Η επιστροφή, η κάθε επιστροφή, έχει τη χλομάδα της συγκατάβασης και την αποκοτιά της λήθης. Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς.
Ο χρόνος ό,τι σου παίρνει στον κανόνα, στο δίνει στην εξαίρεση.
Όλα
όσα απαρνήθηκε κανείς στα νιάτα του, όσα έδωσε μάχες για να τα
συντρίψει, να τα εκμηδενίσει, να τα αφανίσει, να τα γελοιοποιήσει, είναι
μοιραίο να τα γευτεί πολλά χρόνια, πολλές εποχές μετά… και δεν θα έχουν
την αγριάδα του τότε αλλά την στυφή, άνυδρη γεύση του τώρα…
Η επιστροφή, η κάθε επιστροφή, έχει το κωμικό προσωπείο της ανάμνησης και το τραγικό πρόσωπο της μνήμης.
Έχει
τη μελαγχολική συγκίνηση του ανταμώματος και τη θλιβερή όψη της
γήρανσης. Της ασύμμετρης, άνισης γήρανσης. Το σώμα είναι ο Άτλαντας που
κουβαλάει στους ώμους του ένα σύμπαν και η ψυχή, νέα και θαλερή ακόμα,
αρνείται να αναγνωρίσει ό,τι υπέκυψε στο χρόνο. Και οι μνήμες
απασφαλίζονται και η επίθεση ξεκινάει. Και το να πεις ‘ήμουν ανέτοιμος’
είναι ψέμα. Και το να ισχυριστείς ‘ήμουν αθωράκιστος’ είναι ψέμα. Και το
να πεις ‘ήμουν αθώος’ είναι η μισή αλήθεια.
Η άλλη μισή κρύβεται σε όλο αυτό τον πόνο που έχεις μαζί σου.
Ξέρω ότι είσαι μακριά κι όμως τώρα είναι που θέλω να σου μιλήσω, λες και απευθύνεσαι στον ασχημάτιστο ακόμα ορίζοντα του αύριο. Ξέρω ότι έφυγες για πάντα κι εγώ με παιδιάστικο πείσμα ποθώ όλο τούτο να το ακυρώσω.
Ξέρω
ότι χαθήκαμε αλλά είμαστε εδώ… ακόμα. Κι αυτό δεν το λες… δεν τολμάς να
το ψελλίσεις. Το σκέφτεσαι κι είναι το φορτίο το ακριβό αντίτιμο της
κάθε νύχτας δίχως… εκείνο.
Και λοιπόν; Δεν μπορείς να κάνεις πολλά… ίσως τίποτα…
Περπατάς
συντροφιά με τους ήχους των βημάτων σου και αυτό έχεις κερδίσει με
ηράκλειο μόχθο, με αμέτρητα λάθη, με γενναίες αρνήσεις.
Και λοιπόν;
Έχεις ένα βράδυ ακόμα να γεράσεις ανενόχλητος από τον ήλιο…
Ξέρω ότι είσαι μακριά κι όμως τώρα είναι που θέλω να σου μιλήσω…
Και μετά…
Πάντοτε θυμάσαι… πάντοτε θα θυμάσαι
να επιστρέφεις στη φωλιά σου… στον οίκο των αέναων μεταβολών… στο καταφύγιο του ολόδικού σου απείρου…
στην περιοχή του ανθρώπου…
Hurt