Παρασκευή 30 Ιουλίου 2010

αναδημοσιεύω από: http://dynx.blogspot.com/


Διάφοροι συνειρμοί για την ανικανότητα μας για επικοινωνία


«Υπάρχουν στιγμές στη ζωή μας που ούτε ακόμα ο Σούμπερτ δεν έχει τίποτα να μας πει. Πρέπει να παραδεχθούμε, ωστόσο, ότι είναι οι χειρότερές μας», λέει ένας από τους χαρακτήρες απευθυνόμενος στην κεντρική ηρωίδα στο “Πορτραίτο μιας Κυρίας” του Henry James.

Κάθομαι και αναλογίζομαι... Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν διαβάσει τόσα βιβλία, έχουν δει τόσες ταινίες, έχουν ακούσει και ξέρουν τα πάντα από μουσική, έχουν βιώσει, με άλλα λόγια, έντονα την υψηλή Τέχνη. Κι ωστόσο δεν μπορούν να επικοινωνήσουν - να επικοινωνήσουν είτε με φίλους είτε με συντρόφους, είτε ακόμα με συγγενείς και οικογένεια. Δεν αποκλείω φυσικά και τον εαυτό μου από αυτούς τους ανθρώπους. Πολλές φορές σκέφτομαι ότι όλα αυτά τα βιβλία που διάβασα, η φιλοσοφία, οι θεωρίες ψυχολογίας, αλλά και τα μυθιστορήματα, κλασικά και σύγχρονα, οι βαθυστόχαστες ταινίες του Μπέργκμαν και του Αντονιόνι που βυθίζονται στον ανθρώπινο ψυχισμό, η μουσική του Μπαχ, του Μπετόβεν, του Μάλερ, του Σούμπερτ... Όλα αυτά, υπάρχουν στιγμές, που δεν οδηγούν πουθενά. Αν πράγματι δεχτούμε ότι η τέχνη μας εξυψώνει πνευματικά, τότε γιατί δεν μας βοηθά να επικοινωνούμε με τον 
άλλον; Γιατί δεν μας δείχνει πως να μοιραζόμαστε όλα τα κομμάτια του εαυτού μας μαζί του κι όχι μόνο θραύσματα της ανολοκλήρωτης προσωπικότητάς μας;  
 
avven8


Μήπως απλώς δεν έχουμε τη δυνατότητα να καταλάβουμε τους άλλους; Δεν το πιστεύω αυτό! Ή εμείς δεν δίνουμε την ευκαιρία να προβάλλουμε τον πραγματικό μας εαυτό στους άλλους, ή οι άλλοι συμπεριφέρονται με παρόμοιο τρόπο. Όμως γιατί;;;

Φοβάμαι ότι αυτό το 
γιατί ποτέ δεν θα απαντηθεί. Έτσι είναι η φύση μας. Αυτή η αδυναμία μας για επικοινωνία αποτελεί αναπόσπαστο χαρακτηριστικό της ανθρώπινης ύπαρξής μας. Είμαστε ημιτελείς υπάρξεις, ανίκανες να ολοκληρωθούν, να επικοινωνήσουν πλήρως, ακόμα και να αγαπήσουν και να αγαπηθούν αληθινά. Σπάνια μόνο συμβαίνει κάτι τέτοιο κι αυτές οι περιπτώσεις είναι αξιοζήλευτες πραγματικά. Αγγίζουμε χωρίς να πιάνουμε, μιλάμε χωρίς να γινόμαστε κατανοητοί, βλέπουμε με λάθος μάτια. Μήπως τελικά είχε δίκιο ο Shakespeare όταν στον μονόλογο του Jaques έλεγε ότι, «όλος ο κόσμος είναι μια σκηνή»; Αν δεν είμαστε αυθεντικοί, αν απλά παίζουμε ρόλους, τότε πώς είναι δυνατό να επικοινωνήσουμε με τον άλλον, αφού δεν μπορούμε καν να προσδιορίσουμε το δικό μας κέντρο βάρους, τη μοναδική ιδιοσυγκρασία μας;

Παραθέτω εδώ έναν διάλογο* από την ταινία του Μπέργκμαν "Από τη Ζωή των Μαριονεττών", ανάμεσα στον Τιμ και την Καταρίνα, επειδή πιστεύω ότι ταιριάζει με αυτό που προσπαθώ να περιγράψω παραπάνω:
 
