Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2010


Το κελί

Βρέθηκα σε κείνο το σκοτεινό υπόγειο, περπατούσα σε ένα στενό τούνελ κι είχα δύσπνοια. Οι τοίχοι στάζαν απ'την υγρασία, το πάτωμα γεμάτο μικρές λιμνούλες. Το φως ήταν ελάχιστο και αγνοούσα την πηγή του. Ήταν ωστόσο αρκετό για να μπορώ να προχωρώ με κάποια σχετική ασφάλεια. Μα η δύσπνοια χειροτέρευε και άρχιζε να την συνοδεύει σύντομα και ο φόβος.
Τι γύρευα εδώ, τι ήταν εδώ, που θα με οδηγούσε αυτός ο υπόγειος λαβύρινθος;
Ξαφνικά, στα δεξιά μου, το σκηνικό άλλαξε. Μια σειρά από κάγκελα χωμένα αριστερά και δεξιά στους τοίχους έφραζαν το στόμιο κάποιας εισόδου, μιας φυλακής. Πλησίασα περισσότερο. Ο χώρος βρομούσε ξεραμένα ούρα, η δύσπνοιά μου χειροτέρευε και το φως ήταν ακόμη πιο λιγοστό. Όταν τα μάτια μου συνήθισαν, διέκρινα κάποια φιγούρα ανθρώπου πίσω απ'τα κάγκελα. Στην αρχή τρόμαξα μα ύστερα η περιέργεια έγινε πιο ισχυρή και πλησίασα ώσπου ακούμπησα στα κάγκελα. Ναι, υπήρχε ένας άνθρωπος εκεί μέσα, βυθισμένος στο σκοτάδι, καθισμένος σε μια ρυπαρή κουβέρτα στο χώμα, διπλωμένος σχεδόν, ήταν αδύνατο να ξεχωρίσω αν ήταν άντρας ή γυναίκα, νέος ή γέρος. Δεν χρειάστηκε να μιλήσω, μου μίλησε πρώτα αυτό, ό,τι κι αν ήταν. Και όταν άκουσα τη φωνή, με έλουσε κρύος ιδρώτας.
Ήταν η δική μου φωνή!
- Ήρθες λοιπόν! Αλληλούια!, ήταν οι πρώτες λέξεις και τα γόνατά μου έτρεμαν. Ήμουν εγώ που μιλούσα σε μένα; Κάποιο χοντρό αστείο; Κάποια φάρσα;
- Δεν είναι φάρσα!, πήρα την απάντηση. "Αυτός" διάβαζε τη σκέψη μου...
- Ποιος... πήγα να ρωτήσω μα η φράση μου έμεινε μισή. Η φιγούρα σηκώθηκε, στάθηκε όρθια, με πλησίασε. Στο τρεμουλιαστό φως από την άγνωστη πηγή αναγνώρισα με τρόμο... εμένα!
- Πολύ σωστά, είμαι εσύ!, είπε το ομοίωμά μου και με κοίταξε ολόισια στα μάτια. Πήγαινα να χάσω το μυαλό μου, το θέαμα του ειδώλου μου δοκίμαζε το νου μου. Τι στο διάβολο συνέβαινε εδώ πέρα; Που ήμουν; Τι παιγνίδι παιζόταν;
- Ηρέμησε!, με πρόσταξε "εκείνος". Όλα τα ερωτήματα έχουν απαντήσεις. Μα, εσύ δεν ξέρεις να ακούς. Θα μάθεις. Κι εγώ δεν ήξερα, εδώ όμως έμαθα...
Το ομοίωμά μου πλησίασε κι άλλο, ήταν τώρα ακριβώς πίσω απ'τα κάγκελα, μας χώριζαν μόνο αυτά τα σίδερα. Και μπόρεσα να δω τα μάτια του, μέσα στα μάτια του, μπόρεσα να μυρίσω την ανάσα του, να αισθανθώ τους παλμούς του κορμιού του, τις δονήσεις της αύρας του. Λίγο ακόμη και θα σωριαζόμουν λιπόθυμος, η δυσκολία μου να αναπνεύσω είχε προχωρήσει.
