε. Μη λησμονήσετε να προσφέρετε την οφειλόμενη θυσία στον Ασκληπιό, το θεό της ιατρικής.
(Πλάτων,
«Φαίδων», 118: ό δή τελευταϊον έφθέγξατο Ώ Κρίτων, έφη, τω Άσκληπιω
όφείλομεν άλεκτρυόνα- άλλ' άπόδοτε καϊ μή άμελπσητε).
Σα νά λέει: το κώνειο του θανάτου με γιάτρεψε από το φαρμάκι της ζωής!
Ο Σωκράτης πέθανε ήσυχα. Γιατί φυσιολογικά έμαθε να υποφέρει σε όλη του τη ζωή…
…Η
ζωή είναι κίνηση, αδιάκοπη μεταβολή, συνεχής ανανέωση, αναπροσαρμογή,
πορεία μετεξέλιξης, επανάσταση. Και όλα αυτά όχι για να προχωρεί κανένας
μπροστά. Αλλά για να μένει ακίνητος, χωρίς ωστόσο να σαπίζει μέσα στην
ακινησία του.
Αγωνίζομαι
συνέχεια όχι για να πετύχω το καλύτερο, αλλά για να μην πέσω στο
χειρότερο. Χρειάζομαι να προχωρώ όχι για να φτάσω, αλλά για να μην
υπολειφθώ.
Σε τούτο το παράλογο θέατρο η φυσική επιστήμη δίνει λογική εξήγηση:
Η
κίνηση του ανθρώπου που περιγράφει την πορεία της ζωής του δεν γίνεται
σε αναφορά προς τον τόπο, αλλά σε αναφορά προς το χρόνο. Ό,τι κινείται
δίπλα μου και παράλληλα με μένα δεν είναι ο τόπος αλλά ο χρόνος.
Σωστότερα είναι ο χωροχρόνος, γιατί σε κάποιο επίπεδο χώρος και χρόνος
γίνουνται ένα…
…Αυτό
είναι το μεγάλο μυστήριο της ζωής και της φύσης. Είναι εκείνο ακριβώς,
που ο Ηράκλειτος το συνέλαβε, σε μια από τις πρώτες τιτανικές
καταλαμπές του ανθρώπινου πνεύματος, και το ονόμασε ανάπαυση μέσα στη
μεταβολή.
[Είναι το περίφημο 84α Απόσπασμα του Ηράκλειτου: «μεταβάλλον αναπαύεται». Κάτι να πούμε σαν την εξίσωση του Αϊνστάιν (e = m.c2), την εξίσωση του Χάμπλ (ν = d.H), ή την εξίσωση του Χάιζενμπεργκ (Δp.Aq≥h)].
…Στην
πραγματικότητα η παιδαγωγική του Ρουσσώ, που κομίζει σαν ακραίο το
μήνυμα και το αίτημα της αρνητικής ευτυχίας, του αρκεσμού στο ελάχιστο,
και της οικείωσης με τα βάσανα, είναι η μεταφορά και η εφαρμογή ενός
βασικού νόμου της Φυσικής στις ανθρωπιστικές επιστήμες. Πρόκειται για
το δεύτερο νόμο της θερμοδυναμικής. Είναι ο νόμος που διαφορετικά
λέγεται νόμος της εντροπίας.
Ο
νόμος της εντροπίας είναι το ελατήριο που ξετυλίγεται αργά. Ορίζει: ένα
κλειστό σύστημα τείνει στην αταξία, διολισθαίνει δηλαδή συνεχώς και
αδυσώπητα προς τη διάλυση και τον αφανισμό του, εάν δε δέχεται έξω από
τον εαυτό του την ενέργεια που χρειάζεται για να το συντηρεί. Αυτή η
ενέργεια είναι η συνεχής τροφοδότηση που θα το διατηρεί στην κατάσταση
της αρχικής τάξης…
…Μάθε
το νέο να υποφέρει, και δε θα είναι ποτέ δυστυχής. Μάθε τον να τρέχει
όπως το βέλος του χρόνου, και παρότι θα φαίνεται ακίνητος θά 'ναι πάντα
σφριγηλός. Όπως το λουλούδι την άνοιξη· ο καρπός το καλοκαίρι· το χιόνι
το χειμώνα.
Μάθε
το νέο να μάχεται με κόπο αλησμόνητο ης αδυναμίες και τη ροπή του προς
το εύκολο. Μάθε τον να αντιστέκεται στην εγγενή ηθική εντροπία του, που
είναι αόρατη και ύπουλη όσο η νοτιά και η σκόνη.
Η
εντροπία στον άνθρωπο είναι η δύναμη που συνεχώς τον σπρώχνει στη
νωθρότητα, στην αβελτερία, στον εφησυχασμό, στη μισητή φιλαυτία, στη
χειμέρια νάρκη του μυαλού και της σάρκας. Εντροπία είναι η ηθική
βαρύτητα που ακατάπαυστα μας σπρώχνει προς τα κάτω, προς το κακό, προς
τον εκφυλισμό.
Εντροπία λόγου χάρη ήταν η αβουλησία και η λησμοσύνη (Σαν,
φτάνοντας στο παλάτι της Κίρκης, έπεσαν με τα μούτρα οι ναύτες στον
έρωτα στην ανάπαυση στο φαγοπότι και στο κρασί, τα λησμόνησαν όλα:
θάλασσα πατρίδα ταξίδι νησί βασιλιά σπίτι οικείους και νόστο. Έγιναν
χοίροι) μπροστά
στην άνεση και στις ηδονές που βρήκανε σαν έφτασαν στο νησί της Κίρκης,
και που έκαμε τους συντρόφους του Οδυσσέα από βλοσυρούς ταξιδευτές στις
θάλασσες γρυλλίζοντες χοίρους στα παλάτα της μάγισσας.
Εκατό
χρόνους μετά το Ρουσσώ, την αρνητική παιδαγωγική του για την
καταπολέμηση της ηθικής εντροπίας ο Νίτσε την επαναδιατύπωσε μ' ένα
σύνθημα-βρυχηθμό: Wille zur Macht. Βούληση για δύναμη.
Πολεμήστε,
είπε ο Νίτσε, το σκουλήκι της αδυναμίας μέσα σας, το φτηνό εγωισμό σας,
την αδιαφορία σας για το συνάνθρωπο, τις προλήψεις της ηθικής σας. Και
ξεδιπλώστε στα φτερά του αγέρα τον απτό! Τότε θα αποβασκάνετε το παρόν.
Και θα ιδρύσετε το μέλλον του ανθρώπου…
Δημ. Λιαντίνη, Η εντολή του Ρουσσώ και η παρακοή των δασκάλων, Αθήνα 1991.