ΤΙΜ: Καταρίνα;
ΚΑΤΑΡΙΝΑ: Ναι;
ΤΙΜ: Κοίταξέ με.Πιάσε το χέρι μου.Ακούμπησέ το απαλά στο μάγουλό σου.
(η Καταρίνα το κάνει)
Μπορείς να αισθανθείς το χέρι μου;
(η Καταρίνα γνέφει καταφατικά)
Αλλά μπορείς να αισθανθείς ότι είμαι εγώ; Ότι είμαι εγώ;
(η Καταρίνα κουνάει αρνητικά το κεφάλι)

Στην ταινία "L’ Avventura" ("Η Περιπέτεια") του Αντονιόνι, μια ομάδα ανθρώπων που πάει κρουαζιέρα με ένα πλοίο στη μεσόγειο, σταματάει σε ένα ερημικό νησί (πιο πολύ κάτι σαν βραχονησίδα θυμίζει), με σκοπό να ξεκουραστεί, όπου κι εκεί συνειδητοποιεί ότι ένα μέλος της ομάδας έχει χαθεί: η όμορφη Άννα. Κατά τη διάρκεια της εξαφάνισης της, ο εραστής της και η καλύτερή της φίλη θα ερωτευθούν παράφορα. Και η εξαφάνιση της Άννα θα υποσκιαστεί από αυτή την έντονη ερωτική επιθυμία. Το νησί είναι τελείως ξερό, μόνο βράχια και πάλι βράχια, χωρίς ίχνος βλάστησης, γυμνό, πέτρες γκρι, ένας έρημος ογκόλιθος στη μέση της θάλασσας. Στις όχθες απόκρημνοι γκρεμοί και τα κύματα να σκάνε πάνω αφηνιασμένα...  

aventu1

Κι αυτή η εικόνα, διαδοχικά με φέρνει σε άλλες σκέψεις; Πόσο διαφορετικοί είμαστε αλήθεια εμείς από αυτό το ερημικό τοπίο; «No man is an island»,  έγραψε ο Άγγλος ποιητής John Donne τον 16o αιώνα... Κατά πόσο όμως ισχύει κάτι τέτοιο; Ξερονήσια και δίπλα άλλα ξερονήσια... Έτσι και οι υπάρξεις μας που δεν λένε να γίνουν συνυπάρξεις. Θέλω να πιστεύω ότι δεν είμαστε αυθύπαρκτες οντότητες σε αυτή τη ζωή, ωστόσο η ανθρώπινη συμπεριφορά, με την ανικανότητα της να επικοινωνήσει ουσιαστικά και να αγγίξει τον άλλον άνθρωπο, με κάνει πολλές φορές να σκέφτομαι το αντίθετο. Και κατά πόσο τελικά μπορούμε να πιστεύουμε ότι νοιαζόμαστε για τον άλλον, όταν μέσα σε λίγα μόλις λεπτά ή ώρες μπορούμε να προδώσουμε τον φίλο μας, τον εραστή ή την ερωμένη μας, μπορούμε να ξεχάσουμε τα πάντα και να αφεθούμε σε νέες προκλήσεις; Που κι αυτές θα κρατήσουν ελάχιστα, μιας και πάλι δεν θα είμαστε σε θέση να επικοινωνήσουμε με τον άλλον άνθρωπο. Με τον άλλον. Γιατί πάντα θα γίνεται αυτός ο διαχωρισμός μεταξύ του εγώ και του άλλου. Ο άλλος θα παραμένει τόσο ξένος σε εμάς, όσο κι εμείς στον εαυτό μας.

Κι όλα αυτά τα βιβλία, ό,τι έχει ειπωθεί από μεγάλους φιλόσοφους και ποιητές, από λογοτεχνικούς και θεατρικούς συγγραφείς, από λόγιους γενικά, όλα αυτά χαμένα...  Με βρίσκει σύμφωνο, λοιπόν, το εξής απόφθεγμα του ποιητή Daniel Weissbort: «Και η απουσία σου μου μαθαίνει, ό,τι δεν έχει μπορέσει η Τέχνη». 

aven2 

[...]