- Αναρωτιέσαι τι γυρεύεις εδώ; Πολύ σωστά αναρωτιέσαι. Η μόνη σωστή ερώτηση της ζωής σου!, είπε "αυτό" και άνοιξε το στόμα του να μου χαμογελάσει. Όλα του τα δόντια ήταν χαλασμένα, η μπόχα που αναδύθηκε ήταν αφόρητη.
- Τα δόντια μου είναι σάπια, είπε και δε σταμάτησε να μου τα εκθέτει. Ολόκληρος είμαι σάπιος. Όπως ακριβώς συμβαίνει με τους νεκρούς... είπε πάλι και άρχισε να γελάει, να τραντάζεται από τα γέλια που προκαλούσαν έναν τρομερό αντίλαλο στο υγρό υπόγειο και οι τοίχοι επέστρεφαν τούτο το βροντώδη σαρκασμό εκατονταπλάσιο.
Έκλεισα τα αυτιά μου με τα χέρια μου, γονάτισα, άρχισα να κλαίω. Σε λίγο τα γέλια σταμάτησαν, σήκωσα το κεφάλι μου, τα κάγκελα είχαν εξαφανιστεί, το ομοίωμά μου στεκόταν λίγο πιο κει και τώρα δε γελούσε πια.
Κατέβασα τα χέρια μου αλλά τώρα ένας φριχτός πονοκέφαλος με σφυροκοπούσε ανελέητα.
Εφιάλτης, ναι, αυτό είναι, ένας ζωντανός, ολοζώντανος εφιάλτης! Θα περάσει, θα τελειώσει, όλοι οι εφιάλτες τελειώνουν!
- Όχι αυτός, πίστεψέ με φιλαράκο μου, όχι ΑΥΤΟΣ!, ήταν η απάντησή του. Γιατί αυτός είναι ο εφιάλτης που έχει αφιερωθεί αποκλειστικά σε σένα. Απαιτήθηκαν τεράστια ποσά ενέργειας για να κατασκευαστεί, μην τα θεωρείς όλα τόσο εύκολα! Απόλαυσέ τον λοιπόν και άκουσε, ΑΚΟΥΣΕ ΜΕ! με διέταξε και με ανάγκασε να τον κοιτάξω στα μάτια.
Δεν το άντεχα τούτο το βλέμμα. Ήταν γεμάτο μια μοχθηρή νοημοσύνη, μια ανεξήγητη παράνοια κι ύστερα τον άκουσα πάλι να μιλάει.
- Κι ό,τι είχα αρχίσει να χάνω την υπομονή μου αδελφέ! Δόξα όμως στις Δυνάμεις. Η Ιεραρχία δηλαδή, αυτή το αποφάσισε. Γιατί; Δεν ξέρω ούτε με ενδιαφέρει να μάθω. Κείνο που με διέταξαν είναι να σε φέρω ως εδώ, να μείνεις για λίγο μαζί μου, να σου πω ό,τι είναι να σου πω και μετά... θέλεις να μάθεις τι θα γίνει μετά;
Κούνησα το κεφάλι μου ξεψυχισμένα. Ζαλιζόμουν, η μπόχα απ'τα μπαγιάτικα ούρα έμπαινε σα δηλητήριο στα πνευμόνια μου, ανάσαινα πια με τρομερή προσπάθεια. Δεν άντεχα άλλο να τον βλέπω, έσκυψα το κεφάλι μου και ευχόμουν το μαρτύριό μου σύντομα να τελειώσει.
- Λοιπόν, είναι απλό. Σε λίγο, πολύ λίγο δηλαδή, θα πέσεις λιπόθυμος, αναίσθητος, 'τέζα' που λένε. Βλέπεις, είσαι ασυνήθιστος για τόσο... βαριά κλίματα, μα θα στρώσεις. Θες δε θες, σ'αρέσει δε σ'αρέσει. Γιατί, το συναρπαστικότερο της αποψινής βραδιάς δε στο αποκάλυψα ακόμη!
Σήκωσα το βλέμμα μου και τον κοίταξα πάλι.
