Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2013

Το ‘ακατανόητο’ της σταυροφορίας…




Το ‘ακατανόητο’ της σταυροφορίας…


… είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι, οπωσδήποτε και ανεξάρτητα από τα καταστροφικά αποτελέσματα που είχαν τελικά για το Βυζάντιο οι σταυροφορίες, η ίδια η ιδέα και το φαινόμενο της σταυροφορίας, όπως τα αντιλαμβανόταν η Δύση, παρέμειναν απολύτως ακατανόητα για τους Βυζαντινούς. Κι αυτό για λόγους που ανάγονταν στις πιο παλιές παραδόσεις της Εκκλησίας και του Κράτους του Βυζαντίου. Ας θυμηθούμε σχετικά ότι το Βυζάντιο, πιστός κληρονόμος της Ρώμης ως προς αυτό, θεώρησε πάντα τον πόλεμο ως έργο του πρίγκιπα, ενώ η Εκκλησία περιοριζόταν στην πνευματική εξουσία που εργαζόταν για τη σωτηρία της ανθρωπότητας και της ειρήνης. Έτσι η σταυροφορία, αν και εμφανιζόταν σαν ιερός πόλεμος που κηρύχθηκε από τον πάπα, ήταν πριν απ' όλα για τους Βυζαντινούς δείγμα σφετερισμού μιας αυτοκρατορικής εξουσίας από την πνευματική, που διέπραττε έτσι ένα σχεδόν ανοσιούργημα. Οπωσδήποτε, η σταυροφορία οδηγούσε τους οπαδούς της στο να διαπράττουν πραγματικά ανοσιουργήματα, αφού μέσα στις γραμμές των σταυροφόρων πολεμούσαν ιερείς που, αν και τα χέρια τους ήταν βαμμένα με ανθρώπινο αίμα, δεν δίσταζαν να προσφέρουν τη θεία κοινωνία.
Η έκπληξη της Άννας Κομνηνής, που έβλεπε ότι ο πάπας διαθέτει δικά του στρατεύματα, ήταν μεγάλη, ειλικρινής και τη συμμερίζονταν όλοι στο Βυζάντιο. Ο λαός και η αυτοκρατορική πριγκίπισσα ήξεραν ότι η Εκκλησία τους καταδίκαζε αυστηρά το να φέρουν όπλα οι ιερείς ή οποιοσδήποτε άλλος εκκλησιαστικός. Ίσως να είχαν υπόψη τους την περίπτωση εκείνου του φτωχού ιερέα από ένα χωριό των καπουτσίνων, που τον είχαν αφορίσει πριν από μερικούς αιώνες, γιατί είχε πάρει τα όπλα για να υπερασπιστεί την πατρίδα του εναντίον των Αράβων.
Ανεξάρτητα όμως από αυτά τα εξωτερικά γεγονότα, ο ίδιος ο σκοπός της σταυροφορίας, ο πόλεμος δηλαδή για την απελεύθερος των Αγίων Τόπων, έφερνε σε αμηχανία τους Βυζαντινούς που, και στην καλύτερη περίπτωση, έβλεπαν σε αυτόν ένα σφετερισμό του τίτλου τους (ως υπερασπιστών της χριστιανοσύνης, και στη χειρότερη, ένα πρόσχημα για να καλυφθούν ανομολόγητα επεκτατικά σχέδια της Δύσης εναντίον της Ανατολής. Θυμούνταν αναμφίβολα ότι η ρωμαϊκή Εκκλησία και οι πιστοί της δεν είχαν δείξει καμιά επιθυμία να βοηθήσουν τους Βυζαντινούς, όταν οι αυτοκράτορες τους, πριν από μερικά χρόνια, πολεμούσαν εναντίον των Φατιμιδών της Αιγύπτου που κατείχαν τους Άγιους Τόπους και κατέστρεφαν τις εκκλησίες της Ιερουσαλήμ, οι οποίες και ξαναχτίστηκαν χάρη στη δράση των βυζαντινών στρατών.