Είναι λίγο πριν δύσει ο ήλιος κι εγώ σε μία ξαπλώστρα στην πισίνα ενός ξενοδοχείου συνειδητοποιώ ότι όλος ο κόσμος έχει φύγει. Πριν μερικές ώρες η πισίνα έσφυζε από ζωή -παιδιά, ζευγάρια,  Έλληνες και τουρίστες απ' όλο τον κόσμο-, αλλά τώρα δεν υπάρχει ψυχή, πέρα από μένα που ξεχάστηκα εδώ με τις σκέψεις μου και δυο-τρεις υπαλλήλους του ξενοδοχείου που έχουν ξεκινήσει να μαζεύουν τις ξαπλώστρες και να κλείνουν τις μεγάλες λευκές ομπρέλες. Το νερό της πισίνας, πλέον ήρεμο, βαθύ μπλε, λαμπυρίζει αυτό το πορτοκαλί της δύσης... Υπέροχος χρωματικός συνδυασμός αυτό το χρυσομπλέ… Γύρω απόλυτη ερημιά, νέκρα, ο καθένας έχει τραβήξει τον δρόμο του... κι ένα αίσθημα απόλυτης μοναξιάς... Έχει αρχίσει να φυσάει ένα ψυχρό αεράκι... Ακούω στο mp3 player τις Παρτίτες του Μπαχ για πιάνο και σκέφτομαι πόσο πολύ ταιριάζουν με κάποιους από τους παραπάνω συνειρμούς μου: είναι μελαγχολικές χωρίς να το επιδιώκουν, απλά και μόνο επειδή μες στην απλότητά τους περιέχουν την αλήθεια για την οξύμωρη φύση της ανθρώπινης ύπαρξης. 

επίσης αντιγράφω το δικό μου σχόλιο στο άνωθι κείμενο:
πολύ ενδιαφέρουσες οι σκέψεις σου... τούτη η επικοινωνιακή αναπηρία ενδυναμώνεται πολύ περισσότερο στους διανοούμενους, τους διανοητές, τους ανθρώπους που αναφέρεις... νομίζω πως ο πυρήνας του ερωτήματός σου είναι και η απάντησή του... δεν μπορεί να επικοινωνησει η σκέψη... ο νους δεν θέλει να επικοινωνεί... είναι αυτιστικός και όταν άλλα μέσα μας θέλουν την επικοινωνία, ο νους, ο δικτάτορας και παντοδύναμος νους, τα εμποδίζει, τα σαμποτάρει, τα υπονομεύει... στην ουσία δεν είμαστε βαθιά κοινωνικά όντα... είμαστε αυτά τα ξερονήσια που εύστοχα περιέγραψες.... 

Κυριακή 25 Ιουλίου 2010


  

Το Ελληνικο Θεωρημα


 

Απο την ενεργητικη οδο της μυησης στην δια της πιστεως δικαιωση 






            "Διότι, επειδή εν τη σοφία του Θεού ο κόσμος δεν εγνώρισε τον Θεόν διά της σοφίας, ηυδόκησεν ο Θεός δια της μωρίας του κηρύγματος να σώση τους πιστεύοντας.
Επειδή, και οι Ιουδαίοι σημείον αιτούσι, και οι Έλληνες σοφίαν ζητούσιν.ημείς δε κηρύττομεν Χριστόν εσταυρωμένον, εις μεν τους Ιουδαίους σκάνδαλον, εις δε τους Έλληνας μωρίαν."
(Α΄ Κορ. 1,21-23)
Σ