- Τι βλέπεις εδώ γύρω; Τι να δεις θα μου πεις! Πρόκειται για ένα σκοτεινό, υγρό και άθλιο μπουντρούμι, αυτό ακριβώς είναι. Και έζησα εδώ μέσα αμέτρητα χρόνια, ούτε πια θυμάμαι πόσα. Με καταχώνιασαν εδώ μέσα οι Δυνάμεις, δε μπορούσα να κάνω αλλιώς. Ο μόνος τρόπος να γλιτώσω ήταν αυτό που έγινε απόψε! Να εμφανιστείς εσύ και... να πάρεις τη θέση μου!
Άρχισε να γελάει πάλι το σφυροκόπημα έγινε φριχτό, λίγο ακόμη και ένιωθα πως το κρανίο μου θα τιναζόταν στον αέρα.
- Καλή θητεία λοιπόν αδερφέ μου, είπε και σηκώθηκε να περάσει από πάνω μου.
Ξαφνικά, όλες μου οι αισθήσεις βρέθηκαν σε ένα πρωτόγνωρο συναγερμό. Ο τύπος αυτός μου έστρωνε το χαλί για τον τάφο κι εγώ θα έμενα εκεί κάτω, αδρανής, σα σκυλί που γλείφει το μαστίγιο του αφέντη του; Με μια ύστατη επίκληση όλων των δυνάμεών μου, πετάχτηκα όρθιος, τον άρπαξα απ'τη μέση, τον έριξα κάτω και αρχίσαμε να παλεύουμε.
- Ηλίθιε, τι κάνεις; ούρλιαζε και δεν καταλάβαινα γιατί κοιτούσε έντρομος στην είσοδο της φυλακής. Γύρισα να κοιτάξω κι εγώ και αυτό μου κόστισε μια δυνατή γροθιά στο δεξί κρόταφο που παρά λίγο να με αφήσει αναίσθητο. Άρχισα να ματώνω και καθώς έφτυνα ένα σπασμένο δόντι κατάλαβα γρήγορα τι κοιτούσε ο σωσίας μου με τόσο τρόμο. Η συνειδητοποίηση του τι μας περίμενε δεν μείωσε καθόλου την μαχητικότητά μου. Τη στιγμή που ετοιμαζόταν να κάνει βουτιά και να ριχτεί έξω απ'το κελί, τον άρπαξα απ'το πόδι και τον ξάπλωσα καταγής. Τον έσυρα προς τα μένα και παρότι δέχθηκα δυο τρεις δυνατές κλωτσιές, δεν κατάφερε να μου ξεφύγει.
- Όχι, όχι! φώναζε αλλά δεν τον έσωζαν τα ουρλιαχτά. Σε λίγο, ήταν αργά, πολύ αργά και για τους δυο μας. Τα κάγκελα που είχαν εξαφανιστεί, είχαν υλοποιηθεί ξανά. Το κατάλαβα καθώς παλεύαμε αλλά δεν προσπάθησα να ξεφύγω.
- Γιατί μου το έκανες αυτό; ΓΙΑΤΙ; ΓΙΑΤΙ; φώναζε αλλά ήταν κραυγές απόγνωσης περισσότερο παρά μίσους. Ξέρεις πότε θα ανοίξει πάλι η Πύλη ηλίθιε; Ξέρεις; συνέχισε να ξεφωνίζει και αποφάσισα να του δώσω λίγο χρόνο μέχρι να ηρεμήσει. Εγώ, περιέργως, ήμουν σε εξαιρετική φόρμα. Η πάλη μου είχε κάνει πολύ καλό και αισθανόμουν μια χαρά. Ούτε δύσπνοια, ούτε πονοκέφαλος, ούτε πια τα κατουρλιά με ενοχλούσαν. "Αυτός" όμως είχε γίνει ράκος, ένα ανθρώπινο κουρέλι, τώρα τον έβλεπα συρρικνωμένο σε μια γωνιά να κλαίει με αναφιλητά.
Ύστερα από λίγη ώρα τον πλησίασα και κάθισα κοντά του. Δεν έκλαιγε πια αλλά ανάσαινε βαριά. Μάλλον είχε δύσπνοια και ίσως να τον ταλαιπωρούσε κάποιος πονοκέφαλος.
Άρχισα να γελάω, να γελάω τρανταχτά, να βομβαρδίζω τους σκοτεινούς τοίχους του κελιού μου με τον ήχο απ'τα γέλια μου...


-2000-

11 σχόλια:

Ρένα είπε...

Καλησπέρα. Χρόνια σου πολλά.
Το κείμενό σου συγκλονιστικό. Με γύρισαν χρόνια πίσω στις φυλακές μεταγωγών όπου παιδί ακόμα πήγα να αποχαιρετήσω το θείο μου που έφευγε για την Μακρόνησο και που υπέφερε από άσθμα.Ας τα θυμόμαστε σαν ένα κακό εφιάλτη που δεν υπήρξε ποτέ.

ΛΥΧΝΟΣ ΚΑΙΟΜΕΝΟΣ είπε...

την πάλη ένοιωσα. του μέσα-άλλου κόσμου.της δύναμης. του φόβου. της αποδοχής. της ένδυσης κατάσαρκα.

πόση δύναμη θέλει... πόσο αιμάτινο ιδρώτα... και όταν μπεις... και όταν βγεις... και όταν μέσα μείνεις...

Despina είπε...

εγώ, ο άλλος
αιώνος διάλογος
ο θάνοτος κι γέννηση!

εγώ ο άλλος
σε φιλώ
γιορτινά!

ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ είπε...

Το διπλό σχοινί είναι πιο γερό λένε...
Οι άνθρωποι πρέπει να τα βρίσκουν με τον εαυτό τους και να συμφιλιώνονται,
μα πόσο δύσκολο είναι τούτο Θεέ μου,
πόσο αίμα και πόσα σπασμένα "δόντια" ακόμα;;;
Την αγάπη μας και τις ευχές μας..

Νimertis είπε...

Ρένα καλησπέρα... μένω σιωπηλός εμπρός στην ανάμνηση ενός τόσο οδυνηρού βιώματος... αλλά που σμίλεψε συνείδηση και φρόνημα... σ'ευχαριστώ! τις θερμότερες ευχές μου!

για να γράφεις έτσι το ξέρεις... το έχεις βιώσει Βίκ... τούτος ο αιμάτινος ιδρώτας έχει μαζί την απόγνωση αλλά και την προσευχή... ποιος είπε ότι το αίμα τρέχει μονάχα μέσα στις φλέβες;

εγώ, ο άλλος αλλά και
εγώ ο άλλος
χωρίς κόμμα...

κι εγώ σε φιλώ Δέσποινα!!
να έχεις φως στη ζωή σου!

πολύ δύσκολο φίλε μου Καπετάνιε...
αλλά στα δύσκολα σηκώνεται η ψυχή...
και τα δικά μου φιλιά
και στους δυο!!!

Ανώνυμος είπε...

Δεν ηξερα οτι υπαρχει κι αλλος ενας εχθρος που οσο και να προσπαθω να βρω δεν φαινεται. Με χτυπησε παλι κι ενω τις αλλες φορες τον αναγνωριζα μεσα σε καποιο προσωπο και μπορουσα μελετωντας τις συνθηκες να αγωνιζομαι εναντιον του τωρα καθως εχω το δαχτυλο στη σκανδαλη τον νιωθω να κρυβεται πισω απ' το προσωπο μου ετσι, που αν τον χτυπουσα θα χτυπουσα τον ιδιο τον εαυτο μου, οπως συμβαινει σε τοσες περιπτωσεις, οπου μια αυτοκτονια σωζει τουλαχιστον τον παραπερα εξευτελισμο. Ομως μια τετοια λυση την απορροπτω (προς το παρον) ενω ταυτοχρονα φουντωνει το μισος εναντιον του αγνωστου που χρησιμοποιει σαν μασκα το προσωπο μου.

Χρονια πολλα αγαπητε φιλε.
Εν Αρχη Ην Ο Ηχος(δαιμονας-αγγελος)

Νimertis είπε...

Χρόνια πολλά φίλε Ηχε...
του αγνώστου που χρησιμοποιεί σαν μάσκα το πρόσωπό μου, έγραψες...

το κρατώ αυτό...

~reflection~ είπε...

Κάρφωσα το Κάδρο στον Τοίχο.
Τοίχος από χαρτί
κάδρο από έναν λίβα που ανασαίνει βαριά και βαραίνει στα χέρια μου η Ξύλινη Κορνίζα, από σεκόια φτιαγμένη...

Ο γείτονας ενοχλήθηκε..
το καρφί του τάραξε τις άδειες σκέψεις...

Παραβλέπω το σκοτάδι που έπεσε μετά τη σιωπή των παραπόνων..
Συνεχίζω να καρφώνω το δεύτερο καρφί...