Σημειώνουμε τέλος ότι η «σωτηριολογική» πλευρά της σταυροφορίας, που βεβαίωνε την άφεση των αμαρτιών για εκείνους που συμμετείχαν σε αυτήν, πρακτική που απέρριψε πάντα η ορθόδοξη Εκκλησία, παρά την επιμονή αυτοκρατόρων με ισχυρή θέληση όπως ο Νικηφόρος Φωκάς, εξέπληττε τους Βυζαντινούς, οι οποίοι δεν συγκινήθηκαν καθόλου από το εσχατολογικό πνεύμα που βασίλευε τότε στη Δύση, οι πληθυσμοί της οποίας, όπως ξέρουμε, είχαν ζήσει με το φόβο του χιλιασμού. Ας πούμε σχετικά ότι ο θρύλος για την πάλη του Χριστού εναντίον του Αντίχριστου στην ίδια την Ιερουσαλήμ, γύρο;» από το έτος 1000, φαίνεται ότι ήταν τελείους άγνωστος στο Βυζάντιο. Εξάλλου, το Βυζάντιο, αντίθετα από τη Δύση, είχε υιοθετήσει το ημερολόγιο της χρονολογίας «από κτίσεως κόσμου» κι όχι το ημερολόγιο που άρχιζε με τη Γέννηση του Χριστού. Έτσι το Σχίσμα των Εκκλησιών, η νορμανδική επίθεση εναντίον της Αυτοκρατορίας στην Ιταλία και στα Βαλκάνια, η μη κατανόηση του φαινομένου και των αρχών της σταυροφορίας, καθώς και η ανοργανωσιά αυτής της επιχείρησης, που θύμιζε στους Βυζαντινούς τις παλιές βαρβαρικές επιδρομές — ιδιαίτερα από το γεγονός ότι οι σταυροφόροι έφταναν κατά κύματα και ότι κάθε ομάδα υπάκουε σε διαφορετικό αρχηγό— έκαναν τους Βυζαντινούς δύσπιστους απέναντι σε κάθε επιχείρηση των χριστιανών της Δύσης. Από το σημείο αυτό, μέχρι να θεωρηθεί το σύνολο των λαών και των εθνών της Δύσης ότι αποτελεί ένα μπλοκ ενιαίο και εχθρικό προς το Βυζάντιο, δεν χρειαζόταν παρά ένα βήμα, που το έκανε άλλωστε γρήγορα ο βυζαντινός λαός. Έτσι, στο μυαλό των Βυζαντινών η χριστιανική Δύση, παρά τις πολιτικές και εθνικές διαφορές, αποτέλεσε ένα σύνολο, μια ενότητα, και ακόμα περισσότερο μια συμπαγή οντότητα. Οι Βυζαντινοί απέδωσαν αυτόν το χαρακτήρα στη Δύση εξαιτίας κυρίως της πνευματικής πειθαρχίας των λαών της σε μια κοινή εξουσία, τον Πάπα. Πρέπει να πούμε, επίσης, ότι κατά την ίδια έννοια για τους Βυζαντινούς, η χριστιανική Δύση κρατούσε ακόμα, συγκεχυμένα βέβαια, τον τίτλο της ως κληρονόμου της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας της Δύσης.
Με άλλα λόγια, το Βυζάντιο, βαθιά προσκολλημένο στον συγκεντρωτικό χαρακτήρα του κράτους του, πρόβαλε τη δική του εικόνα στη Δυτική πραγματικότητα, η οποία εντούτοις, όπως ξέρουμε, δεν ανταποκρινόταν καθόλου σε αυτή την ενιαία θεώρηση του πράγματος. Έτσι, δεν υπερβάλλουμε καθόλου αν πούμε ότι η έννοια της Δύσης ως ανθρώπινης κοινότητας, που στηριζόταν στις ίδιες αξίες, γεννήθηκε στο Βυζάντιο στο τέλος του ενδέκατου αιώνα και δικαιολογείται πριν απ' όλα από την πνευματική ενότητα του Δυτικού κόσμου και, σε ένα ορισμένο βαθμό, από τις σχέσεις του με τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία της Δύσης. Είναι ενδεικτικό ότι ο όρος «Λατίνος» χρησιμοποιούταν από τους Βυζαντινούς για να προσδιορίσει τους λαούς της Δύσης, ανεξάρτητα από το πού ανήκαν εθνικά και πολιτικά. Με άλλα λόγια, η λατινικότητα είναι στο εξής ένα είδος απάντησης στην ελληνικότητα.
Αυτοί οι όροι προσδιορίζουν τώρα δύο κόσμους, που διαφέρουν κατά τις πολιτιστικές τους παραδόσεις και τις πνευματικές τους επιδιώξεις. Και όταν ο κοινός δεσμός τους, ο χριστιανισμός, θα εξασθενήσει, αυτοί οι δύο όροι θα καταλήξουν να προσδιορίζουν δύο κόσμους αντίθετους.