τις στιγμές της έντασης, συνήθως είμαστε απόλυτοι, αφοριστικοί και ξεροκέφαλα κοντόθωροι. Δεν είμαστε τυχαία έτσι. Αισθανόμαστε ηδονή, ευεξία και πλήρωση  και, ας μην γελιόμαστε, είναι όμορφο να αισθανόμαστε εσωτερικά πλήρεις. Ακόμη κι αν αργότερα, την επόμενη ημέρα, την επόμενη εβδομάδα ή τον επόμενο χρόνο έχουμε αναθεωρήσει κατά μεγάλο ποσοστό όλα εκείνα που μάς έδωσαν τούτα τα συναισθήματα. Μπορεί να τα έχουμε αναθεωρήσει, αλλά αμφιβάλλω αν τα έχουμε απωθήσει κιόλας, κάτι που είναι, φυσικά, εντελώς διάφορο.
          Μιας τάξης ζήτημα είναι το να αναγνωρίσεις πως στην δυναμική της μάχης κι αν δεν είσαι δυνατός, αισθάνεσαι δυνατός.
          Άλλης τάξης ζήτημα είναι να αναγνωρίσεις ποιοι είναι οι αντίπαλοι, ή οι εχθροί και γιατί θέλεις να τους εκμηδενίσεις.
          Στις στιγμές της απουσίας της έντασης -και όχι στις αντίστοιχες της ηρεμίας ή της εσωτερικής σιγής, που είναι διαφορετικής κατάστασης πραγματικότητες- αισθάνεσαι διαλλακτικός, επαφικός, επικοινωνιακός, έχεις σφαιρικότερη αίσθηση του δικαίου και πιστεύεις πως, τελικά, ακόμα και θέσεις που μάχονται η μια την άλλη λυσσαλέα, μπορούν να συγκλίνουν ακόμη και να συμπλεύσουν και να εκφορτιστεί περίσσεια ενέργειας που σε αναστατώνει.
          Και κάπως έτσι θα πρέπει να είσαι όταν καταπιάνεσαι με τομείς κυκλώπειους όπως είναι η λατρεία των Ελλήνων και θέλεις να εισέλθεις σε χώρες απέραντες όπως είναι η Ελληνική Γραμματεία και παράδοση. Ήρεμος, διαλλακτικός και ευρύνους. Όμως τώρα, θέλω να επιχειρήσω να ξεκινήσω αντίστροφα. Από το σήμερα προς το χθες. Και ίσως έτσι αποκτήσω κάποιες σταθερές απαραίτητες και ορόσημα αναγκαία για να μην χαθώ στις απέραντες χώρες των Ελλήνων.
                  
          Εάν ο Χριστιανισμός είναι επανάσταση όχι μονάχα στον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος οργανώνει την καθημερινή του ζωή και διαμορφώνει συμπεριφορές και πράξεις αλλά κυρίως στο πως έρχεται σε επαφή με το θείο -τον Θεό- και διαλέγεται μαζί Του, μπορεί να προκύψει ίσως και από μια απλή φράση του Παύλου:

"ότι εάν ομολογήσης διά του στόματός σου τον Κύριον Ιησούν, και πιστεύσεις εν τη καρδία σου ότι ο Θεός ανέστησεν αυτόν εκ νεκρών, θέλεις σωθή"
(Ρωμ. 10,9)

Ναι, νομίζω πως και μόνο αυτή η απλή φράση να είχε διασωθεί από τις πολλές επιστολές του Αποστόλου των Εθνών, θα αρκούσε για να θεμελιώσει μια πνευματική επανάσταση.
          Είναι μια ρήση, μια διατύπωση, ένας αφορισμός, μια θεώρηση που δεν έχει το προηγούμενό της στην ιστορία του ανθρώπινου πνεύματος, των θρησκειών, των γνωστών λατρειών και δοξασιών απανταχού της υφηλίου.
          Είναι ένας άξονας από τους αμετακίνητους στην δογματική της θρησκείας του Ναζωραίου, είναι ακρογωνιαίος λίθος, σημείο αναφοράς, η πεμπτουσία της χριστιανικής θεολογίας.
        Ομολογείς ότι πιστεύεις στον Εσταυρωμένο και σώζεσαι.
          Διά της πίστεώς σου, δικαιώνεσαι, σώζεσαι.
          Προϋπόθεση της σωτηρίας, απλά και μόνον η πίστη.
          Είναι μια από τις σπουδαιότερες επαναστάσεις του ανθρωπίνου πνεύματος. Οι Έλληνες δεν απετόλμησαν να διατυπώσουν μια τέτοια θεώρηση, νομίζω πως δεν θα πρέπει να πέρασε ποτέ από το νου τους.
          Ο Παύλος όμως δογματίζει λυτρωτικά, απλά και μιμείται τον Κύριο.
          Γιατί, ποιος είναι ο μοναδικός άνθρωπος για τον οποίο είμαστε απολύτως σίγουροι πως βρίσκεται στον Παράδεισο;
          Κάποιος από τους μαθητές και Αποστόλους που όργωσαν όλο τον τότε γνωστό κόσμο κηρύττοντας τον Λόγο και βρίσκοντας μαρτυρικό θάνατο; Όχι.
          Κάποιος άγιος ή Πατέρας της Εκκλησίας που αφιέρωσε τη ζωή του στην άσκηση, την προσευχή, την αγία ζωή; Όχι.
          Ο άνθρωπος αυτός ήταν ένας κοινός ληστής, ένας καταδικασμένος στην χειρότερο και ατιμωτικότερο θάνατο, τον σταυρικό. Ένας άνθρωπος που η ζωή του ήταν γεμάτη αμαρτίες, αδικίες και κανένα έργο χριστιανικό. Κι όμως, ο ληστής αυτός, έχει την διαβεβαίωση του Θεανθρώπου[1] ότι θα είναι μαζί του στον Παράδεισο!!!
          Ο Παύλος μιμείται τον Ιησού στον σταυρό και κηρύττει: Πίστεψε και θα σωθείς. Ομολόγησε την πίστη σου και θα σωθείς.
          Η μεγαλύτερη, ως τότε, επανάσταση στην ανθρώπινη σκέψη, στον ανθρώπινο λογισμό, στο σύμπαν των έλλογων όντων. Και δεν διστάζει να το επαναλάβει προς εμπέδωσιν.