Ματώνει ο Τοίχος...
Ομάδα αίματος...
δική μου..
εκείνη η σπάνια που με κρατά ημιΘεο να πεθαινω και ν'ανασταίνομαι καθημερινα...

Καρφώνω ακομη...
πρεπει να στερεωθεί το Κάδρο
στο Ύψος που του ταιριάζει...

Ο γείτονας διαμαρτύρεται..
Άδικος Κόπος..

Πείσμωσα και Ιδρωμένος Ματώνω τη Φασαρία...

Πονάνε οι Ήχοι..
κι εγω εκει...

Σπάω την αρμονική χροιά ενός ΠΟιήματος που τόλμησε να μισογραφτεί στο διπλανό γραφείο...

ΟΧΙ...
θα καρφωσω το κάδρο...

Επιμενω.....
σπάει το καρφί,
σαν καρφίτσα ραπτικής....

μέχει στο πάτωμα το σιδρρένιο κεφαλι...
το μεταλλικό κορμί μπηγμένοστον τοίχο....

αίματα...
ιδρωτας..
φωνες..

ολα δικά μου....

σε Υπνους Ταυτοποίησης
ψαχνω τον Γνησιο Εαυτό μου..

ΕΓΩ το κεντρικο προσωπο στο καδρο?.
ΕΓΩ ο γειτονας?
ΕΓΩ το χερι που καρφωνει?
ΕΓΩ το σπασμενο καρφι?
ΕΓΩ ο τοιχος που ματωνει?..
ΕΓΩ αυτος που γραφει?
ΕΓΩ εσυ που διαβαζεις?


Κανω μισό βήμα πιο πίσω.....
πριν πεσω στο Απύθμενο Κενο, κοιταζω σαστησμενος...

ΕΓΩ ποιος?..

εμεινα εκει....
αλυτος ο Γριφος..........

Alex είπε...

Συγκλονιστικό κείμενο ,
εγώ πάλι είδα την πάλι μέσα μας που βγαίνει έξω κακήν κακώς!αντί να ξεκινήσουμε να γινόμαστε καλύτεροι μέσα μας , ψάχνουμε θεούς και δαίμονες να μας κάνουν αθάνατους , να τους προσφέρουμε σαν αντάλαγμα την ΄΄ιδια μας την ψυχή! η πάλη αυτή που μας βρίσκει πάντα ανέτοιμους και φοβισμένους ,να παλεύουμε ωσαν ανήμερα θεριά χωρίς να ξέρουμε για τι ακριβώς παλεύουμε..
μια θλίψη μου'φερε τούτο το κείμενο και μια αηδία για τη βουλιμική μας απαίτηση να κρατήσουμε άφθαρτη τη σάρκα πουλώντας όσο όσο τα λίγα που βαστάμε για να θρέψουμε το πνεύμα!

την καλησπέρα μου αγαπητέ nimerti !

Νimertis είπε...

Κάκια μου
για μια ακόμη φορά ήσουν ένας ποταμός, μαζί και μια καταιγίδα...
εγώ ποιος λοιπόν;
έμεινα εκεί, λες
άλυτος ο Γρίφος...

γιατί άραγε;
γιατί είμαστε γρίφος;
γιατί δεν μπορούμε να μην είμαστε;
γιατί δεν θα επιθυμούσαμε να μην είμαστε;
και πάλι πρέπει να γυρίσω
να σε διαβάσω...

σ'ευχαριστώ ψυχή...

Αλεξ, σε καλησπερίζω... μου είσαι πολύ αγαπητή φίλη μου... η καθαρότητα και η σαφήνεια των θέσεών σου μαζί με τις διορατικές σου σημειώσεις, πολλές φορές με 'γειώνουν' ευεργετικά!
να σαι καλά!

V είπε...

Περίεργοι δαίμονες παραφυλάνε μέσα μας. Η συνάντησή μας μαζί τους είναι και το σημείο της επιλογής. Ευοίωνο από αυτή την άποψη...
Συγκλονιστική η κατάδυσή σου nimertis!!!
Ήρθα πολλές φορές και την διάβασα, αλλά σχόλιο δεν μπορούσα να αφήσω...

φωτεινή συνέχεια ημέρας να έχεις !!!