Ο παλαιστής όρθιος.
Ο Σίσυφος όρθιος.
Βλέπω στο βράχο που ανασαίνει μπροστά μου
είδωλα και εικόνες
όλη την ανθρωπότητα αγγίζω
στο βρώμικο αυτό ανάγλυφο
και το βάρος ελαφραίνει
κάθε φορά
που μπορώ να κοιτάξω
έναν μονάχα
χωρίς ντροπή
το κοινό καθιστό
με κομμένη την ανάσα
όσο ο ήρωας απαγγέλλει
βλέπω στον βράχο τις θάλασσες
τα πρωτοβρόχια
και τις ήρεμες Κυριακές της άνοιξης
κάποια απογεύματα
ευλογημένης ανίας
και κάποιες νύχτες που ο φόνος
έκανε τα δάχτυλά μου
να μυρμηγκιάζουν
και ήθελα τον πρώτο άνθρωπο που θα συναντούσα
να τον αφανίσω
και ύστερα χώνευα το θυμό μου
μαζί με το φριχτό μαρτύριο της ήττας
και σε όλα τούτα που βλέπω μπροστά μου
δεν ανήκω
λέω με έπαρση
και σε όλα αυτά που δεν βλέπω
ξέρω πως ανήκω
ο παλαιστής όρθιος
ο Σίσυφος όρθιος
οι θεατές καθιστοί
και η ανάσα ακόμα ηχεί παράταιρη
βλέπω στο βάθος του ορίζοντα
ένα κορίτσι
δεν έρχεται για μένα
θα με προσπεράσει
έχει αλλάξει τόσο η μορφή μου
που δεν με αναγνωρίζει
ούτε η βροχή
ούτε ο ήλιος
κι εγώ με βία καταφέρνω
να ψελλίσω δυο λόγια συμπόνιας
κι εγώ αρνούμαι άλλο να μιλήσω
με λόγια συμπόνιας
και ο παλαιστής αφήνει το βράχο
και ο Σίσυφος αφήνεται στο βράχο
και ο βράχος συνθλίβει τον
παλαιστή
και ο βράχος αθανατίζει τον
Σίσυφο
όρθιο το κοινό χειροκροτεί
και αλαλάζει...