"Διότι, πας όστις επικαλεσθεί το όνομα του Κυρίου, θέλει σωθή"
(Ρωμ. 10,13)
         
          Μπροστά σ'αυτό το επιχείρημα του Παύλου, ο Ελληνορωμαϊκός κόσμος, ένα άρτια δομημένο σύμπαν χιλιετηρίδων, καταρρέει και αποστυντίθεται!
          Τι να αντιτάξεις σε μια τόσο απλή, τόσο σαφή, τόσο "βολική" θεώρηση;
          Πως να μιλήσεις για κοσμολογία, αστρονομία, φυσική, τέχνη, ιατρική, μουσική, ηθική και 'σεπτά μυστήρια' όταν μέσα σε δυο φράσεις όλα αυτά γίνονται περιττά, αχρείαστα και, εν τέλει, αποπροσανατολιστικά;
          Παρά την εμφανή απογοήτευσή μου, θα αποτολμήσω να διερευνήσω τι εννοούσαν οι Έλληνες με την λέξη μύηση για να διακριβώσω και τις -ελάχιστες πάντως- πιθανότητές μου να απορρίψω τον "λακωνικό" Παύλο και να εμμείνω στην στέρεη πεποίθησή μου πως το οικοδόμημα των Ελλήνων ήταν υπερτελές και ουδεμίαν ανάγκη είχε από συμπληρώσεις, νοθεύσεις ή επαναστάσεις.
          Ας πάρουμε βαθιά ανάσα λοιπόν.
          Μύηση λοιπόν σημαίνει είσοδος, εισδοχή (λατ. ρίζα initium εκ του οποίου το initiation). Άρα, μεμυημένος είναι εκείνος που έχει εισέλθει. Που όμως; Και γιατί; Λοιπόν, οι πρόγονοί μας, όπως και όλοι οι αρχαίοι πολιτισμοί- "προχριστιανικούς" τους λένε μερικοί- είχαν κάποιες... ιδιορρυθμίες, κάποιες αποκλίσεις από την 'ορθόδοξη' συμπεριφορά στα μεγάλα συστήματα Γνώσης και Αληθείας που κατά εποχές και τόπους ίδρυσαν και απεκλήθησαν 'Μυστήρια'. Δεν δέχονταν και δεν ανέχονταν τους ράθυμους, τους οκνηρούς, κοινώς, τους τεμπέληδες. Ήταν μια 'διαστροφή' τους, ας πούμε από την οποία όμως δεν μετακινήθηκαν ποτέ. Όσοι ήταν διψασμένοι για να μάθουν έπρεπε πρώτα να 'πάθουν' και σε αυτό, επίσης, είχαν μια... στενοκέφαλη επιμονή. Τα μεγάλα και διάσημα 'Πανεπιστήμια' της αρχαιότητας δεν κρατούσαν μαθητευόμενους ανεπαρκείς ή απρόθυμους και δεν συγχωρούσαν την αμέλεια, την κουτοπονηριά και την φυγοπονία. Αντιθέτως, είχαν επινοήσει -ή κληρονομήσει- πολύπλοκα και επίπονα συστήματα βαθμιδωτής ανέλιξης του επιπέδου των μαθητών τους, δια των οποίων οικοδομούσαν προσωπικότητες και οντότητες υψηλότατης στάθμης. Δέχονταν σχεδόν τους πάντες όμως ελάχιστοι 'αποφοιτούσαν', οι αληθινά άριστοι. Με αυτή την έννοια, οι αρχαίοι, Αιγύπτιοι, Έλληνες κ.α., ήταν πραγματικοί οπαδοί της αριστο-κρατίας.