Διαπιστώνουμε ότι, από το τέλος του ενδέκατου αιώνα, η ταυτότητα των ενδιαφέροντος αυτών των δύο κόσμων, που στηριζόταν στη δύναμη της ρωμαϊκής κληρονομιάς και στη δύναμη της κοινής πίστης, θα αποδειχθεί χωρίς βάρος μπροστά στις επιταγές που δημιουργήθηκαν από την εξέλιξη που είχε γνωρίσει ο καθένας κατά τη μακρά περίοδο της ιστορίας του, που τον είχε οδηγήσει από τον τέταρτο στο κατώφλι του δωδέκατου. Μπορούμε ανεπιφύλακτα να θεωρήσουμε ότι ο δωδέκατος αιώνας στάθηκε η περίοδος που, κατά τη διάρκεια της, η ταυτότητα ανάμεσα στα δύο μέρη της χριστιανοσύνης άλλαξε σε ετερότητα και διαφορισμό, που το βάθος τους μεγάλωσε με τον καιρό, ώσπου επέτρεψε το οριστικό τους διαζύγιο, το οποίο σφραγίστηκε την αυγή του δέκατου τρίτου αιώνα με την καταστροφή του Βυζαντινού Κράτους από τους στρατούς της τέταρτης σταυροφορίας το 12046. Θα έπρεπε ίσους να πούμε ότι αυτή η έκβαση δικαίωσε εκ των υστέρων όλη τη δυσπιστία των Βυζαντινών απέναντι στη Δύση; Οπωσδήποτε κατέστησε στο εξής αδύνατη κάθε πραγματική συνεννόηση ανάμεσα στα δύο τμήματα της χριστιανοσύνης εναντίον των απίστων και (ώθησε τους Βυζαντινούς σε ένα αντιλατινικό πάθος, που, όπως θα δούμε, τους οδήγησε συχνά σε ενέργειες αντίθετες ακόμα και με τα συμφέροντα του κράτους τους.
Η πηγή των αντιλατινικών αισθημάτων, που η εξέλιξη τους θα πάρει βίαιες μορφές κυρίως στον βυζαντινό λαό, δεν βρίσκεται καθόλου, όπως θα περίμενε κανείς, στο Σχίσμα του 1054 (άλλωστε, αυτό υπήρξε μια υπόθεση των εκκλησιαστικών Αρχών που πέρασε σχεδόν απαρατήρητη από το λαό), αλλά στη νορμανδική επίθεση, που θεωρήθηκε, εξαιτίας των προνομιακοί σχέσεων των Νορμανδών με τον Πάπα και εξαιτίας της σύμπτωσης της με τις σταυροφορίες, ως μία σημαντική πλευρά ενός εκτεταμένου ανομολόγητου σχεδίου της παποσύνης εναντίον του ορθόδοξου κόσμου.
Κατά τον ίδιο τρόπο, λίγο αργότερα, ο βυζαντινός κόσμος θα θεωρήσει τη σταυροφορία ως μια επιχείρηση που έκρυβε, κάτω από ευσεβείς σκοπούς, σκοτεινά σχέδια των αγροίκων στρατιωτών της Δύσης εναντίον της Αυτοκρατορίας και του πλούτου της. Ας ομολογήσουμε ότι βρισκόμαστε πολύ μακριά από τη «χριστιανική ειρήνη », που υπήρξε εντούτοις για μια μεγάλη περίοδο της ιστορίας της Ευρώπης η προέκταση της «ρωμαϊκής ειρήνης», όπου και οι δύο εκφράστηκαν, σύμφωνα με τις καλύτερες παραδόσεις του Βυζαντίου, με τα αποτελέσματα της «βυζαντινής ειρήνης», με την τάξη δηλαδή της Αυτοκρατορίας των χριστιανοί της Ανατολής …


Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ, Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας
Εκδ. Ψυχογιός, 2007 (πρώτη έκδοση 1997)
Μτφ: Τούλα Δρακοπούλου

ΤΙΤΛΟΣ ΠΡΩΤΌΤΥΠΟΥ: L'IDEOLOGIE POLITIQUE DE L'EMPIRE BYZANTIN
Από τις Εκδόσεις PRESSES UNIVERSITAIRES DE FRANCE, Παρίσι 1975

Δεν υπάρχουν σχόλια: