Η πρώτη φορά που ‘ο κύβος ερρίφθη’ ήταν με την πτώση του Εωσφόρου από το χτύπημα του Αδωνάι.
Η δεύτερη ήταν με την πτώση του Άβελ από το χτύπημα του Κάιν.
Η τρίτη ήταν με την πτώση του ελληνικού κόσμου από τα αλλεπάλληλα χτυπήματα στον ίδιο τον εαυτό του.
Στις απαρχές όλων των Μεγάλων Μύθων, ο άνθρωπος δεν είναι Άνθρωπος. Είναι απλά ένα έρμαιο της Μοίρας ή της Τύχης ή του εαυτού του. Στην αυγή όλων των μύθων, ο άνθρωπος δεν μετέχει της εξέλιξης αλλά άγεται και φέρεται από Δυνάμεις και Δράσεις που δεν ελέγχει. Κι όμως, στη μυθολογία της φρίκης, ο άνθρωπος πρωταγωνιστεί, συνειδητοποιείται, άρχει, ελέγχει. Στην δίνη της φρίκης, ο άνθρωπος γίνεται Αυτός και αντιμάχεται τη φθαρτότητά του.
Η φρίκη της αιωνίωσης απέναντι στη φρίκη της φθοράς.
Πως το αντιλαμβάνεται κανείς αυτό; Είναι δύσκολο να περιγραφεί, να εντοπιστεί, να ιχνηλατηθεί ακόμα. Βλέπουμε τις δράσεις όπως κανείς παρακολουθεί το τσουνάμι να ορθώνεται και να ορμάει καταπάνω του. Για λίγα δευτερόλεπτα το θηριώδες φαινόμενο που τον υπερβαίνει, είναι τόσο γοητευτικό που μένει αδρανής και αρνείται την οποιαδήποτε αντίδραση. Κάποια στιγμή, αφυπνίζεται, ‘συνέρχεται’, αποφασίζει να μην θυσιαστεί χωρίς κάποια μορφής μάχη.
Οι Τρώες χάνουν την πόλη τους από την κόπωση και όχι από την ευφυία των Αχαιών.
Οι μαθητές ‘χάνουν’ τον διδάσκαλο Ιησού από δειλία και νωθρότητα κι όχι από την μοχθηρή πονηρία των Σανχεντρίν.
Οι σταυροφόροι χάνουν την Ιερουσαλήμ από την ακηδία τους κι όχι από την υπεροχή του Σαλαδίνου.
Έρχεται κάποια στιγμή που το αόρατο χέρι του Αγνώστου στεφανώνει με την εύνοιά του τη φρίκη και ο θρήνος των θνητών δεν αρκεί για να το αποτρέψει.
Η πρώτη μελαγχολική αστοχία ήταν η καταδίκη του Σωκράτη πάνω στα ερείπια της αθηναϊκής δημοκρατίας.
Η δεύτερη ήταν η θεοποίηση του Αλέξανδρου από τους ιερείς του Άμμωνα Δία πάνω στα ερείπια του φαραωνικού μυστικισμού.
Η τρίτη ήταν η θεοποίηση της λογικής στα ερείπια της εσωτερικής αναπνοής.
Και το υπέρλαμπρο άρμα της σκοτεινής και ζωφώδους φρίκης περνούσε πάντα δίπλα τους και τους ράντιζε με την αιωνίωση…