…Γιατί αναπολούμε το χθες;
Γιατί έχουμε τη ματιά μας πρόθυμη στο παρελθόν και η πρόσκαιρη ‘επιστροφή’ ζωγραφίζει ένα γλυκό μειδίαμα στο πρόσωπό μας;
Η εργασία στην προσπάθεια εύρεσης μιας ικανοποιητικής απάντησης μας φέρνει μοιραία αντιμέτωπους με το ζήτημα της δημιουργίας του προσωπικού μύθου, της ‘κατασκευής’ του ατομικού σύμπαντος δράσης, σκέψης, ιδεών, φόβων, αδιεξόδων...
…Η ωρίμανση ξεκινά όταν αντιμετωπίσει κανείς το πρώτο του αδιέξοδο. Κάτι που εμπρός του στέκεται ενεός, αμήχανος, προσωρινά ηττημένος. Η υπέρβασή του χαράζει τη πρώτη ρυτίδα στο πρόσωπο αλλά και στην όψη της ψυχής… Και πιθανώς οριοθετεί και τον πρώτο θάνατο της νεότητας…
Αφορμή για τούτη την ανάρτηση είχε σταθεί ο πολύ γνωστός διάλογος που έχει κάποια στιγμή ο νομοδιδάσκαλος Νικόδημος, εξέχον μέλος των Σανχεντρίν με τον Ιησού. Ο Νικόδημος δεν μπορεί να κατανοήσει τον πυρήνα της διδασκαλίας του Ναζωραίου, ειδικά αυτό το ‘να γεννηθείτε άνωθεν΄. Ο Ιησούς του λέει πως το πνεύμα μοιάζει με τον άνεμο που δεν τον βλέπει κανείς αλλά φυσάει παντού. Ο Νικόδημος ανήκει σε μια σχολή σκέψης που έχει αποστολή να ‘φυλάει’ τα περάσματα. Είναι Φύλακας, δεν μπορεί να καταλάβει ότι όλα πρέπει να γκρεμιστούν για να χτιστούν απ’την αρχή. Ο Νικόδημος είναι ένας άνθρωπος της Μνήμης. Της Ιερής Μνήμης. Ο Ιησούς του ζητά να ξαναγίνει παιδί και να ρισκάρει. Αν δεν ρισκάρεις δεν μπορείς να κερδίσεις το αύριο. Και το σήμερα είναι κιόλας χθες.
Αν δεν ρισκάρεις είσαι καταδικασμένος να είσαι πάντα στο χθες.
Αν δεν ρισκάρεις είσαι καταδικασμένος να είσαι πάντα στο χθες.
Στην ουσία, ο Νικόδημος παλεύει να διατηρήσει την ‘ιερή αδράνεια’ της παράδοσης με αγαθή πρόθεση και καρδιά και ο Ιησούς του ζητά να βουτήξει στο Αχανές.
…Γιατί μας αιχμαλωτίζει το χθες;
Η απάντηση δεν έχει να κάνει τόσο με το ότι ήμασταν νέοι και τώρα πια δεν είμαστε. Άλλωστε, έτσι ή αλλιώς, το τέλος της νεότητας ορίζεται περίπου στην εποχή που αρχίζεις να έχεις… χθες. Στην εποχή που ο προσωπικός μύθος έχει κατασκευαστεί και το σύμπαν μέσα στο οποίο ζεις δεν μπορεί πια να αλλάξει. Να αλλάξει ορίζουσες, να μεταμορφωθεί. Δεν μπορεί; Ίσως να μπορεί όμως τούτο για να συμβεί θα χρειαστεί να δοκιμαστείς σε μια νέα γέννηση. Τι είπε ο Ιησούς στον αμήχανο Νικόδημο; Δεν μπορείς να επιτύχεις την είσοδο στην Βασιλεία των Ουρανών αν δεν γεννηθείς άνωθεν. Γιατί το γεγενημένον εκ της σαρκός σαρξ εστί το δε γεγενημένον εκ του πνεύματος πνεύμα εστί. Δεν χρειάζεσαι νέους φυσικούς γονείς, χρειάζεσαι μια νέα πνευματική αφετηρία. Διαφορετικά είσαι εγκλωβισμένος στο σύμπαν που ήδη ζεις, πάνω ή κάτω, λίγο ή πολύ… Και ο εγκλωβισμένος δεν είναι ο άνθρωπος που θα πάρει το ‘ρίσκο της Βασιλείας’. Μπορεί να είναι ευσεβής και ‘καλός’, μπορεί να είναι ευγενής και πιστός αλλά δεν είναι πια ‘νέος’. Με μια έννοια έχει πεθάνει. Και η πορεία για τη Βασιλεία απαιτεί από όλους να είναι Νέοι. Και ο αγαθός Νικόδημος παρέμεινε στους αιώνες συνοφρυωμένος να στοχάζεται τα ‘σύμβολα’ στα λόγια ενός Μυημένου της τελευταίας βαθμίδας, ενός Λόγου.
Η απάντηση δεν έχει να κάνει τόσο με το ότι ήμασταν νέοι και τώρα πια δεν είμαστε. Άλλωστε, έτσι ή αλλιώς, το τέλος της νεότητας ορίζεται περίπου στην εποχή που αρχίζεις να έχεις… χθες. Στην εποχή που ο προσωπικός μύθος έχει κατασκευαστεί και το σύμπαν μέσα στο οποίο ζεις δεν μπορεί πια να αλλάξει. Να αλλάξει ορίζουσες, να μεταμορφωθεί. Δεν μπορεί; Ίσως να μπορεί όμως τούτο για να συμβεί θα χρειαστεί να δοκιμαστείς σε μια νέα γέννηση. Τι είπε ο Ιησούς στον αμήχανο Νικόδημο; Δεν μπορείς να επιτύχεις την είσοδο στην Βασιλεία των Ουρανών αν δεν γεννηθείς άνωθεν. Γιατί το γεγενημένον εκ της σαρκός σαρξ εστί το δε γεγενημένον εκ του πνεύματος πνεύμα εστί. Δεν χρειάζεσαι νέους φυσικούς γονείς, χρειάζεσαι μια νέα πνευματική αφετηρία. Διαφορετικά είσαι εγκλωβισμένος στο σύμπαν που ήδη ζεις, πάνω ή κάτω, λίγο ή πολύ… Και ο εγκλωβισμένος δεν είναι ο άνθρωπος που θα πάρει το ‘ρίσκο της Βασιλείας’. Μπορεί να είναι ευσεβής και ‘καλός’, μπορεί να είναι ευγενής και πιστός αλλά δεν είναι πια ‘νέος’. Με μια έννοια έχει πεθάνει. Και η πορεία για τη Βασιλεία απαιτεί από όλους να είναι Νέοι. Και ο αγαθός Νικόδημος παρέμεινε στους αιώνες συνοφρυωμένος να στοχάζεται τα ‘σύμβολα’ στα λόγια ενός Μυημένου της τελευταίας βαθμίδας, ενός Λόγου.
Πώς να κατανοήσεις το Καινό με όρους του Παλιού;
Ένας νέος άνθρωπος είναι ένας άνθρωπος χωρίς χθες. Αυτό τον κάνει ‘ανολοκλήρωτο’ και όχι η έλλειψη εμπειριών, η απουσία γεγονότων ζωής. Ένας άνθρωπος στην ωριμότητά του είναι ένας άνθρωπος που έχει μόνο χθες. Αυτό τον κάνει σοφό και όχι η πληθύς των εμπειριών του. Ο άνθρωπος δίχως χθες, ήτοι δίχως προσωπική μυθολογία, δεν μπορεί να είναι αναφορικός, είναι αναγκασμένος να δρέπει καρπούς εμπειριών δάνειους, από τους άλλους, από τα βιβλία, από τη σοφία του χθες. Είναι όμως και ο άνθρωπος που έχει ακόμη την ευκαιρία να βιώσει το συναρπαστικό, το Αληθινό, το Άχρονο. Ένας άνθρωπος που έχει μόνο χθες, είναι ολοκληρωτικά αναφορικός, δεν παράγει πια τίποτε, δεν εξελίσσει τίποτε αλλά έχει την σπάνια ευλογία να αξιολογήσει ένα ακέραιο σύμπαν Γνώσης. Κι αυτό, στατικά ή όχι, αποτελεί μια τρομακτική δύναμη. Όμως… είναι πλέον αργά για κείνον. Το μόνο που έμεινε για να εμπειρωθεί το Άχρονο είναι η ‘κατά χάριν’ παρέμβαση της Δύναμης. Κι αυτό σε σπάνιες και εξαιρετικές περιπτώσεις…
Γυρνάμε συχνά στο χθες γιατί είναι η μόνη περίοδος που υπήρξαμε ολοκληρωμένοι. Δηλαδή ακέραιοι, όχι τεμαχισμένοι. Ακόμη κι αν δεν ήμασταν ευτυχισμένοι, ακόμη κι αν περάσαμε δύσκολα. Και δεν αναπολούμε το χθες γιατί θέλουμε να επιστρέψουμε σε αυτό. Δεν θέλουμε να ξαναζήσουμε το χθες. Απλά, είναι η μοναδική χειροπιαστή απόδειξη ότι αληθινά υπήρξαμε, ότι δεν είμαστε μια σκεπτομορφή, άνεμος, κόκκοι αστρόσκονης, αδιαμόρφωτα θραύσματα του Υπερνού που στην εντελέχειά τους ίσως να γίνουν μια μέρα άνθρωποι…