          Ξέρουμε πως ένας από τους αυστηρότερους διδασκάλους της αρχαιότητας ήταν ο Πυθαγόρας, ο οποίος έθετε σε πολλαπλές και κοπιώδεις δοκιμασίες τον οιονδήποτε ήθελε να γίνει μέλος του κοινοβίου του. Και όταν ακόμη τον έκανε δεκτό ως Ακροατή, του επέβαλλε την -εξωφρενική για τις ημέρες μας- δοκιμασία της πενταετούς σιωπής, στην διάρκεια της οποίας, το δόκιμο μέλος ήταν παρόν στις συνεδρίες των αδελφών, χωρίς να μπορεί να παρέμβει, να διατυπώσει άποψη, να διαφωνήσει. Αλλά και όλους τους μαθητές του, σε όλες τις βαθμίδες έλεγχε καθημερινά και επίμονα για το αν έχουν αποκτήσει ευχέρεια στη μάθηση και στην απομνημόνευση[2], εάν έχουν αποκτήσει ταχύτητα στην παρακολούθηση των μαθημάτων[3], και ενέκρινε τους πραγματικά ικανούς να παραλάβουν την σοφία του και τότε επιχειρούσε να τους μυήσει στην επιστήμη του[4].
          Για τους Έλληνες, ο δρόμος προς την 'θέωση' ξεκινά από τον άνθρωπο, από τον εσωτερικό άνθρωπο, τον πνευματικό άνθρωπο. Πριν μιλήσουν για τους θεούς, το θείο και πως να έρθεις σε επαφή με αυτό, ενδιαφέρονταν να οικοδομήσουν έναν πλήρη, άρτιο και ευτυχή άνθρωπο. Η πορεία λοιπόν ήταν από κάτω προς τα άνω. Γι'αυτό και ήταν υπέρμαχοι της λεγόμενης 'ενεργητικής οδού'. Μιας οδού που απαιτούσε δουλειά, μόχθο και συνεχή προσπάθεια από τον μαθητευόμενο. Μιας οδού που ήταν σπαρμένη με αγκάθια και γεμάτη εμπόδια και παγίδες.
          Στο ελληνικό στερέωμα, δεν υπάρχει 'εκ των άνω' σωτηρία, η πορεία είναι μοναχική, σκληρή και απαιτητική.
          Στο ελληνικό σύμπαν δεν περιμένεις κανέναν να σε σώσει 'κατά την πίστη σου' αλλά ξέρεις πολύ καλά ότι θα θερίσεις ό,τι εσύ έσπειρες.
        Μονάχα μια είναι η οδός του ελληνικού κόσμου. Η ενεργητική.
          Η Μύηση είναι η κατεξοχήν έκφραση της ενεργητικής οδού.
         
          Όμως, ο Παύλος, είχε διαφορετική άποψη.
          Οι χριστιανοί Πατέρες, είχαν διαφορετική άποψη.
          Οι περισπούδαστοι Σχολαστικοί θεολόγοι είχαν διαφορετική άποψη.
          Στο χριστιανικό κόσμο, η πορεία είναι εκ των άνω προς τα κάτω. Για τον χριστιανό, το σημαντικό δεν είναι να θέλει εκείνος να πλησιάσει το θεό αλλά να πλησιάσει ο Θεός εκείνον.

"...ουχί ότι ημείς ηγαπήσαμεν τον Θεόν, αλλ'ότι αυτός ηγάπησεν ημάς και απέστειλε τον Υιόν αυτού ιλασμόν περί των αμαρτιών ημών"
(ΑΊωάν. 4,10)

          Ο χριστιανός γνωρίζει καλά πως ό,τι κι αν εκείνος πράξει στη ζωή του, όσο καλός και συνετός και δίκαιος και αν είναι, δεν έχει εξασφαλίσει την σωτηρία του. Είναι ένα παράδοξο που ανήκει, φυσικά στην περίφημη υπέρλογη και μυστηριακή και ανεξιχνίαστη θέληση και σοφία του Πατέρα. Το σχήμα 'πράττω καλώς -> οδεύω στον Παράδεισο', δεν λειτουργεί. Όπως επίσης δεν λειτουργεί και το αντίστροφο: 'πράττω κακώς -> οδεύω στην Κόλαση'. Ο ελληνικός κόσμος, ο κόσμος του Ορθού Λόγου και του αυθυπεύθυνου του ανθρώπου πάει περίπατο. Όποιον θέλει ο Κύριος εκείνον και σώζει, κάτι, που όπως λένε και οι εγκυρότεροι θεολόγοι, θα πρέπει εμείς οι άνθρωποι, να δεχθούμε ταπεινά, ως δούλοι του Θεού και να το... καταπιούμε αφού, έτσι ή αλλιώς, λόγος δεν μάς πέφτει. Εκείνος που δημιούργησε τους γαλαξίες και τα σύμπαντα, δεν θα δώσει αναφορά σε ένα μυρμήγκι για την συντριβή ή την σωτηρία του.
          Τι θα μπορούσε να προσθέσει κανείς στην εξ'αποκαλύψεως και άρα πέρα από κάθε έλεγχο και αντιγνωμία αυτή απόλυτη θέση;
         
          Προσεγγίζοντας τον ελληνικό κόσμο μέσα από τις δικές μας, χριστιανικές αναφορές των τελευταίων 1500 ετών, είναι εξαιρετικά δύσκολο να μην αγγίξουμε και την σχιζοφρένεια! Πως είναι δυνατόν να καταρρεύσει, αναρωτιέται κανείς καλόπιστα, ο 'αρχαίος κόσμος' που είχε φθάσει σε τέτοια μοναδικά επίπεδα πολιτισμού, που είχε προχωρήσει την επιστήμη, την τέχνη, την φιλοσοφία, την ποίηση και την μουσική, που στις κοινωνικές και πολιτικές δομές είχε υπερβεί κατά πολύ ακόμη και τα σημερινά μοντέλα έμμεσης δημοκρατίας, πως είναι δυνατόν η ανθρωπότητα να θέλησε να γυρίσει αίφνης τόσο πίσω, πως επέτρεψαν οι άνθρωποι το κλείσιμο των φιλοσοφικών σχολών που λειτουργούσαν επί αιώνες, την κατασυκοφάντηση και διάλυση των Μυστηρίων στα οποία είχαν μυηθεί όλες οι εξέχουσες κορυφές του αρχαίου πνεύματος, πως μπόρεσαν να ανεχθούν την απαγόρευση των Ολυμπιακών αγώνων, πως ανέχονταν αποφάσεις που σπίλωναν και απηγόρευαν το θέατρο, τους ποιητικούς αγώνες, την ελεύθερη έκφραση μέσω της γλυπτικής και της ζωγραφικής; Πως πρόδωσαν οι άνθρωποι τόσο εύκολα όσα οι πατέρες και οι παππούδες τους με τεράστιο μόχθο είχαν δημιουργήσει επί αιώνες και πως δέχθηκαν τον εξευτελισμό του πολιτισμού τους που, ξαφνικά, εμφανίστηκε αποτρόπαιος και 'ειδωλολατρικός';
          Πως ανέχονταν οι άνθρωποι εκείνων των φοβερών εποχών της ύστερης αρχαιότητας, κάποιους ρασοφόρους 'πεφωτισμένους' που ήρθαν από το πουθενά, ευαγγελιζόμενοι κάποια 'μετά θάνατον ζωήν αιώνιον' να τους αλλάζουν τρόπο ζωής, να τους κλέβουν την λατρεία των προγόνων τους, να γκρεμίζουν με ανείπωτη λύσσα μπροστά στα μάτια τους τα σεβάσματα και τα ιερά τους, να τους επιβάλλουν φασιστικά το ποιο θεό θα λατρεύουν, πως θα τον λατρεύουν, απειλώντας τον καθένα ξεχωριστά και τις οικογένειές τους με φρικτά βασανιστήρια σε περίπτωση κρυφής ή φανερής άρνησης;
          Αναρωτιέμαι κι εγώ, όχι μονάχα σε στιγμές έντασης, αλλά και σε στιγμές ηρεμίας και… καταλλαγής, εάν έχω την παραμικρή δικαιολογία για την άγνοια, την αδιαφορία και τον 'ωχαδερφισμό' μπροστά σε όλα αυτά τα εγκλήματα όχι εις βάρος κάποιων άλλων άγνωστων και ξένων, αλλά εις βάρος εμένα και του πανάκριβου κληροδοτήματος που μου αντιστοιχεί πριν έρθουν και κατοικήσουν στη πατρίδα μου όλοι αυτοί οι περίεργοι, άσχετοι, ανιστόρητοι και άξεστοι που μου επιβάλλουν τούτη την πνευματική τρομοκρατία επί 1500 χρόνια τώρα.
         