Μερικοί πιστεύουν ότι χθες τα πράγματα ήταν ‘καλύτερα’ και σήμερα είναι ‘χειρότερα’. Χθες τα πράγματα ήταν ‘αγνότερα’, σήμερα είναι πιο ‘βρώμικα’. Χθες οι άνθρωποι ήταν ειλικρινέστεροι, σήμερα είναι διαβρωμένοι. Αλλά ξέρουν ότι μονάχα εκ του ασφαλούς μπορείς να δογματίσεις, να διατυπώσεις αφορισμούς, να ιχνεύσεις συμπαγή κατηγορήματα. Και εκ του ασφαλούς υπάρχεις μονάχα ως προς το χθες. Το σήμερα είναι μια δυναμική κίνηση, ένα βέλος που συνεχώς τείνει, ένα άνυσμα που κάπου θα σημάνει μια τιμή. Και η τιμή αυτή δεν ξέρουμε τι θα είναι. Θετική ή αρνητική. Η αγωνία συνεχίζεται. Το αύριο, έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχει. Άρα, όλα ήταν καλύτερα χθες αφού είναι γνωστά, σίγουρα, δεδομένα, αξιολογημένα, τοποθετημένα, κατηγοριοποιημένα. Ό,τι κι αν πεις για το σήμερα θα διαψευσθείς, αν μιλήσεις για το αύριο, προφητεύεις όπως ο Ιεζεκιήλ την εφαρμογή του Δευτερονομίου. Ίσως να γίνει μα αν δεν γίνει όλα θα καταστραφούν ξανά και θα οδηγηθείς σε μια νέα Βαβυλώνια αιχμαλωσία…
Γιατί αναπολούμε τόσο συχνά το χθες;
Γιατί υπάρχει ένας τρομακτικός, πυρηνικός, υπαρκτικός φόβος να ζήσουμε ξανά, να ζήσουμε αληθινά, να ξαναγεννηθούμε. Αυτός ο φόβος που είναι άγνωστος στο νέο άνθρωπο και τόσο μα τόσο οικείος στο γέροντα. Και εκεί εδράζεται και ο φόβος του θανάτου…
Ο θάνατος που έχει βιωθεί άπειρες φορές στην καθημερινότητα δεν μπορεί παρά να έχει σωρεύσει μια πυραμίδα εμπειριών ανεκτίμητη. Ο γέροντας γνωρίζει τι είναι ο θάνατος αλλά σε μικρή κλίμακα, σε κλίμακα που του επέτρεψε να τον αξιολογεί, να τον εργάζεται, να τον μάχεται αφού ακόμη ζει. Τα αγαπημένα πρόσωπα που χάθηκαν, όλες οι απορρίψεις, οι διαψεύσεις, οι αναρίθμητες μικρές και μεγάλες ήττες που έχουν εγγραφεί και πονούν τόσο πολύ όταν τις ‘αγγίζεις’ είναι εμπειρίες θανάτων. Πριν έρθει ο μεγάλος, φοβερός και οριστικός εκείνος Θάνατος, η Τελευτή για την οποία η εσωτερική εργασία και παρασκευή, τις περισσότερες φορές αποδεικνύεται ατροφική, αδύναμη, ασήμαντη…
...Γυρνούμε στο χθες καθώς είναι ο μόνος δρόμος που έχουμε περπατήσει. Κι αν δεν θέλουμε να τον περπατήσουμε ξανά, ό,τι είναι οικείο για τη ψυχή, είναι αγαπητό. Και καθώς γνωρίζουμε πια πως μας καθορίζει μονάχα αυτό στο οποίο αναφερόμαστε, είναι μονόδρομος.
Εκτός εάν…
Μπορούμε άραγε να ζούμε κάθε μέρα από την αρχή; Για μένα αυτό ήταν η μέγιστη πρόκληση και ως απλή σκέψη όχι ως πραγμάτωση. Αν μπορούμε να ξεκινάμε κάθε μέρα από το ‘μηδέν’ καθαροί και ακέραιοι, χωρίς τα φέροντα φορτία του χρόνου, είμαστε έτοιμοι για το Βλέμμα, το πέρασμα στην επόμενη διάσταση, τη διάσταση της Δράσης.
Αποδεικνύεται ότι τα βάρη της καθημερινότητας είναι πολλά και όσο περνούν τα χρόνια το Βλέμμα ξεθωριάζει, χάνει τις μάχες, αποσύρεται. Είμαστε πια ‘άνθρωποι πικραμένοι’ καθώς θα έλεγε και ο Γ. Βαρβέρης.
Όμως το φρόνημα του είναι δεν έχει γνωρίσει καμιά ήττα. Δεν αλλοιώνεται και δεν μαγαρίζεται. Ακόμα και αν είμαστε άνθρωποι της μνήμης, το Βλέμμα ζει στο άχρονο και απλά χρειάζεται να το ανακαλύψουμε.
Στην ουσία δεν χρειάζεται να το δούμε εμείς.
Αλλά να αφεθούμε για να μας δει Αυτό…