          Όταν από κάποιους τίθεται το ερώτημα για την ‘αναβίωση της ελληνικής θρησκείας’ - λατρείας, είναι σαν να τίθεται ένα άλλο, μεγαλύτερο, σπουδαιότερο και σημαντικότερο ερώτημα: για την αναβίωση του ελληνικού κόσμου.
          Και αναρωτιέμαι αν, πλησιάζοντας στο δείλι του βίου μου θα έχω κάποια συνεισφορά στην δράση και την κίνηση προς την κατεύθυνση αυτή.
          Αναρωτιέμαι όχι μονάχα γιατί έχω την υποχρέωση απέναντι στον εαυτό μου αλλά γιατί, αν ίσως, κάποια στιγμή, ερωτηθώ από τον γιο μου –αν αποκτήσω δηλαδή - γιατί κάποτε συνέβησαν όλα αυτά που συνέβησαν για την συκοφάντηση, την διαπόμπευση και την εξαφάνιση του ελληνικού κόσμου, θα έχω πιθανώς, κάποια απάντηση να δώσω.
          Το επόμενο ερώτημα είναι που φοβάμαι πιο πολύ και θα'θελα να είμαι έτοιμος να του απαντήσω.
          Κι εσύ τι έκανες;
          Γιατί, το να μην γνωρίζεις και να μην δρας, είναι σφάλμα που επανορθώνεται.
          Το να γνωρίζεις όμως και να αδιαφορείς, είναι ασυγχώρητο.
          Τελικά, ίσως η ενεργητική οδός να είναι μονόδρομος.


[1]"Αληθώς σοι λέγω, σήμερον θέλεις είσθαι μετ'εμού εν τω παραδείσω" (Κατά Λουκά, 23-43)
[2]"περί ευμαθείας και μνήμης εσκόπει" (Ιαμβλιχου, Περί του Πυθαγορικού Βίου)
[3]"ει δύνανται ταχέως και σαφώς παρακολουθείν τοις λεγομένοις", (Ως άνω)
[4]"τους τε αρμόζοντας τοις αγαθοίς της παρ'εαυτώ σοφίας ενέκρινε και ούτως επί τας επιστήμας ανάγειν επειράτο" (Ως άνω)


- 2002 -

Πέμπτη 22 Ιουλίου 2010

ΟΙ ΜΑΓΙΣΣΕΣ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ9 
ΟΙ ΜΑΓΙΣΣΕΣ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ2

ΟΙ ΜΑΓΙΣΣΕΣ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ3

ΟΙ ΜΑΓΙΣΣΕΣ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ4

ΟΙ ΜΑΓΙΣΣΕΣ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ5
ΟΙ ΜΑΓΙΣΣΕΣ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ6
ΟΙ ΜΑΓΙΣΣΕΣ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ7


ΟΙ ΜΑΓΙΣΣΕΣ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ8

ΟΙ ΜΑΓΙΣΣΕΣ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ

Να σημειώσω εδώ ότι προτίμησα να αναρτήσω τα συγκεκριμένα αποσπάσματα στο στερεότυπο με τη μοναδικής αξίας γραφή του Εμμ. Ροΐδη. Πιστεύω ότι κανείς πρέπει να απολαμβάνει τέτοια κείμενα στην αυθεντικότητά τους.